United States or Côte d'Ivoire ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου τα είπεν όλα ο καπετάν-Γιαννάκης, έλεγεν ο σεβάσμιος γέρων, όλος χαρά και αγαλλίασις. Το πώς εσώθη από το φοβερόν ναυάγιον της θαλάσσης και από το φοβερώτερον ναυάγιον της ξηράς. Ότι εν τη θαλάσση εσώθη, επιτυχών το ξύλινον μαγειρείον, όπερ επέπλεενόλοι οι άλλοι επνίγησανεν τη ξηρά δε εσώθη διά της μετανοίας.

Ημείς ευθύς που τους είδαμεν, εν τω άμα εμβήκαμεν εις τας καλαμωτές μας και με τα κουπιά εξεμακρύναμεν από το περιγιάλι. Εκείνοι άρπαξαν μεγαλώτατες πέτρες και έρριχναν εναντίον μας με τόσην δύναμιν και ορμήν, που έφθαναν η πέτρες έως ημάς, και εκαταβύθισαν όλες τες άλλες καλαμωτές, έξω από την ιδικήν μας και όσοι ήσαν επάνω εις εκείνας επνίγησαν.

Ποίον πειστικώτερον τεκμήριον της ισχύος Του και της αγαθοποιίας Του ηδύναντο να ίδωσιν, ειμή το θέαμα του ιαθέντος ανθρώπου, «ιματισμένου και σωφρονούντος», καθημένου παρά τους πόδας του Ιησού; «Και εφοβήθησαν» — εφοβήθησαν περισσότερον εκείνην την Αγίαν Παρουσίαν ή τας προλαβούσας μανίας του ενεργουμένου. Ο άνθρωπος εσώθη· αλλά τι προς αυτούς αφού δισχίλιοι εκ των χοίρων των επνίγησαν!

Τέλος πάντων μετά δύο ημέρας προς το μεσονύκτιον μη δυνάμενον πλέον το καράβι να υποφέρη την φουρτούναν της θαλάσσης, ένα αιφνήδιον κύμα το εκτύπησεν εις κάποιους βράχους εις ρηχά νερά και το εσύντριψε τόσον, που εχάθησαν όλες αι πραγματείες και επνίγησαν πολλοί από τους ναύτας και πραγματευτάς.

Αλλά τοιαύτη έφοδος ήτο αδύνατος, διότι το «Ιζεδίν» ήτο υψηλότερον· και εν τη απογνώσει του ο Κουρεντής έρριψε το πλοίον του εις την ακτήν. Εν τη αταξία δε της αποβάσεως των εν αυτώ εθελοντών, λέμβοι ανετράπησαν και επαναστάται τινές επνίγησαν, εν οις και ο αξιωματικός Κοσονάκος.

Τα δύο παιδία «τα αδιαφόρετα», ο Γεώργης και ο Βασίλης, επνίγησαν βυθισθείσης της βρατσέρας των τον χειμώνα του έτους 186 . . . Η βρατσέρα εκείνη απωλέσθη αύτανδρος, — τι φρίκη! τι καϋμός! Τέτοια τρομάρα καμμιάς καλής χριστιανής να μην της μέλλη. Ο τρίτος ο γυιός της, ο σουρτούκης, το χαμένο κορμί, εξενιτεύθη και ευρίσκετο, έλεγαν, εις την Αμερικήν. Πέτρα έρριξε πίσω του.

Μ., ήλθεν, είδε τα πτώματα και συνέταξε την έκθεσίν του· απεφάνθη ότι τα δύο κοράσια επνίγησαν εκ πτώσεως εις το ύδωρ. Ουδεμία υποψία υπήρχε κατά της Φραγκογιαννούς. Τα δύο μικρά πλάσματα, τα εδιάβασεν είς ιερεύς ελθών, εις τον ναΐσκον του Αγ. Αντωνίου, και τα έθαψαν εκεί έξω, μεταξύ σχοίνων και θάμνων, πλησίον εις την βορείαν πλευράν του ναΐσκου. Παρήλθον αι εορταί του Πάσχα.

Ο Καπετάνιος και οι ναύτες του μην ηξεύροντας πλέον πώς να κυβερνηθούν άφησαν το καράβι εις την διάκρισιν των ανέμων και των κυμάτων και αντιπαλεύοντας πολλές ώρες με τα κύματα και με τον αέρα τέλος πάντων ετσακίσθη, και επνίγησαν όλοι όσοι ήσαν εις αυτό, έξω από τον Καπετάνιον, και τη Ρεσπίναν, που εφυλάχθησαν κάθε ένας επάνω εις μίαν σανίδα, και επήγαν και έπιασαν γην, ο Καπετάνιος εις ένα τόπον και η Ρεσπίνα εις άλλον· αυτή εφέρθη από τα κύματα εις ένα νησί πολλά κατοικημένον, εις το οποίον εβασίλευε μία γυναίκα.

Νύκτωρ δε μετά του φίλου του Ταχήρ εισέρχεται εις τον κοιτώνα της Ευφροσύνης, όπου μη δυνάμενος να ελκύση την συμπάθειαν αυτής διά των ικεσιών κατέφυγεν εις την εκβίασιν και διατάττει τους σωματοφύλακάς του να λάβωσιν αυτήν και ετέρας δεκαεπτά γυναίκας Ελληνίδας νεονύμφους και να τας πνίξωσιν εις την λίμνην των Ιωαννίνων. Άπασαι επνίγησαν.

Επνίγησαν εκείνην την νύκτα εις την διάβασιν του ποταμού δώδεκα στρατιώται, απέθανον δε από το κρύος δύο, και αν η βροχή δεν ήθελε παύσει ογλήγορα, πολλοί ήθελον αποθάνει από το κρύος. Ο Καραϊσκάκης βλέπων ότι το στράτευμα κακοπαθήσαν τοιουτοτρόπως είχεν ανάγκην αναπαύσεως, απεφάσισε να το μεταβιβάση, εις τα χωρία Σουβάλας και Αγόριανης, όπου και μετέβη την ερχομένην ημέραν.