United States or Finland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να βάλουν δε θυμίαμα εις το θυμιατόν και να θυμιάσουν. Και αφού έγειναν όλα αυτά, τότε ήρχισε το ιερόν άσμα ο πολυπαθής Φαφάνας: «Στέργειν μεν ημάς, ως ακίνδυνον φόβω, Ράον σιωπή. Τω πόθω δε, Παρθένε, Ύμνους υφαίνειν συντόνως τεθηγμένους, Εργώδες εστιν· αλλά και, Μήτηρ, σθένος, Όση πέφυκεν η προαίρεσις, δίδου

Σφάζανε και ψήνανε ζώα εκεί αποκάτω, έψελναν ύμνους, μα τα σπουδαιότερα σημάδια της παλιάς λατρείας ταπόφευγαν, επειδή ταπαγόρευαν οι Θεοδοσιανοί νόμοι. Μα και τις θυσίες τις κατάργησε το στερνό πρόσταγμα του Θεοδοσίου, και μάλιστα τις τιμωρούσε με θάνατο εκείνος ο νόμος. Όσο για την Καθαυτό Ελλάδα, εκεί, καθώς είπαμε, τέτοιοι φοβεροί κατατρεγμοί και τέτοιες ρήμαξες δεν έγιναν.

Θύελλα επευφημιών διέκοψε την σιγήν. Αλλά μακρόθεν απήντησεν εις αυτόν η αγρία ωρυγή του πλήθους. Εκεί κάτω ουδείς πλέον αμφέβαλλεν, ότι ο Καίσαρ είχε διατάξει να καύσωσι την πόλιν, διά να απολαύση έν θέαμα και να ψάλλη ύμνους.

Στο ιπποδρόμιο η κάθε φατρία είχε και τους ζουγράφους της, καθώς είχε τους «ποιητάδες» της. Μα και στις θανές των Αυτοκρατόρων είχαν οι ζουγράφοι χρέη να κάμουνε, ίσως να ιστορούνε σε πλάκες ταυτοκρατορικά κατορθώματα. Όσο για τους ποιητάδες που αναφέραμε, η δουλειά τους είτανε να γράφουν ύμνους κ' εγκώμια στους αυτοκρατόρους. Σα να λέμε δαφνηφόροι.

Έπειτα διηυθύνθη τρέχων προς τον ανεγειρόμενον ναόν και καταβάς εις το όρυγμα των θεμελίων εις το μέρος όπου θα ήτο η πηγή του μαντείου, εισήλθεν εις το νερόν ψάλλων ύμνους του Ασκληπιού και του Απόλλωνος και εκάλει τον θεόν να ευδοκήση να έλθη εις την πόλιν.

Πένα 'στη θανή μου ύμνους να μη γράψη, ούτε δάκρυ θέλω να χυθή κανένα, κι' ούτ' αυτός ακόμη θέλω να με κλάψη, που ελπίζει ψήφο νάχη κι' από 'μένα. Εις το Ουεστμίνστερ θέλω να με θάψουν, αλλ' αφού βεβαίως τούτο δεν θα γίνη, όπου σας αρέσει, τάφο ας μου σκάψουν, κι' όλη μου η δόξα κτήμα σας ας μείνη

Ώ, που με της εφτάφωνης κιθάρας το άψυχο το κέρας τραγουδάς τους ύμνους τους αρμονικούς στης μούσες, γυιέ της Λητούς! σε σένα θα μιλήσω: ήλθεςεμέ με τα χρυσά μαλλιά σου αστράφτοντας, όταν εγώ τα στήθια εστόλιζα με κίτρινα λουλούδια, όμοια με τα χρυσά φορέματά μου.

Έμαθε προσέτι ότι, δια τας κοινάς προσευχάς των, έχουσι τόπους συνελεύσεων, πολλάκις έξω των πυλών της πόλεως ή εις οικίας ερήμους ή και εις τα στάδια. Εκεί λατρεύουσι τον Χριστόν, ψάλλουσιν ύμνους και κάμνουν συμπόσια. «Όταν ο Χίλων μάθη έν των μερών τούτων θα υπάγω μαζή του, και αν θελήσωσιν οι θεοί να ίδω την Λίγειαν, σου ομνύω εις τον Δία, ότι την φοράν αυτήν δεν θα διαφύγη των χειρών μου.

Γελούσε: δεν ήταν ποτέ τόσο ευτυχισμένος. Στο βάθος όμως, στη σκοτεινή κουζίνα, η ντόνα Έστερ και η ντόνα Νοέμι δε μετακινήθηκαν από τον πάγκο. Και να, εκείνος αισθανόταν υποταγή στη μια και φόβο για τη άλλη. Έκλεισε τότε τα μάτια και προσποιήθηκε ότι ήταν κι εκείνος τυφλός. Και πήγαιναν έτσι και οι τρεις, εδώ κι εκεί, επάνω σ’ ένα μαλακό έδαφος, ψέλνοντας δοξαστικούς ύμνους για το Άγιο Πνεύμα.

Την στιγμήν εκείνην και το λεπτόν απόγαιον εναρμονίως φυσών, λέγεις, απετέλει μυστικήν υμνωδίαν, ήτις εν τη θεσπεσία ταύτη ώρα προ του απλού των ποιμένων ομίλου και της φεγγοβολούσης εκκλησίας επανελάμβανε τους αγγελικούς ύμνους: «Δόξα εν Υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία