United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και θυμήσου, παρθένα, ότι σε ανάθρεψε προβατίνα, μα κι' ότι είσαι όμορφη. Δεν περίμενε πια η Χλόη, αλλά επειδή από τη μια εχάρηκε για τον έπαινο κ' επειδή από την άλλη επιθυμούσε από καιρό να φιλήση το Δάφνη, αφού επετάχτηκε επάνω τον εφίλησε· κ' ήτανε το φιλί της φυσικό κι άτεχνο· μα μπορούσε ν' ανάψη παραπολύ την ψυχή.

Αυτά 'πε, και ο πολύπαθος εχάρηκε Οδυσσέας, ότι να πάρη επάσχιζε τα δώρα τους, κ' εκείνους με λόγια μάγευε γλυκά και άλλ' έτρεφ' η καρδιά της, Και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος απάντησέ της κ' είπε• «Ω Πηνελόπη φρόνιμη, του Ικαρίου κόρη, 285 των Αχαιών όποιος εδώ θέλη να φέρη δώρα, δέξου τα• δεν είναι καλό χαρίσματα ν' αρνήσαι• κ' εμείς δεν πάμετους αγρούς ή αλλού πριν άνδρα πάρης τον αξιολογώτερον των Αχαιών μνηστήρων».

Αυτά 'πε, και ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας εχάρηκε, κ' επρόφερεν ευχή• «Πατέρα Δία, 330 εις όσα είπ' ο Αλκίνοος, τέλος να 'δώσηόλα• και η φήμη εκείνου πάντοτετην γην την σιτοδώρα να μένη άσβεστη, κ' εγώ να φθάσω εις την πατρίδα». Αυτούς τους λόγους έλεγαν εκείνοι ανάμεσόν τους• τότ' είπε εις ταις θεράπαιναις η Αρήτ' η λευκοχέρα 335 να στρώσουν εις την αίθουσα, να βάλουν μέσα ωραία και πορφυρά σκεπάσματα, και τάπηταις επάνω, και χλαίναις κάτωθε κρουσταίς να 'χη να ταις φορέση. κ' εβγήκαν απ' το μέγαρο, με φωςτα χέρια, εκείναις• και άμ' έστρωσαν με προσοχή την στερεωμένην κλίνη, 340τον Οδυσσέα σίμωσαν και τον παρακινούσαν• «σήκω να πας να κοιμηθής, ω ξένε• η κλίνη εστρώθη». είπαν και μ' ευχαρίστησι και αυτός είδε την κλίνη.

Η Αθήνη, κόρη του Διός, 'ς το πλάγι τους εφάνη, εις το κορμί, καιτην φωνή, του Μέντορ' όλη ομοία. εχάρηκε ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας. άμα την είδε, κ' είπ' ευθύς του αγαπητού παιδιού του· 505 «Τηλέμαχ', ήδη αυτό θα ιδής, τώρ' ότε θα 'μπης πρώτα οπούτην μάχη των ανδρών τα παλληκάρια δείχνουν, αισχύνην να μη φέρης συτο γένος των πατέρων, οπούτης γης τα πέρατα φημίζεται γενναίο».