United States or Andorra ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανάθεμα την ώρα που φάνηκε και με παραζάλισε στα καλά καθούμενα! Μα έννοια της δα και δε θα βγουν τα φαρμακεμένα της τα λόγια. Μύριοι άνεμοι να φυσήξουνε δε με βγάζουν από την πονεμένη αυτή φωλίτσα μου. Σ' αυτά τα θεμέλια μέσα είνε ριζωμένη η καρδιά μου, μ' αυτό ταγέρι γλυκοθρέφεται η ψυχή μου. Να σαλεύη τάχα κάποιος εκειδά πέρα ή φάντασμα βλέπω; Αχ, ο ίδιος πάλι!

Ο Έφις, γονατιστός σε μια γωνιά, είχε βυθιστεί στη συνηθισμένη πονεμένη έκσταση και πλάι του η Γκριζέντα, γονατιστή κι αυτή, άκαμπτη σαν ξύλινος άγγελος έψελνε στενάζοντας από αγάπη. Το πορφυρό φως του δειλινού, πιο απαλό προς την Αγία Τράπεζα εξ αιτίας της λάμψης των κεριών, σκέπαζε τους πιστούς σαν αιμάτινο πέπλο, αλλά σιγά σιγά το πέπλο έγινε μαύρο, ξανοίγοντας μόλις από το χρυσάφι των κεριών.

Αλλά και η υπομονή έχει τα όριά της και είνε πράγμα όπου λέγει ο άνθρωπος «ως εκεί και μη παρέκει· δεν βαστώ πιοΚαι αλήθεια το κακό επαραμεγάλωσε και η πονεμένη καρδιά του ναύτη δεν μπόρεσε να το χωρέση.

Να μην αγαπήσουμε εκείνους μονάχα που είναι πονεμένη η καρδιά τους· ας αγαπήσουμε τους εφτυχισμένους, τους καλότυχους, τους μεγάλους· ας αγαπήσουμε όσους έχουν και δόξα και πλούτο και νου.

Ω, πόση νοιώθη αλάφρωσι ο πεζοδρόμος πόση 'Σάν από βράχια και βουνά και λαγκαδιαίς γλυτώση. Καιτο μικρό καλύβι του το βράδυ-βράδυ φθάση! Κι' ο άνθρωπος, ταξειδευτής του κόσμου, 'σάν περάση Ταις τόσαις του κακοτοπιαίς, τα τόσα του τα πάθηα, Ω, πόση βρίσκει αλάφρωσιτης Εκκλησιάς τα βάθηα 'Στά βάθηα του μοναστηριού! Ω, πόση η πονεμένη Ψυχή βρίσκει ανάπαυσιεσένα αφιερωμένη, Θρησκεία!

Να είχα κι' άλλα παιδιά, δε θα χόλιαζα τόσο, θα παρηγοριώμουν, αλλά τώχω έν' μοναχό! Να είταν μαύρη ώρα, που τ' ανάγκαζα να μπη στα γράμματα!... Λέγοντας αυτά τα πικραμένα τα λόγια η πονεμένη μάννα, έβγαλε το μαντήλι της από μέσα από το ζωνάρι της και σφούγγισε τα καταδακρυσμένα τα μάτια της, που είχαν μι' αδιάκοπη κοκκινάδα μέσα, από τ' ανέλλειπα μητρικά δάκρυα.

Όσω για την γυναίκα αυτή, θα σε παρακαλέσω σε ένα άλλον Θεσσαλόν να τήνε δώσης, σε ένα που να μην έπαθε κι' αυτός ό,τι εγώ έχω πάθει. Έχεις εσύ φίλους πολλούς Φεραίους, μη θελήσης να ζωντανεύη η ανάμνησις της συμφοράς μου. Είναι αδύνατον, στο σπίτι μου βλέποντας την γυναίκα να μείνω αδάκρυτος. Με φθάνει η λύπη που βαραίνει την πονεμένη μου ψυχή.