United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φερόμενος εις τας βασάνους ο βουκόλος ωμολόγησε την αλήθειαν, και αρχίσας την διήγησιν απ' αρχής, είπε τα πάντα, χωρίς να κρύψη τίποτε. Τέλος δε ικέτευσε και εζήτησε να τω δοθή χάρις. Μετά τας αποκαλύψεις του βουκόλου ο Αστυάγης δεν εφρόντισε πλέον περί αυτού, αλλ' η οργή του εστράφη κατά του Αρπάγου και διέταξε τους δορυφόρους του να τον φέρωσιν.

Κ' εκείνην μεν οι Αχαιοί με το γοργό καράβι Την παντην Χρύσαν· και τον παν τον βασιλέα δώρα· Προτώρα δε απ' την σκηνήν οι κήρυκες μ' επήραν Την κόρην, 'πού οι Αχαιοί μ' έδωκαν του Βρισέως. Αλλά εσύ, αν δύνασαι, βοήθα το παιδί σου. Πήγαινε εις τον Όλυμπον, κ' ικέτευσε τον Δία, Αν την καρδιάν τον έκαμες μ' έργον ποτέ, ή λόγον.

Ο Οιδίπους ερωτά λεπτομερείας περί του χρόνου και του τόπου εις τον οποίον εφονεύθη ο Λάιος. Μανθάνει τον αριθμόν των ακολούθων του Λαΐου, μανθάνει ότι ήτον επάνω εις άρμα, ότι ταύτα κατέστησε γνωστά εις τους Θηβαίους ένας εκ των ακολούθων του, ο μόνος σωθείς, και ότι ούτος , όταν έγεινεν ο Οιδίπους βασιλεύς, ικέτευσε την Ιοκάστην να τον στείλη εις τους αγρούς δια να βόσκη ποίμνια.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λέγε, τι θέλεις; Σε ακούω προθύμως. ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ας προσπαθήσωμεν ακόμη να πείσωμεν τον πατέρα εις φρονιμωτέρας αποφάσεις. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αλλ' είναι σκληρός και τον στρατόν φοβείται. ΑΧΙΛΛΕΥΣ Και όμως ο ορθός λόγος έχει μεγάλην την δύναμιν. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ασθενής η ελπίς. Αλλά λέγε τι πρέπει να πράξω. ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ικέτευσέ τον κατά πρώτον να μη θανατώση την κόρην.

Ώστε ή εκείνος όστις συνέλαβε τοιούτον σκοπόν πρέπει να απολεσθεί, ή συ όστις με είδες γυμνήν περιφρονήσας τα έθιμα.» Ο δε Γύγης πρώτον μεν έμεινεν εκστατικός ακούων τους λόγους εκείνους, έπειτα δε ικέτευσε την βασίλισσαν να μη τον αναγκάση να κάμη διά της βίας ταύτην εκλογήν.

Έγειρε και ακολούθει μοι, είπεν ο Πέτρος, λαμβάνων διά της χειρός τον νέον τριβούνον, και εξηκολούθησαν τον δρόμον των. Καθ' οδόν ο Βινίκιος ικέτευσε τον Πέτρον: — Διδάσκαλε, πλύνον με εις το ύδωρ του βαπτίσματος, διά να δύναμαι να λέγωμαι αληθής λάτρης του Χριστού, διότι τον αγαπώ με όλην την δύναμιν της ψυχής μου. Βάπτισόν με τάχιστα, καθότι είμαι ήδη έτοιμος εν τη καρδία μου.

Και αυτός ποίος είνε; Ο Τετράρχης με έν νεύμα του έδωσε να εννοήση ότι ήτο ο δήμιος. Έπειτα παρουσίασε τους Σαδουχαίους. Ο Ιωνάθαν, μικρόσωμος, ευγενής τους τρόπους και ομιλών την Ελληνικήν ικέτευσε τον άρχοντα να τους τιμήση με μίαν επίσκεψίν του εις Ιερουσαλήμ, όπου πιθανόν να επήγαινε.

Εκείνος δε τους ικέτευσε να μη πράξουν τίποτε, βεβαιών ότι εις την πρώτην εκστρατείαν θα εξαγόραζε τας επιπλήξεις ταύτας διά λαμπρού κατορθώματος· εν εναντία περιπτώσει, θα ήσαν κύριοι να πράξουν ό,τι ήθελαν νομίση καλόν.

Μάτην επέμεινεν η νεάνις, και μάτην ικέτευσε και εθώπευσε, . . και έκλαυσεν επί τέλους, ως αι γυναίκες ηξεύρουσι να κλαίωσι. — Μη ζήτει, Ψυχή μου, απήντησεν εκείνος, να μάθης ποίος είμαι. Έσο ευδαίμων εις τας αγκάλας μου, όπως είμαι εις τας ιδικάς σου, και μη θέλης άλλο περισσότερον.

Αφού εξήλθον εις το πέλαγος, οι ναύται συνέλαβαν το επίβουλον σχέδιον να τον ρίψωσιν εις τα κύματα και να αρπάσωσι τους θησαυρούς του. Μαντεύσας όμως ο Αρίων τους σκοπούς των, τους ικέτευσε και τοις υπεσχέθη όλα όσα είχε ζητών να τω χαρίσωσι την ζωήν.