United States or United Kingdom ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και διέταξε την υπηρέτριαν να φέρη φώτα. — Τι απέγεινεν ο Χρήστος; ηρώτησε σιγά ο Ανδρέας. Ο ιερεύς έκλεισε τους οφθαλμούς και εκίνησεν οριζοντίως την χείρα. Δεν ενόησα, και ούτε ηθέλησα πλέον να εξετάσω, τι εσήμαινεν η χειρονομία εκείνη. Απέθανε; τον εφόνευσαν;.... Η υπηρέτρια εισήλθε με τα κηρία αναμμένα και ηλλάξαμεν ομιλίαν.

Κάτω αποθήκη και ελαιοτριβεία, επάνω δύο μικρά δωμάτια, η δε είσοδός των από μίαν εξωτερικήν κλίμακα εις το πρόσωπόν της οικίας, επί του δρόμου. — Εκεί όπου κατοικεί τώρα ο δημοδιδάσκαλος; ηρώτησεν ο Ανδρέας. — Εκεί. Ότε ανέβην, μόλις και μετά βίας κατώρθωσα να φθάσω μέχρι του Χρήστου.

Ημέραν τινά, ότε εξήλθομεν μετά του Γεροστάθου εις περίπατον, ο Φίλιππος και ο Ανδρέας, συνδιαλεγόμενοι και βραδέως περιπατούντες, έμειναν όπισθεν ημών, οίτινες προχωρήσαντες είχομεν αναβή επί της κορυφής ωραίου λόφου.

Δεν επερίμενεν ο Φίλιππος να λάβη χάριν παρά του Ανδρέου διά ν' ανταποδώση αυτήν· αλλ' ούτε ο Ανδρέας επερίμενέ ποτε την ανταπόδοσιν της χάριτός του, διά να προβή εις άλλην νέαν χάριν. Τοιούτους λεπτούς υπολογισμούς δεν γνωρίζει η αληθής φιλία.

Όχι πολύ μακράν όπισθέν Του Τον ηκολούθει μεγάλη συρροή ανθρώπων από όλην την εγγύς χώραν· κ' ενώ εστάθη διά να ομιλήση προς αυτούς, αι δύο δυάδες τον αδελφών αλιέων, ο Σίμων και ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος, και Ιωάννης, ησχολούντο εις το έργον δι' ου επορίζοντο τα προς το ζην.

Ο αληθής φίλος προσέτι αισθάνεται τας δυστυχίας του φίλου του πολύ ζωηροτέρας παρά τας ιδίας αυτού· και διά τούτο προθύμως θυσιάζεται υπέρ του δυστυχούντος φίλου. Τοιούτοι δε φίλοι ήσαν ο Ανδρέας και ο Φίλιππος.

Είς εκ των δύο εκείνων νέων, οίτινες τόσον ενωρίς προσεχώρησαν εις Χριστόν, ήτο ο Ανδρέας. Ο άλλος παρέλειψε το όνομά του, διότι ήτο ο αφηγούμενος το επεισόδιον, ο αγαπητός μαθητής, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Ουδέν θαυμαστόν αν αι παραμικροτέραι λεπτομέρειαι, μέχρι και αυτής της ώρας της συναντήσεως, έμειναν εντετυπωμέναι εις την μνήμην του αλησμόνητοι μέχρι γήρατος.

Είνε αξία προσοχής ένδειξις της ευλαβείας και του φόβου τον οποίον οι Απόστολοι ησθάνοντο προς τον Διδάσκαλόν των, το ότι ο Φίλιππος δεν «τόλμησε πάραυτα να εκτελέση το αίτημά των. «Έρχεται και λέγει τω Ανδρέα, και πάλιν Ανδρέας και Φίλιππος λέγουσι τω Ιησού.

Την διήγησιν του ιερέως διέκοπτεν ανά πάσαν στιγμήν ο Ανδρέας, με τας ερωτήσεις του: Πώς ενόησεν ο Παππά-Σεραφείμ ότι ο σκύλος ήτο λυσσασμένος, τι τον έκαμε, πού τον έδεσε, πώς τον εφόνευσε; Ο ιερεύς απεκρίνετο λεπτομερώς, εκ δε των ερωταποκρίσεων εκείνων ομολογώ ότι έμαθα ουκ ολίγα περί λύσσης την εσπέραν εκείνην.

Ο δε Ανδρέας, όστις εφαίνετο πλέον παντός άλλου ενδιαφερόμενος εις το αντικείμενον τούτο, ηρώτησε τον ιερέα του χωρίου, μετά του οποίου είχομεν συνδειπνήσει, εάν ήτο συνήθης η λύσσα εις το χωρίον.