United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η σελήνη είχεν ανατείλει προ του μεσονυκτίου, και ο δίσκος της υπέρυθρος ολίγον, εφαίνετο όπισθεν των κορυφών υψηλών δένδρων, πότε εκρύπτετο, κατά τους ελιγμούς της πορείας, όπισθεν του βουνού.

Πλην οδυνηρά η φωνή του Ναζαρίου ηκούσθη εις το σκότος: — Αυθέντα, την μετέφεραν μετά του Ούρσου εις την Εσκιλίνην φυλακήν . . Φέρομεν άλλο σώμα! Την επήραν προ του μεσονυκτίου, αλλοίμονον! Ο Βινίκιος δεν ηδυνήθη να προφέρη ουδέ λέξιν, έμεινε κεραυνόπληκτος και μόνον με τας περιποιήσεις του Πετρωνίου συνήλθεν. Αλλοίμονον, έλεγε, το παν κατεστράφη, μόνον Εκείνος δύναται να μου την αποδώση.

Προγευματίσαντες δε εκεί παρέπλευσαν γρήγορα το Λέκτον, την Λάρισαν, τον Αμαξιτόν και τα άλλα χωρία της χώρας ταύτης και έφθασαν προ του μεσονυκτίου εις το Ροίτειον, το οποίον αποτελεί ήδη μέρος του Ελλησπόντου· τινά δ’ εκ των πλοίων επλησίασαν εις το Σίγειον και εις άλλα μέρη της παραλίας.

Πλην, φευ! το φόρτωμα της σκούνας είχε συμπληρωθή έως τ' απόγευμα, κ' επειδή εφύσσα καλός άνεμος, ο πρώτος Βορράς όστις ήρχισε τον Νοέμβριον να πνέη, ο Καβούλης, μη θέλων να χάση τον καλόν καιρόν, απεφάσισε κ' έκαμε πανιά, εκτάκτως όλως προ του μεσονυκτίου, και με τον απόγειον του βουνού.

Ομίχλη ελαιοκαπνού, σύννεφον, σχηματισθέν, ως από εστιών απειραρίθμων λουκουμαδοποιείων, κατεκάλυπτε τους οικίσκους και τον λιμένα, πυκνωθέν εις μίαν ατμοσφαίραν, όζουσαν ελαίου και τηγανίτας. Ο χρυσούς μεσονύκτης, ο Άρης, του μεσονυκτίου το λαμπρότατον άστρον, ηκτινοβόλει προς δύσιν αιθερίως, ως μυστηριώδεις πανόπτης οφθαλμός.

Αλλ' όταν όμως οι ατμοί του οίνου γεμίσωσι τας κεφαλάς των τραγουδιστών, και θερμανθή κατ' ολίγον μέχρι πνιγμού η ατμοσφαίρα του οινοπωλείου, και στενοχωρηθέντες οι οινόφλυγες ψάλται ποθήσωσιν ύπαιθρον δροσερόν αέρα και εκχυθώσιν εις τας οδούς εν ώρα μεσονυκτίου, τότεοίμοι! — αρχίζει το βάσανον των ειρηνικών κατοίκων της πόλεως.

Όλα αυτά τα ενθυμείτο ακόμη, ως να ήτον χθες, ο γέρο- Φραγκούλας, και είχον παρέλθει δεκαπέντε έτη έκτοτε. Ακόμη και μικρά τινα φαιδρά επεισόδια, τα οποία συνέβησαν εις την Λιτήν, μικρόν προ του μεσονυκτίου, κατά την έξοδον της ιεράς εικόνος εις το ύπαιθρον.

Ολίγον προ του μεσονυκτίου έλαβεν ο Καραϊσκάκης την είδησιν ταύτην και αμέσως διώρισε τον Γαρδικιώτην Γρίβαν και Γεώργιον Βάιον με πεντακοσίους στρατιώτας να υπάγωσιν εις Αράχωβαν, να προκαταλάβωσι τα οχυρώτερα μέρη αυτής και να κτυπήσωσι τους εχθρούς, αν επιχειρήσωσι να διαβώσι.

Αι νυκτοφυλακαί έπαυσαν, οι άνθρωποι ήρχισαν να εξέρχωνται εις τας εργασίας των και την νύκτα μέχρι του μεσονυκτίου μόνος ο Γέρω- Γιάννης, ο δημαρχικός κλητήρ, περιήρχετο την έρημον κώμην, φέρων το ωραίον καρυοφύλλι εις τον ώμον του και την τσακμακόπετραν εις το θυλάκιόν του.

Όλην την ημέραν, και μέχρι βαθείας νυκτός, διήρκεσεν η ευθυμία, και ο χορός διακοπτόμενος επανελαμβάνετο πάλιν. Είτα οι καλεσμένοι, ολίγοι-ολίγοι, εσκορπίσθησαν. Τελευταίοι έμειναν ο κουμπάρος και οι στενώτεροι οικείοι, με τα βιολιά και τα λαγούτα. Πέραν του μεσονυκτίου, έφαγαν νέον δείπνον.