United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι κυβερνητικοί διέδιδαν ότι ούτος είχεν ανδρειωθή και θ' απέθνησκεν ως γενναίος στρατιώτης, οι δε Σικελοί επέμειναν να στοιχιματίζωσι δέκα προς έν ότι θ' απέθνησκεν ως Ναπολιτάνος. Δεν εβράδυναν όμως να πεισθώσιν ότι δεν ήξιζε τίποτε το στοίχημά των.

Ο Λάζαρος είχε αποθάνη την αυτήν ημέραν ότε ο Ιησούς είχε λάβη το άγγελμα περί της ασθενείας του· δύο ημέραι είχον παρέλθη ενώ ηργοπόρει εις την Πέραν του Ιορδάνου, η τετάρτη κατηναλώθη εις την οδοιπορίαν. Η Μάρθα δεν ηδύνατο να εννοήση την θλιβεράν ταύτην βραδύτητα. «Κύριε, είπε, με τόνον παραπόνου, εάν ήσο εδώ, δεν θα απέθνησκεν ο αδελφός μου.

Και ούτω πηγαίνοντας εις το βασιλόπουλο εκεί που ήτον άρρωστος, το εξέταζα με εύμορφον τρόπον και επιτήδειον, διά να μου φανερώση το αίτιον της αρρώστιας του. Αυτό έχοντας όλον το θάρρος εις εμένα, δεν άργησε να φανερώση το πάθος του και το ενύπνιον που είχεν ιδή διά λόγου σου, καθώς σου το εδιηγήθηκα, και πως θα απέθνησκεν, αν δεν σε ήθελεν εύρει διά να σε στεφανωθή.

Οι πέριξ θάμνοι ανέδιδον ευωδίαν ζωογόνον, αι σιταρήθραι πετώσαι ορμητικώς προς τα ύψη επλήρουν τον αέρα με το κελάδημά των, η φύσις εφαίνετο φαιδρά όλη και ευτυχής, ενώ ο λεπρός απέθνησκεν εντός της καλύβης του. Αίφνης ο γέρων χωρικός ήκουσε βηματισμόν πλησίον του ελαφρόν. Εστράφη απορών και είδεν ερχομένην προς την καλύβην την γυναίκα του ιερέως. Ηγέρθη αμέσως και προέβη εις προϋπάντησίν της.

Αι τελευταίαι της λέξεις, όταν απέθνησκεν, ήσαν: — Δεν τούπα τ' μακαρίτ' να μη πάρ' βακούφκα! Ταύτα επρόφερεν η πτωχή με τα ξηρά του θανάτου χείλη ενώπιον του αγγέλου της, και έκλεισε διά παντός τους οφθαλμούς της.

Εγώ βλέποντας το αμετάθετον της γνώμης του και στοχαζόμενος τον κίνδυνον, εις τον οποίον ευρίσκονταν, που αν δεν τον υπήκουα απέθνησκεν από την θλίψιν και από την απελπισίαν του, τον επαρηγόρησα, και του έταξα να κάμω ως επεθύμει, λέγοντάς του· μην έχεις καμμίαν έγνοιαν, ω αγαπημένο μου βασιλόπουλο, διατί εγώ θέλω μιλήσει του βασιλέως του πατρός σου με άλλον τρόπον, διά να σου δώσω θέλημα να υπάγης όπου θελήσης.

Και ήτο αμφίβολον, αν ηδύνατο να επανεύρη αλλαχού σειράν, εις αυτήν την ηλικίαν. Αλλ' όσον και αν εθλίβη η κυρά-Μιχάλαινα, όσον και αν επόνεσεν ο κυρ-Μιχάλης, ο Καπετάνιος εθλίβη ακόμη περισσότερον· και ηυχήθη τότε να απέθνησκεν, αν έμελλε διά παντός ν' απολέση την μόνην παραμυθίαν του εκείνην.

Ήτο δε τιμωρία τόσον φοβερά αληθώς, ώστε το πνεύμα την αποτροπιάζεται· και προ πολλού κατηργήθη διά της συμπαθείας εκείνης της ανθρωπότητος, ήτις τόσον μεγάλως ανεπτύχθη, και κατά πολύ επλάσθη μάλιστα, διά της βαθμιαίας κατανοήσεως της χριστιανικής αληθείας. Ήτο τιμωρία τόσον βδελυρά και απαισία, ώστε συνήθως ο δεσμώτης ελιποθύμει, πολλάκις δε και απέθνησκεν υπό του άλγους.

Άλλως είναι εγγραμμένος επί της στήλης πρώτος μετά τον πατέρα του, το οποίον και είναι εύλογον, επειδή ως πρωτότοκος διεδέχθη τον πατέρα του εις την τυραννίαν. Εκτός τούτου νομίζω ότι ουδέ θα κατελάμβανεν ο Ιππίας αμέσως και ευκόλως την τυραννίδα, εάν ο μεν Ίππαρχος απέθνησκεν άρχων, αυτός δε τον διεδέχετο αυθημερόν.

Ελθόντας δε τους ηρώτησε πώς ενόησαν το όνειρόν του, και εκείνοι επανέλαβον όσα είχον ειπεί άλλοτε, ήτοι ότι το παιδίον θα εβασίλευεν, εάν έζη και εάν δεν απέθνησκεν άμα γεννηθέν. «Αλλά, επανέλαβεν ο βασιλεύς, το παιδίον ζη, το παιδίον εσώθη· ενώ δε διητάτο εις τους αγρούς, τα άλλα παιδία του χωρίου το εξέλεξαν βασιλέα, και αυτό έπραξεν ό,τι πράττουσιν εκείνοι οίτινες τωόντι είναι βασιλείς.