United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θυμούμαι τι μου είπεν η μακαρίτισσα, εσυλλογίζετο, από μέσα της· μου είπε, ότιτην δυστυχία άλλη παρηγοριά μεγαλειτέρα από την δουλειά δεν υπάρχει, και πάλιν αν ευτυχήση κανείς η δουλειά είνε η καλλιτέρα του συντροφιά .. πρώτα-πρώτα θα υφάνω της μητέρας μου ένα φόρεμα δια να μην κρυώνητο ποτάμι, όταν πηγαίνη... έπειτα, θα ενδύσω τα αδέλφια μου... έπειτα θα δώσω και ολίγες πήχες πανίτο μικρό παιδάκι της γειτόνισσας μας... αυτό έκαμνεν η γιαγιά μου, και αν γίνη ο εργαλειός δικός μου, πρέπει να κάμνω και εγώ, όπως έκαμνεν εκείνη.

Άλλο μυστήριο τούτο. Όχι της αγάπης που μας φέρνει στον κόσμο, μόνο της άλλης, που μας ανεβάζει στον ουρανό. Που μας κάνει και χύνουμε κόμπο δάκριο, κι απλώνουμε χέρι σ' ένα μισοπνιμένο. Σωστή χριστιανή η αρχόντισσα. Ο άντρας της, το δεξί της χέρι ποτές δε θα το μάθη τι έδωσε της γειτόνισσας με τάλλο το χέρι της. Τέτοιες βιολέττες λουλουδίζουν εδώ πέρα πολλές.

Περισσότερον εσύχναζεν εις της γειτόνισσάς μου της Μαθήνας, η οποία σαν να το εφαντάζετο να τον κάμη γαμβρόν μίαν ημέραν, αφού μάλιστα ήξευρε και την ιδικήν μου γνώμην που κλίνει. Η νύμφη του με πολλήν χαράν δεχθείσα την πρόσκλησιν επήγεν.

Εις τα σχήματα και τας γραμμάς των βράχων εύρισκεν ομοιότητας προς τας φυσιογνωμίας αυτών. Ούτω επί μεγάλης πλάκας, ήτις εστέκετο απέναντι της μάνδρας, έβλεπε την μορφήν μιας γειτόνισσάς των, της Πετρογιάνναινας. Άλλος βράχος υψηλότερα, μαύρος, του εφαίνετο απαράλλακτος ο Τζαμπότζας ο αράπης, που εγύριζεν από πόρτα σε πόρτα κεδιακόνευε. Και ήτο μία από τας διασκεδάσεις του να τον πετροβολά.

Απ' ομιλία σ' ομιλία μ' αυτόν, και με το «πούθε είσαι» και «πούθε είμαι», γνωριστήκαμε πατριώτες! και τι πατριώτες; Χωριανοί! Είταν ο Κώστας της γειτόνισσας μας της Γιώργαινας! Κι' όταν του είπα, πως είμαι της Μήτραινας του Ζώτου παιδί με κύτταξε καλά καλά, και μου είπε: — «Μωρέ συ είσ' ο Γιάνν'ς ή το φάντασμα τ';» — «Εγώ! όλος κι' όλος

Έν απόγευμα, η Διαμαντηρείζενα συνέβη ν' ανακαλύψηανήκουστον πράγμαένα κοριόν έρποντα επί της ψάθας, προϊόν μη έχον δικαίωμα εισόδου εις την οικίαν. Υπώπτευσεν αμέσως ότι το ζωύφιον θα είχε πέσει από το φόρεμα μιας πτωχής γειτόνισσας, ήτις προ μικρού είχεν έλθει να ζητήση εν δοχείον ελαίου δανεικόν.

Πιστεύουν στη ζωή χωρίς να ρωτήσουν αν υπάρχη καλύτερη. Υπομένουν και τις εφτά ψυχές των! Για να τιμωρήσουν την ασκήμια της γειτόνισσας που τους φαρμάκωσε ξέρουν μ' ένα πήδημα να βρεθούν απ' τον Άδη στα πόδια της και να την τρομάξουν.

Ήθελε να του δώση ένα από τα κορίτσια της γειτόνισσάς του, της γρηάς Μαθήνας τα κορίτσια, που τάξευρε και τον ήξευρον, και οπού τόσον επεριποιούντο την συγχωρεμένην την καπετάνισσα και εις τα μέσα και εις τα έξω με εξαιρετικήν προθυμίαν. Αλλ' η επιμονή του νεανίου εις τους πόθους του ηύξανεν, όσον ηύξανε και η μέθη του.

Έβαλε να ζεσταθή στο καμινέτο λίγο γάλα, πούπαιρναν κάθε πρωί απ’ την κατσίκα μιας γειτόνισσας. . έπειτα κάθισε κοντά στο κρεββάτι και της τόδωσε της Βεργινίας να το πιεί, ανασηκώνοντας της το κεφάλι. Η Βεργινία ήθελε να του πη, μα δεν μπόραγε να βγάλη μιλιά-μόλις που κατάπινε.

Μου επέρασεν έν σχοινάκι εις την τρύπαν μου, και με εκρέμασεν εις τον λαιμόν τον μικρόν υιού της γειτόνισσας, ωσάν να ήμην στολίδι και όχι νόμισμα. Το παιδάκι εχαμογέλασε και με εφίλησε, και την νύκτα εκοιμήθηκα επάνω εις τον ζεστόν λαιμόν του. Την αυγήν η μάνα του παιδιού με επήρεν εις τα δάκτυλά της και με εξέταζεν. Αμέσως εκατάλαβα ότι είχε κακούς σκοπούς.