United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτό όμως ας μη το πάθωμεν πλέον άλλην φοράν, όσον μας είναι δυνατόν. Νέος Σωκράτης. Ποίον δηλαδή; Ξένος. Ας μη χωρίζωμεν έν μικρόν κομματάκι από άλλα μεγάλα και πολλά, ούτε χωρίς είδος, αλλά συγχρόνως το τμήμα να έχη και είδος.

Και σκύφτω και τα μαζώνω ένα ένα. Κι απάνω στο ένα, τη διάβασα τη λέξη «αγάπη μου». Και το γράψιμο το γνωρίζω. Κομματάκια, κομματάκια. Το ένα το κομματάκι μόνο γραμμένο, κάτασπρα καμιά δεκαριά, γιατί τα μάβρα τάρριξε στη φωτιά, μην τύχη και ταρπάξη το μάτι μου, και καταλάβω! Την προσμένω νάρθη, να διούμε τι θα μου πη. Όλεθρος και χαμός! Κομματάκια, κομματάκια. Ναι! κουρέλλια την κάμαμε τη ζωή μας·

Σε λίγη ώρα ήρθε η μαμμή, κοντόχοντρη σα πάπια, με κόκκινα μάτια, με ζαρωμένο πλακωτό πρόσωπο, σκεπασμένη μ' ένα κιτρινισμένο μαύρο σάλι, με το νιογέννητο τυλιγμένο στις φασκιές του, ένα μικρό εκεί πανένιο δεματάκι, π' ανάμεσά του μόλις χώριζε ένα κομματάκι άσπρης σάρκας, ένα κεφαλάκι σχεδόν άμορφο, απαλό, τρυφερό.

Κάθε κομματάκι, που απεσπάτο από τον βράχον, έπιπτε και ανεπάλλετο, επήδα και εκυλίετο από τον ένα βράχον εις τον άλλον μέχρις ότου έφθανε εις το βάθος και εκεί ησύχαζε. Ο Ρούντυ εστέκετο εκατόν περίπου βήματα όπισθεν του θείου, επάνω εις στερεάν κορυφήν προεξέχοντος βράχου.

Μια κάτασπρη γατούλα κοντοστάθηκε ύστερα στα κάγκελλα και νιαούρισε. Ο Καπετάν Γιάννης της πέταξε ένα κομματάκι ψωμί. Φαινόντουσαν σαν παληοί γνώριμοι Η γατούλα, σαν να ήθελε να δείξη την ευχαρίστησί της, κουλουριάστηκε κοντά στα κάγκελλα, να μας συντροφέψη κι' αυτή. Κύτταζε προσεκτικά με τα γαλανά της ματάκια τον Καπετάν Γιάννη στο στόμα σαν νάκουγε κι' αυτή την ιστορία του.

Το κομματάκι αυτό είναι λίγο παρακάτω στο άρθρο, αλλά μπορώ να σου το διαβάσω από τώρα: «Η λαϊκή κραυγή της εποχής μας είναι: «Ας ξαναγυρίσουμε στη Ζωή και στη Φύση. Αυτές θα μας ξαναπλάσουν την Τέχνη και θα χύσουν στις φλέβες της το κόκκινο αίμα· στα πόδια της θα δώσουν γρηγοράδα και στα χέρια της δύναμη». Όμως αλλοίμονο! απατώμεθα στις αξιέραστες και καλόβολες προσπάθειές μας.

Επί τέλους έσχισα ένα κομματάκι πανί από τον μανδύαν μου και το έθεσα κατά μήκος και καθέτως επί του τοίχους ψηλαφίζων διά να ζητήσω τον δρόμον μου, έπρεπεν εξ άπαντος, όταν θα ετελείωνα πλέον τον γύρον μου, να συναντήσω το πανάκι αυτό. Αυτό τουλάχιστον επίστευα· αλλ' είχα υπολογίσει μη λαμβάνων υπ' όψιν το μήκος του κελλίου μου και την ατομικήν μου ικανότητα. Το έδαφος ήτο υγρόν και εγλύστρα.