United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είναι σπουδαίο το θέμα, απάντησε ο Αγαθούλης· αυτά τα λόγια προκαλέσανε νέες σκέψεις, κι' ο Μαρτίνος έβγαλε το συμπέρασμα, πως ο άνθρωπος έχει γεννηθή για να ζη μέσα σε σπασμούς ανησυχίας ή μέσα στο λήθαργο τη πλήξης. Ο Αγαθούλης δε συμφωνούσε· αλλά και δεν βεβαίωνε τίποτα.

Από το αίμα στα χέρια της πολυθρόνας μπορούσε κανείς να συμπεράνη πως επυροβόλησε καθήμενος μπρος στο γραφείο του· πως έπειτα έπεσε με σπασμούς και κυλίστηκε γύρω στην καρέκλα. Ήτανε στο παράθυρο, παραλυμένος, ανάσκελα, με όλα του τα φορέματα, με τα παπούτσια, με γαλάζιο επανωφόρι και κίτρινο γελέκο. Όλο το σπίτι, η γειτονιά, η πόλις αναστατώθηκε. Ο Αλβέρτος εμπήκε.

Έπειτα, επειδή όλων τα εντόσθια είχον αρχίση να πονούν από τους σπασμούς του γέλωτος, απεφάσισαν να παραπέμψουν την δίκην εις την Ιταλίαν. Τώρα δε, ως λέγεται, ο Διοκλής γυμνάζεται εις την ρητορικήν και ετοιμάζει την κατηγορίαν και ανακινεί την υπόθεσιν της μοιχείας.

Όταν μπήκα μέσα, είδα τη γυναίκα μου να τρέμη από σπασμούς, που φαινόντανε πως αρχίζανε από το πρόσωπο κι απλώνονταν αποκεί σε τρόπο που να της τραντάζουν όλο το κορμί. Δεν μπορούσαμε να κάμουμε τίποτε. Κι απ' ώρα σ' ώρα ξαναρχόντανε οι φοβερές προσβολές. Ο γιατρός τις ησύχασε μ' ενέσεις κ' η προτητερινή γαλήνη ξαναήρθε, όχι όμως κ' η αίσθηση. Η αναισθησία κράτησε σχεδόν δυο μέρες.

Ο ώμος του Τζατσίντο έτρεμε με σπασμούς, εκείνος όμως τον ανασήκωσε και τον τίναξε, σαν να ήθελε να απελευθερωθεί από το τρέμουλο και ξανάρχισε με πιο σκληρή φωνή: «Ναι, εγώ ήμουν εκείνος, το κατάλαβες. Πήγα στο σπίτι του λιμενάρχη. Δεν ήταν εκεί, αλλά η υπηρέτρια, ένα χλωμό κορίτσι που μιλούσε χαμηλόφωνα, μ’ έβαλε νε περιμένω στον προθάλαμο.

Αλλ' αν σας 'δή και δούλος κανένας του Υψίστου, πολύ φοβούμαι μήπως του φέρετε σπασμούς, μη 'στην οργή σας στείλη του μαύρου Αντιχρίστου, κι' από το στόμα βγάλη βαρείς αφορισμούς. Μα ίσως και κανένας γενναίος πατριώτης από θυμό αφρίση και σκούξη δυνατά: — Οποίος της πατρίδος ανίερος προδότης τα όσια του έθνους θαρρεί για χωρατά.

Την στιγμήν εκείνην ώθησαν εις το στάδιον νέα πλήθη θυμάτων, περιβεβλημένα δοράς θηρίων. Όπως και τα προηγούμενα, εγονυπέτησαν και αυτά αμέσως. Αλλ' οι κύνες, εξαντληθέντες, ηρνούντο να τα ξεσχίσουν. Ολίγα μόνον θηρία ερρίφθησαν κατά των πλησιεστέρων θυμάτων, τα άλλα κατεκλίθησαν, ύψωσαν τα ρύγχη, εξ ων εστάλαζε το αίμα και ήρχισαν να ασθμαίνωσι βαρέως με σπασμούς των φουσκωμένων πλευρών.

Άγγιζα τη στιγμή της ευδαιμονίας μου, όταν μια γριά μαρκησία, που ήτανε πρώτα ερωμένη του πρίγκηπά μου, τον προσκάλεσε σπίτι της να του προσφέρη σοκολάτα· πέθανε σε λιγώτερο από δυο ώρες με τρομαχτικούς σπασμούς. Αλλά τούτο είναι μηδαμινό. Η μητέρα μου πάνω στην απελπισία της και λιγώτερο λυπημένη από μένα, θέλησε ν' απομακρυνθή για λίγον καιρό από έναν τόπο έτσι καταραμένο.

'Μετρούσε εις την μάχη της τριάντα καλοκαίρια, κι' ακόμη δεν εξέμαθε τα πρώτα της παιχνίδια· ωσάν το χιόνι άσπριζαν τα παχουλά της χέρια. αν και συχνάμε το pardonεμύριζαν κρομμύδια, Κι' ήτον ο έρως μου απλούς, αθώος, παιδικός· ένα και μόνο φίλημα 'στο εύοσμο της χέρι, και τίποτ' άλλο . . . ήμουνα πολύ Πλατωνικός. . . και μήπως ηδονής σπασμούς κι' ένα φιλί δεν φέρη;

Άξαφνα κλονίστηκε όλο το μικρό του σώμα από φοβερούς, συγκρατητούς σπασμούς. Αρχίζανε από το κεφάλι, που είχε γυρίσει πλάγια, και φαινόντανε πως κλαδώνανε στα μέλη, που είχανε γίνει αλύγιστα και γαλανωπά. Τότε έγειρε η γυναίκα μου το κεφάλι για να μη βλέπη πια. Όταν όμως πάψανε οι σπασμοί, έκλαιγε σιγά και μου άπλωσε πάλι το χέρι της απάνω από το μικρό κρεββάτι.