United States or Antigua and Barbuda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά το κωμικόν τούτο πάθημα, διέκοψεν επί μακρόν πάλιν τας προς τους ανθρώπους σχέσεις του. Οσάκις δε κατέβαινε διά να μεταλάβη, δεν εχρονοτρίβει πλέον εις την αυλήν, αλλ' αμέσως ανεχώρει. Εις την ερημίαν η φαντασία του είχε προσωποποιήσει τα πάντα και σχηματίσει κόσμον χιμαιρικόν, εις τον οποίον δεν ησθάνετο την μόνωσιν. Εις τον κόσμον εκείνον μάλιστα ευρίσκοντο καί τινες των χωριανών του.

Την ποιητικήν ερημίαν ολίγοι αγαπούν, διότι ολίγοι αισθάνονται τα θέλγητρά της.

Επί τέλους δε απελπισθείς, τον αφήκε στην οργήν του Θεού. Θέλω, παιδί μου, νάχης χίλια πρόβατα, μα σα δε θες εσύ, ουρά μην αποτάξης. Και θα δούμε ποιος θα το μετανοιώση. Εις την ερημίαν, εις την σιγήν των βουνών και των χειμαδίων, ο Μανώλης δεν εβράδυνε να εξαγριωθή τελείως. Εις τούτο δε συνετέλεσε μεγάλως και η φοβερά ανάμνησις του σχολείου.

Καθώς ο Βρούτος, και ο Αμλέτος επίσης είναι εκ της φυσιολογικής του καταστάσεως, προδιατεθειμένος διά την επερχομένην οπτασίαν. Απ' αρχής του δράματος κατέχεται υπό βαθείας μελαγχολίας. Αηδιάσας τον κόσμον και του βίου επιζητεί την ερημίαν, και βλέπει τον νεκρόν ήδη πατέρα του με της ψυχής τα μάτια.