United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δι' όλων αυτών των μέσων, ως και διά τινων χρηματικών δανείων, τα οποία εδάνειζεν εις τους χωρικούς «το διάφορο κεφάλι», είχεν αποκτήσει ου μικράν περιουσίαν, δημοπρατήσας τας οικίας ή τας αμπέλους χωρικών τινων, οίτινες ουδ' έλειψαν έκτοτε από πλησίον του, ούτε έχθραν ή μνησικακίαν εφαίνοντο τρέφοντας, προς αυτόν, αλλά τουναντίον μάλιστα εφαίνοντο ως να του ήσαν υπόχρεοι.

Και ακριβώς αυτή έλεγα ότι είναι η αντιγραφή των εχθρών η κακή, όταν κατοική κανείς πλησίον της θαλάσσης, βλάπτεται δε από τους εχθρούς, καθώς λόγου χάρινκαι δεν το λέγω, σας βεβαιώ, από μνησικακίαν: Δηλαδή ο Μίνως, ως γνωστόν, τους κατοίκους της Αττικής μίαν φοράν τους υπέβαλε εις ένα δύσκολον φόρον, επειδή είχε δύναμιν πολλήν κατά θάλασσαν, ενώ αυτοί δεν είχαν τότε ακόμη, καθώς σήμερον, πολεμικά πλοία ούτε πάλιν είχαν χώραν πλήρη ναυπηγησίμου ξυλείας, ώστε με ευκολίαν να τους δίδη ναυτικήν δύναμιν.

Ο φιλόσοφος ενόει καλώς, ότι η νέα δεν εδύνατο να έχη τόσον ηθικόν κράτος εφ' εαυτής, ώστε να εκριζώση διά μιας εκ της καρδίας της πάσαν πρόληψιν και πάσαν μνησικακίαν, αφού μέχρι της χθες μετά λόγου ενόμιζεν αυτόν ως διώκτην της.

Αλλ' όμως εναντίον του Γεμιστού υπεκρίθη ο παμπόνηρος ότι έτρεφε μνησικακίαν διά την εγκατάλειψιν της κόρης, και παίρνοντας αυτήν εις τας χείρας του, την έφερεν αοράτως εις το σπήλαιον του Γεμιστού, και την παρέστησεν αιφνιδίως εις τας όψεις του. Ο γουν Γεμιστός απ' εκείνης της στιγμής ήρχισε να τρέφη προς την κόρην ακάθαρτον και σατανικόν έρωτα.

Αυτή η ψυχή του πατρός του, αν και βασανίζεται εις τον άλλον κόσμον διά να καθαρισθή, υπερβαίνει τον φραγμόν, οπού έπρεπε αιωνίως να την χωρίση από τα ανθρώπινα πάθη, και προ πάντων από την μνησικακίαν, και έρχεται να ανακαλύψη εις τον υιόν του την μυστικήν δολοφονίαν και να ζητήση εκδίκησιν.

Αλλ' ότε η Λίγεια του παρουσίασε πάλιν έν δροσιστικόν ποτόν, της εκράτησε προς στιγμήν την χείρα και εψιθύρισε: — Τότε και συ με εσυγχώρησες; — Είμεθα χριστιανοί· μας είναι απηγορευμένον να διατηρώμεν μνησικακίαν εις τας καρδίας μας. — Λίγεια, είπε τότε ο Βινίκιος, οποιοςδήποτε και αν είνε ο Θεός σου, θα του προσφέρω εκατόν βους θυσίαν, μόνον διότι είναι Θεός σου.