United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πως την έχει τη δική του τη γλώσσα, κ' είναι πιο ελληνική από την καμαρωμένη την κορακίστικη! πως για να σταλάξουμε ανθρωπισμό στη ρωμαίικη την καρδιά, πρέπει να διδάσκουμε, να παρασταίνουμε, και να τραγουδούμε στη γλώσσα της, κι όχι σε γλώσσα που δεν ακούστηκε ποτές αλάκερη σ' ένα σπιτικό, παρά μέρος πρι να φανή ο Χριστός, μέρος σα φάνηκε ο Μωάμεθ, και μέρος θα μιληθή σαν ξαναφανή ο Μεσσίας!

Ο Ντάνας είπε· — Κ' είδατε πως κατέβαινε, σαν καμαρωμένη νύφη. Κη τώρα ζαλίστηκε το πηδί· δεν πειράζει, περαστικά νάνε. Όταν συνήλθεν ο Στάθης, έκαμε τον σταυρόν του, εστράφη προς τους άνδρας, και είπε·Τώρα, την Ψαρή την έταξα ασημένια στην Παναγία, και θα την δώσω. Μα, ως τόσο, ένα κατσικάκι, που μου βρίσκεται ακόμη απ' τα πρώτα γεννητούρια, αξίζετε, θα σας το θυσιάσω.

Σιώπα, μη βλαστημάς· λάσκα, λάσκα. Ο Στάθης κατέβαινεν εις το κενόν, σφίγγων τους οδόντας, ανοιγοκλείων τα όμματα, κρατούμενος σφιγκτά από το σχοινίον. Δεν εφαίνετο να εδειλίασε. — Κύτταξέ τονε, πώς κατεβαίνει, είπεν ο Ντάνας· σα νύφη καμαρωμένη. Τέλος ο Στάθης επάτησεν επί της εσοχής του βράχου. Εκάθησε καλώς, συνεμαζεύθη, με τα δύο σκέλη περιβάδην, επί της Ψαρής, ήτις εβέλασεν άμα τον είδεν.

Άξαφνα καινούργια λάμψι γύρου χύνεται, Σιέται του χωριού το πλήθος, κυματίζεται, Και σαν σύγνεφα μεριάζει και ξανοίγεται Που περνάει λαμπροντυμένο τ' αστραπόβροντο, Και διαβαίνει ανάμεσά του κι' όλο χαιρετά Λυγερή καμαρωμένη και περίμορφη.

Πλήθος δε από αθερίνεςπαιδία οκταετή και δεκαετήέτρεχαν εμπρός και οπίσω επί του καταστρώματος, βοηθούντα διά του μέσου τούτου εις την καθέλκυσιν του πλοίου. Τέλος, μετά πολλούς αγώνας και τη εφαρμογή πολλών θεραπευτικών μέσων, το μέγα πλοίον αργάαργά, ως καμαρωμένη νύμφη έπεσεν εις την θάλασσαν.

Η Νύκτα μένει 'ςτά νερά, νεραϊδωμένη κόρη. Κι όταν ο Ήλιος χάνεται απ' τον Απάνου-Κόσμο, Προβάλλει αυτή μυριώμορφη γλυκειά, καμαρωμένη, Και περπατεί τα ρέμματα, ταις ποταμιαίς, τα πλάγια... Λαμποκοπάν 'ςτά στήθηα της και 'ςτό κορμί της γύρω Τα μαγεμμένα λούλουδα, χρυσά χιλιάδες άστρα, Και μέσ' 'ςτό μέτωπο ψηλά, σαν βασιλίσσης στέμμα, Το πλειό μεγάλο λούλουδο, τώμορφο το φεγγάρι.

Έτσι τα βλέπουνε στην Εβρώπη, έτσι τα είπα κι ο ίδιος μιλώντας σ’ Εβρωπαίους, που τους φαίνεται και νόστιμο, με το πνέμα του, με το κουράγιο του, με τη μαργιολιά του, να νίκησε δέφτερη φορά ο νικημένος το νικητή, ο Ρωμιός το Ρωμαίο, με τρόπο που να του πάρη ως και τη δόξα την καμαρωμένη του, τόνομά του .

Όσοι πρόφταξαν και σήκωσαν κεφάλι πρι να τους σακατέψη ολότελα η σκλαβιά, αυτοί καψογλύτωσαν. Καλό και γι' αυτούς, μα για μας ακόμα καλλίτερο που στήσανε κατά τα Κάτω τα Μέρη το καινούριο Βασίλειό τους. Γιατί τώρα όποιος Γκιαούρης βαρεθή τη σκλαβιά, αντίς να κάθεται και να μας κρυφαγκυλώνη, παίρνει τη φαμελιά του και τραβάει στην καμαρωμένη του την Ελλάδα.