United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Ιησούς συνήντησε τας άλλας γυναίκας, και είπεν αυταίς, «Χαίρετε!» Ο τρόμος ανεμιγνύετο με το θάμβος και την συγκίνησίν των καθώς έπεσαν εις τους πόδας Του. «Μη φοβείσθε, είπε προς αυτάς· πορευθείσαι είπατε τοις αδελφοίς Μου ίνα απέλθωσιν εις Γαλιλαίαν, κακεί Με όψονται». Ανωφελές ήτο διά τους στρατιώτας τους φύλακας να μείνωσι πλησίον κενού τάφου.

O δε Διογένης λέγει, ότι οι ιχθύς, όταν απορρίπτωσι το ύδωρ διά των βραγχίων, τότε διά του κενού το οποίον γίνεται εις το στόμα αυτών ροφούσι τον αέρα εκ του ύδατος, όπερ περιστοιχίζει το στόμα των, διότι υποθέτει ότι υπάρχει αήρ εις το ύδωρ. Αλλά αι θεωρίαι αυταί είναι αδύνατοι.

Επί τέλους κατέθεσεν ο Νέγρης τον κάλαμον και με ηρώτησε τι θέλω. Προέτεινα εν σιωπή την χείρα και έδωκα την επιστολήν. Αφού την ανέγνωσε, μ' επροσκάλεσε να καθίσω επί του μόνου κενού παρ' αυτόν ψαθίνου καθίσματος και ήρχισε να με εξετάζη τι γνωρίζω και τι παρ' αυτού επιθυμώ.

Και κατά το έτος τούτο το Μέγα Σάββατον την αυγήν ο μπάρμπα-Κώστας ήτο εις την θέσιν του υπερήφανος διά το πρόσωπον το φοβερόν οπού ήθελεν υποκριθή. Καθήμενος προ των πυλών του κενού, πλην καταφωτίστου ναού, ανέμενε την επάνοδον του Επιταφίου, έχων ύφος επίσημον κυριάρχου. Δεν ήτο πλέον ο πτωχός κανδηλάπτης με την κεφαλήν κάτω. Ίστατο ασκεπής επί του μαρμαρίνου κατωφλίου ως ει έλεγεν: — Εγώ είμαι!

Και διά τούτο λέγουσιν, ότι, ακούομεν διά του κενού και διά του ηχούντος σώματος, διότι ακούομεν διά τινος, όπερ περιέχει περιωρισμένον αέρα. Αλλ' άρά γε το πληττόμενον ηχή ή το πλήττον; και τα δύο ηχούσιν, αλλ' έκαστον κατά τρόπον διάφορον.

Καίτοι και ο μεν και η δε πηγάζουσιν έξωθεν, ουχί όμως αι αισθήσεις, αλλ' η λογική νόησις ευρίσκει την πραγματικήν φύσιν των όντων. Του κόσμου η αληθής φύσις αποτελείται εκ των &ατόμων& και του &κενού&, ταύτα όμως είναι στοιχεία &νοητά&. Εν τούτοις τα δεδομένα προς τας λογικάς ταύτας αληθείας ευρίσκομεν εν ταις αισθητικαίς αντιλήψεσι. Κεφ. Κεφ.

Ο Μιστόκλης, στηρίζων την καθαράν από της αργίας βούρτζαν του επί του τοίχου, και καθήμενος είτα επί του κενού τενεκέ των χρωμάτων έβλεπε την βασανιζομένην γυναίκα του.

Την στιγμήν εκείνην, ηκούσθησαν και τα πρώτα συρίγματα του ατμοπλοίου, καταπλέοντος εκ Πειραιώς. Εγλυκοχάραζε πλέον. Εν τω μέσω του κενού λιμένος έπαιζον τα φώτα του μαύρου πλοίου, φεγγοβολούντα ακόμη. Ελαφρά πρωινή αύρα έπνεε.

Συσπειρούμενοι υπό τους επενδύτας των και κύπτοντες την κεφαλήν υπό την δριμείαν πνοήν του νυκτερινού ανέμου, παρέρχονται ταχείς οι παροδίται, προσέχοντες μόνον μη ολισθήσωσιν επί της χιόνος, ουδ' έχοντες καιρόν ή διάθεσιν να σταματήσωσι δεξιά ή αριστερά προ των ανοικτών έτι οψοπωλείων, όπου μεγαλοφωνούσιν οι μεταπράται, καλούντες εις μάτην τους παρερχομένους αδιαφόρως πελάτας, κωφούς υπό του ψύχους και του κενού στομάχου.

Έμεινεν εκεί βωβός, ακίνητος, απολιθωμένος υπό του θάμβους και της επιθυμίας, συνθλίβων διά των χειρών τους σπασμούς του κενού του στομάχου, και ανεκλάλητον ομιλών ερωτικήν γλώσσαν προς το λιπαρόν και κολοσσιαίον εκείνο ταψίον.