United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΟΛΟΣΣΟΣ Ω, αλλοίμονον, τι θα μου κάμουν κ' εμένα και εις εσένα, μητέρα! ΜΕΝΕΛΑΟΣ Πηγαίνετε εις τον Άδην, διότι ήλθατε από εχθρικήν πόλιν. Πεθαίνετε και οι δύο από διπλήν απόλαυσιν. Συ μεν φονεύεσαι με την ιδικήν μου απόφασιν, το δε παιδί αυτό κατ' απόφασιν της Ερμιόνης. Μεγάλη αφροσύνη είναι ο εχθρός να φείδεται του εχθρού του, όταν ημπορή να τον φονεύση και ν' απαλλάξη από αυτόν την οικίαν.

Διότι το μίασμα είναι το ίδιον, εάν εν γνώσει συναλλάττεσαι με τον τοιούτον άνθρωπον και δεν τον καταγγέλλης εις την δικαιοσύνην, διά να επιδιώξης την τιμωρίαν του, η οποία μόνη, ω Σώκρατες, ημπορεί να απαλλάξη από τον μολυσμόν και σε και εκείνον . Ιδού πώς είναι η υπόθεσις αυτή, διά να εννοήσης.

Πρωτοπαλλήκαρον αυτού υπήρξεν ο Λαμπέτης εκ Βουνιχώρας. Έν τινι δε συμπλοκή θανατηφόρως πληγωθείς ο Αστραπόγιαννος, εστράφη προς τον πιστόν τούτον συναγωνιστήν και εξητήσατο παρ' αυτού να αποκόψη την κεφαλήν και απαλλάξη αυτήν από των ύβρεων των πολεμίων.

Ουδείς παρεπονείτο, διότι ο μεν Ανδρέας ήτο του οικοδεσπότου ο μονογενής υιός, ο δε σκύλος ήτο ο αγαπητός του Ανδρέα σύντροφος· δεν εχρειάζετο όμως μεγάλη ευφυίας δόσις διά να εννοήση τις, ότι οι πλείστοι ηθέλομεν ευχαριστηθή επί τη αποπομπή του ζωηρού τετραπόδου. Ο γαμβρός μου, όστις δεν εννοεί δυσκόλως, έσπευσε να μας απαλλάξη της παρουσίας του, προς προφανή του υιού του δυσαρέσκειαν.

Άλλοτε ο Βιργίνιος διετρύπησε το στήθος της ιδίας του θυγατρός να την απαλλάξη από το Άππιον και η Λουκρητία εκουσίως διετίμησε την ατιμίαν της διά της ζωής της. Τα ανάκτορα του Καίσαρος είναι οίκος της ατιμίας.

Αλλ' αν τον εύρισκεν, είνε άδηλον αν θα ετόλμα να εκφράση προς αυτόν την επιθυμίαν της ταύτην. Πιθανώτερον είνε ότι ήθελε σιγήσει. Όσον διά τον Πλήθωνα, ούτος εμερίμα περί του Μάχτου. Επεθύμει να έλθη ως τάχιστα ο νέος Αθίγγανος, όπως απαλλάξη αυτόν της παρούσης βασάνου. Εν τούτοις μετ' ολίγον ήτο μεσημβρία και ο Πρωτόγυφτος δεν εφάνη.

Αλλ' αύτη τον εκράτει με όλην την δύναμίν της. — Πατέρα, έκραξε μετά δακρύων, πατέρα! — Τι έχεις, κόρη μου; Η μικρά ήρχισε να ολολύζη. — Πατέρα, μη με φονεύης, έλεγε μετά λυγμών. Ο άνθρωπος εκείνος εφάνη ότι συνεκινήθη· αλλ' όμως κατέπνιξε το αίσθημα τούτο και απήντησεν·Όχι κόρη μου, υπάρχει αθανασία! Και προσεπάθησε πάλιν ν' απαλλάξη τον τράχηλόν του από της περισφίγξεως των μικρών βραχιόνων.

Είχε παρακαλέσει προ πολλού ένα συνηλικιώτην του αρχαίον ναυτικόν, όστις είχε ρίψει όχι ολίγα τουφέκια υπό τον Καρατάσσον και πολλαίς κανονιαίς υπό τον Κριεζήν, και ήτο κάπως γνησιώτερος αγωνιστής από αυτόν, να τον απαλλάξη του ενός σταυρού του Σωτήρος, λέγων ότι, αφού κατά λάθος η κυβέρνησις τον ενθυμήθη δις, «ημπορούσε να τον φορή αυτός, και το ίδιον θα ήτο». Αλλ' ο παράξενος γέρων του απήντησεν ότι δεν εξαναμωράθη ακόμη και «δεν του αρέσουν τα λιλιά». Το βέβαιον είνε ότι, κατά τινα χύσιν παρασήμων γενομένην ου προ πολλού επ' ευκαιρία δεν ενθυμούμαι ποίας εορτής, η Κυβέρνησις έστειλεν εις τον κύριον Νιαουστέα τον αργυρούν σταυρόν του Σωτήρος, τον οποίον ο γέρων είχεν από του 188 . . . Αλλ' η πρώτη απονομή είχε λησμονηθή, μη τηρουμένων καταλόγων, ως φαίνεται.

Πέτρα στην πέτρασπάσανε κι οι δυο εψιθύρισε στ' αφτί του Ζάρακα ο Θεομίσητος. — Ντροπή επί τέλους! του είπε κείνος αυστηρά. Η Ελπίδα κι ο Δημητράκης γονατιστοί ζερβόδεξα στον Αρχαιολόγο του σφούγκιζαν τα αίματα κ' έκλαιγαν σιγαλά. Ο Αλαμάνος σκεφτικός προσπαθούσε να τον απαλλάξη από τα συντρίμματα. Μια στιγμή άνοιξε τα μάτια εκείνος και τους κύτταξε περίεργα.

Ο θόρυβος ούτος προήλθεν εκ του τελευταίου βαναύσου κινήματος του Γύφτου, όστις ηγωνίζετο ν' αποσπάση την Αϊμάν εκ της κλίνης της, εκ της αντιστάσεως αυτής και εκ της παρεμβάσεως του Μάχτου. Ο νέος ηναγκάσθη να κρατήση τας δυο χείρας του πατρός του όπως απαλλάξη την Αϊμάν εκ της ενοχλήσεως.