United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά πάλιν εις την πίεσιν εκείνην άλλαι σκέψεις αντέτασσον ανυπέρβλητα εμπόδια: «Δεν ντρέπεσαι, της έλεγε μία φωνή αυστηρά, που έχεις κόρη της πανδρειάς; ... Αυτόν, ως εχθές τον ήθελες για γαμπρόν, και τώρα! ... Δεν ντρέπεσαι; Τι θα πη το χωριόΈπιπτε τότε εις πικροτάτην αθυμίαν και στενάζουσα έλεγε: — Θε μου, και πάρε με να γλυτώσω ... να μη φύγη ο νους απού την κεφαλή μου!

Ότε δε την ημέραν του θανάτου του υιού της Εμμανουήλ ευρέθη ενενηκοντούτις μόνη εις τον κόσμον, μου έλεγε στενάζουσα ότι ευτυχέστερος ήθελεν είσθαι ο βίος της εάν είχε μείνη λησμονημένη εις έν τουρκικόν χωρίον.

Θαρρώ πως έκαμα καλά να μη σου το 'πω, έκαμες και συ καλά να μην επιμείνης· ύστερα ύστερα, τι δικαίωμα έχομεν ημείς οι καταφρονεμένοι οι Γύφτοι να τα βάζωμεν με τον κόσμον; Να που ήρθεν έτσι, και ηθέλησε να με κατηγορήση εκείνη η γρηά, είπεν η Αϊμά στενάζουσα. — Και το δέχεσαι, αδελφή μου; είπεν ο Μάχτος. — Δεν το δέχομαι, αλλά το υποφέρω.

Ουφ! και αυταίς η συναναστροφαίς! επιλέγει η κυρία Παρδαλού, στενάζουσα μετά κόπουελησμονήσαμεν να παρατηρήσωμεν εγκαίρως, ότι η κυρία Ευφροσύνη, η Φρόσω, ως αποκαλεί αυτήν ο σύζυγός της, είνε γυνή ικανώς εύσωμος, δι' ην η ελαχίστη σωματική κίνησις, και αυτός ο στεναγμός, είνε κόπος σπουδαίος. — Ουφ και αυταίς η συναναστροφαίς ταις βαρύνομαι, σε βεβαιόνω, σαν ταις αμαρτίαις μου!

Ο τροχιόδρομος, διερχόμενος, παρέσυρεν υπό τους τροχούς των αμαξών, γραίαν, ήτις συνεκίνησεν όλην την πλατείαν με τας οιμωγάς της στενάζουσα ως σφαζομένη όρνις.

Ο Κιαμήλης εβγήκε, και άργησε να έλθη, μα δεν είναι τίποτε. — Δόξα σοι ο Θεός! είπον τότε εγώ, αναπνεύσας. Εφοβήθην μην ησθένησεν. Αφού είναι καλά, θα έλθη όπου και αν είναι. — Δόξα σοι ο Θεός! επανέλαβεν η γραία στενάζουσα βαθέως. Και ως εάν ήτο υπερβολική ζέστη, ήνοιξε το γιασμάκιόν της πλέον ή ότι το έκαμε μέχρι τούδε ενώπιόν μου, και ήρχισε να αερίζηται διά της μιας αυτού άκρας.