United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ύστερα από κάμποση ώρα το άκουσαν να βελάζη κάτω στο λάκκο. Πάη ο Γκιώνης να το πάρη. Όταν έφτασε στο λάκκο έψαξε δώθε-κείθε, δεν μπόρεσε να το βρη. Γυρίζοντας στο στάλο, που κούρευαν, ακούστηκε πάλε τα βελιατό του βετουλιού. Τον ξαναστέλλει ως μεγαλύτερος ο Μαλώνης το Γκιώνη να πάρη το βετούλι.

Κι' απάνω στα ράφια μαύριζαν λίγες φυλλάδες η μια απάνω στην άλλη, σκεπασμένες με παχιά σκόνη ποιος ξέρει από τι καιρό, ένα μπρούζινο καλαμάρι μικρό και μια μαύρη παλιά καλογερική σκούφια. Ύστερ' από το δείπνο, πούταν λιάνωμα, ψημμένο βετούλι, βγήκαμε κ' εμείς στην αυλή όξω.

Αυτό το ζώο είναι νυχτόβιο και δε βγαίνει καθόλου την ημέρα. Ζη υποχθόνιο και τρέφεται με ρίζες φυτών και υποχθόνια έντομα. Υπάρχει παράδοση, ότι μια φορά κι’ έναν καιρό είταν δυο αδέρφια. Ο ένας λέγονταν Μαλώνης κι’ ο άλλος Γκιώνης. Ο πρώτος είταν ζευγίτης κι’ ο δεύτερος πιστικός. Μια μέρα, που θα κούρευαν τα γίδια, ήρθε κι’ ο ζευγίτης να βοηθήση τον πιστικό. Έλειπε ένα βετούλι.

Φτάνοντας εκεί τι βλέπει; Μια κίσσα, που βέλαζε σα βετούλι. Τότε ο Μαλώνης ήρθε στον εαυτό του από το θυμό του, θυμήθηκε το κακό που έκανε να σκοτώση τον αδερφό του, έκλαψε, χτυπήθηκε και στο τέλος από τη λύπη του έγεινε πουλλίαυτό που λέμε Γκιώνηκι’ από τότε όλο κλαίει και φωνάζει τον αδικοσκοτωμένο αδερφό του: «Γκιων! Γκιων!

Κι απάνω στα ράφια μαύριζαν λίγες φυλλάδες η μια απάνω στην άλλη, σκεπασμένες με παχιά σκόνη ποιος ξέρει από τι καιρό, ένα μπρούζινο καλαμάρι μικρό και μια μαύρη παλιά καλογερική σκούφια. Ύστερ' από το δείπνο, πούταν λιάνωμα, ψημμένο βετούλι, βγήκαμε κ' εμείς στην αυλή όξω.

Ξαναπηγαίνει ο Γκιώνης, μεταψάχνει και δε βρίσκει τίποτε και ματαγυρίζει μ’ αδειανά τα χέρια, χωρίς το βετούλι. Και για να μη το πολυλογούμε πήγε κι’ ήρθε πολλές φορές στο λάκκο, χωρίς να βρη και να φέρη το βετούλι. Τότε ο Μαλώνης, θυμωμένος, τραβάει μια το ψαλίδι και σκοτόνει το Γκιώνη, και κινάει για το λάκκο μόνος του να βρη το βετούλι.