United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το ίδιο στη στεφάνη του ανοικτού κυπέλλου εσκίτσαρε το λάφι στη βοσκή του ή το λεοντάρι στην ησυχία του, όπως η φαντασία του θα το ήθελε.

Ας ήτο μικρός ο Ρούντυ, είχεν έργον να βόσκη της κατσίκες· και ήτο καλός φύλαξ, αφού ήξευρε να αναρριχάται μαζί των, όπως και αυταί.

Δεν πέρασε πολλή ώρα κ' η Χλόη οδηγούσε τα κοπάδια στην πηγή, αφίνοντας το Δάφνη να κόβη χλωρά φύλλα για θροφή των γιδιών ύστερ' από τη βοσκή.

Τούτη, βλέποντας το Δάφνη κάθε μέρα να περνάη τα γίδια το πρωί για τη βοσκή, τη νύχτα για τη στάνη, επιθύμησε να τον κάνη αγαπητικό της, αφού τον ξεγελάση με χαρίσματα· και κάποτε παραφυλάξαντάς τονε μονάχο και σουραύλι του εχάρισε και κερήθρες και ταγάρι από λαφοτόμαρο· μα δεν ετολμούσε να του ειπή τίποτα, επειδή εμάντευε την αγάπη της Χλόης, γιατί τον έβλεπε πολύ προσκολλημένο στην κόρη.

Μια μέρα μολαταύτα, ένας από τους άπιστους προδότες, ο Γκενελόν, — που καταραμένος νάναι από το Θεόπαρασύρθηκε από την ορμή του κυνηγίου, κι' ετόλμησε να προχωρήση μέχρι απ' έξω από το δάσος του Μορουά. Εκείνο το πρωί, στην παρυφή του δάσους, ο Γκορνεβάλης είχε ξεσελλώσει το άτι του και τάφησε να βόσκη στη δροσερή χλόη.

Την άλλη μέρα, μόλις εβγήκανε στη βοσκή, ο Δάφνης καθούμενος κάτω από τη συνηθισμένη βαλανιδιά έπαιζε το σουραύλι και μαζί επρόσεχε και τα γίδια, που είχαν ξαπλωθή κάτω σαν ν' άκουγαν τους σκοπούς· κ' η Χλόη καθισμένη κοντά εφύλαε τα πρόβατα, μα πιο πολύ εκοίταζε το Δάφνη· και πάλι ενώ αυτός έπαιζε το σουραύλι τής εφαινότανε όμορφος κ' ενόμιζε τη μουσική αφορμή της ομορφιάς, ώστε να πάρη κι αυτή ύστερ' από κείνον το σουραύλι μήπως γινότανε κι αυτή όμορφη.

Κι' όταν γίνουν όλα ίσα και δοθούν από κοινούεμάς, πώχουμε το νου, θα φυλάμε με τα δόντια τον παρά μέσ' στα ταμεία, και τον άνδρα της θα βγάζη στη βοσκή η κάθε μία. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μα καλά, κι' όποιος δεν έχει φανερά λοιπόν χωράφι, πώς θα ξέρουμε αν έχει φυλαγμένο το χρυσάφι; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ θα το φέρη να το δώση, ειδεμή θα ψευδορκήση. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μπα! κι' από της ψευδορκίες μη δεν το 'χει αποκτήση;

Να ξενυχτίσουμε 'ςτό χάνι δεν ειμπορούσαμε, γιατί τα πράμματα ήθελαν θροφή και 'ςτό χάνι θροφή δεν ήτον. — Απάνουτου μοναστηριού τα σιάδια θα βγούνε νάβρουμε βοσκή, λέει ο Πολιάνος. Βγήκαμε και 'ςτού μοναστηριού τα σιάδια με το σουρούπωμα. Εδώ μας εύρηκε κ' η νύχτα. Κονέψαμε. Στα κράκουρα κατάψηλα. Στην κορφή τ' ανήφορα. Είχαμε μπροστά τα Χαλάσματα.

Τα πρόβατα και οι τράγοι αφίνουν τη βοσκή τους· κ' οι ορειάδες που τους αρέσει να σκαρφαλώνουν στις άφταστες κορφές των ολόισων βράχων κατεβαίνουν με τρεχάλα μακριά από το άσμα των ανεμόδαρτων πεύκων τους, ενώ οι δρυάδες σκύβουν από τα κλαδιά των δέντρων, που ανταμώνονται, και τα ποτάμια βουίζουν πένθιμα για την κάτασπρη Πρόκριδα σε πολυστέναχτα ρέμματα «γεμίζοντας από βουή τον απέραντον Ωκεανό».

Κι' αν συναντήση το καράβι σου φουρτούνες και νοτιάδες αφρισμένους, ο καλός ο καπετάνιος απ' αυτό δεν θα σαστίση, αλλά πάλι σε γαληνεμένους θα μουσκέψη το σχοινί γυαλούς Πιστεύετε, δίχως εξήγησι για τόνα και για τάλλο να γυρεύετε! Πιστεύετε σε κάθε πράμμα δυνατό κι' ωραίο! Τους τολμηρούς ακολουθάτε! Το κριάρι σέρνει πάντα το κοπάδι στη βοσκή. Αυτό που λέγω σας ακούσετε.