Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 7 Ιουνίου 2025
Πάντη λοιπόν ανεπίδεκτος λύσεως ήθελεν είνε η απορία, αν δεν επετρέπετο ημίν να υποθέσωμεν, ότι, ως πλείστοι άλλοι ποιηταί, ούτω και ο Όμηρος πολλά μεν εξηγεί ο ίδιος τω αναγνώστη, περί πολλών όμως άλλων σιωπά αφίνων εις αυτόν την λύσιν του ποιητικού γρίφου.
Ο Ομέρ πασάς διωρίσθη να υπάγη να λύση την πολιορκίαν Σαλώνων, αλλ' επειδή δεν ετόλμα να εισβάλη εις ταύτην την επαρχίαν, αφίνων τρόπον τινά εις τα οπίσθιά του τους εις Δίστομον Έλληνας, απεφάσισε να κινηθή πρώτον κατ' αυτών διά να τους καταστρέψη και να κάμη ασφαλή την διάβασιν του.
Καταστήσας δε τας ηγεμονίας και διορίσας τους άρχοντας, εκανόνισε τους φόρους τους οποίους ώφειλον να πέμπωσι τα έθνη· ήνονε δε εις τα έθνη τους πλησιοχώρους· ενίοτε όμως αφίνων τα πλησίον ήνονεν έθνη μεμακρυσμένα απ' αλλήλων. Διενεμήθησαν δε αι ηγεμονίαι και οι ετήσιοι φόροι ως εξής.
Ο Ατακίνος συνέλαβε μίαν φαεινήν ιδέαν· προ παντός έπρεπε να πάρη πίσω την Λίγειαν και να φύγη αφίνων τους άλλους εις την τύχην των. Την έσυρεν από το φορείον, την έδραξε με τους δύο βραχίονας και προσεπάθησε να φύγη βοηθούμενος από το σκότος. Αλλ' η Λίγεια εφώναξε: — Ούρσε! Ούρσε! Ενδεδυμένη λευκά ήτο εύκολον να διακρίνεται.
Ευρισκόμην λοιπόν εις διάθεσιν λίαν ελεγειακήν. Διά τούτο εκάθησα παράμερα και κατά μόνας, αναπνέων την ζωογόνον της εσπέρας αύραν και απλανώς ατενίζων προς την δύσιν και αφίνων τας εικόνας της φαντασίας μου να κινώνται κατά βούλησιν.
Όταν δε τούτο ήθελε κατορθωθή, ο εχθρός ήθελε κρίνει περιττόν να επιμένη εις μίαν ανωφελή πολιορκίαν και ήθελεν αναχωρήσει, αφίνων ελεύθερον από τους βεβήλους πόδας του το ιερόν έδαφος των Αθηνών. Το σχέδιον τούτο φαίνεται δυσκατόρθωτον, δεν ήτον όμως αδύνατον να επιτύχη.
— Πότε; όταν κερδήσωμεν το λαχείον; — Λαχείον είπες; α! ναι, είδες; . . . λέγει ο σύζυγος, και αφίνων αίφνης τα χαρτιά επί της τραπέζης, προσθέτει μετά μικράν τινα σκέψιν — Τι έκαμες ταις πέντε προμέσαις που σου έδωκα ταις προάλλαις; — Ταις εφύλαξα. Α! έδωκα μίαν της καϋμένης της μαγείρισσας!
Κάποτε έπιπτεν εξηντλημένος επί της στρωμνής του, προσεπάθει να κοιμηθή ολίγον, αφίνων δι' αύριον την σκέψιν, αλλά μόλις έκλειε τους οφθαλμούς και η εικών της πρωίας με τας μεγάλας ερυθράς φλόγας των μαύρων λαμπάδων, τα ωχρά πρόσωπα των χωρικών, τα πιναρά των ιερέων και άνωθεν τον κατάμαυρον ουρανόν, απαίσιον πλαίσιον απαισιωτέρας εικόνος, παρουσιάζετο προ αυτού φοβερωτέρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν