United States or Georgia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι άλλο ήθελεν ακόμη; Τόρα η εποχή του παρήλθεν· ήτο άχρηστον πλέον!. . . — Μπρε, πώς άλλαξ' η πλάσι! εψιθύρισεν ο γέρων. Το βλαχόπουλο του μύθου που απεκοιμήθη εις έρημον τόπον και ότε μετά διακόσια έτη εξύπνησε κ' είδε μεγαλοπρεπή και πολυάνθρωπον πόλιν προ αυτού δεν εξεπλάγη τόσον, όσον ο Χειμάρρας ήδη προ της λογικής των σκέψεών του.

Άμα εξημέρωσεν, εισήλθεν ο βασιλεύς εις το οίκημα και εξεπλάγη ευρών εις την παγίδα το σώμα του κλέπτου άνευ κεφαλής, το οίκημα αβλαβές και ουδεμίαν άλλην είσοδον ή έξοδον.

Εις την φωνήν της εφαίνετο να πάλλη χαρά και ευγνωμοσύνη, διότι μετά τας μαστιγώσεις θα έμενε και πάλιν εις την οικίαν και δεν θα εστέλλετο εις του Βινικίου. Ο Πετρώνιος, εννοήσας τούτο, εξεπλάγη. Πλην ήτο τόσον καλός γνώστης της ανθρωπίνης ψυχής, ώστε εμάντευσεν, ότι μόνος ο έρως ηδύνατο να είναι η αιτία τοιαύτης ισχυρογνωμοσύνης. — Έχεις λοιπόν εραστήν εδώ; ηρώτησεν.

Δέσποτα, είπε με βαθείαν κατάνυξιν, βάλε πυρ εις την Ρώμην και εις το σύμπαν, εν τη λύπη σου, αλλά διατήρησον δι' ημάς την φωνήν σου! Οι παρεστώτες έμειναν εμβρόντητοι. Και ο ίδιος ο Νέρων εξεπλάγη. Μόνος ο Πετρώνιος έμεινεν απαθής.

Καθώς ο κεντυρίων ήχεν υπ' αυτόν ανθρώπους, οίτινες εξετέλουν τας διαταγάς του, ούτω δεν ηδύνατο και ο Χριστός να πέμψη αοράτους αγγέλους να εκτελέσωσι το θέλημά Του, χωρίς ο Ίδιος να λάβη τον κόπον; Ο Κύριος εξεπλάγη από την τόσην πίστιν, μεγαλειτέραν από όσην εύρεν εν τω Ισραήλ.

Ήλπισεν ότι την φοράν ταύτην θα ετύγχανεν η μοναχή ευκαιρίας όπως τη διηγηθή την ιστορίαν εκείνην, ην είχε διακόψει την προλαβούσαν νύκτα η απότομος της ηγουμένης είσοδος. Αλλ' ότε η θύρα ηνοίχθη, εξεπλάγη η Αϊμά. Η εισελθούσα δεν ήτο η αδελφή Σιξτίνα. Ήτο γραία τις μοναχή, ην πρώτην φοράν έβλεπεν η έγκλειστος. Εχαιρέτισε την Αϊμάν και εκάθισεν.

Ο Ομέρ πασσάς, αρχηγός των Τούρκων εις την εκστρατείαν ταύτην, τόσον εξεπλάγη διά την αιφνίδιον παρουσίαν του Καραϊσκάκη και διά το τόσον τολμηρόν τούτο επιχείρημα, ώστε την επομένην ημέραν τους μεν στρατιώτας, τους όντας εις νυκτερινήν φυλακήν, απεκεφάλισε διότι δεν ενόησαν την διάβασιν των Ελλήνων, εις δε τας θέσεις του ωχυρώθη καλλίτερον και συγχρόνως έστειλε και διά νέαν βοήθειαν, ως από αυτομόλους εγένετο φανερόν.

Δεν θα μείνω ούτε εδώ, ούτε εις του Βινικίου· ποτέ! Η Ακτή εξεπλάγη από την αντίστασιν ταύτην. — Ώστε, ηρώτησε, τον αποστρέφεσαι τόσον, τον μισείς; Αλλ' η Λίγεια δεν ηδυνήθη ν' απαντήση καταληφθείσα και πάλιν υπό λυγμών. Η Ακτή την είλκυσε προς το στήθος της και προσεπάθησε να την καταπραΰνη. Ο Ούρσος ανέπνεε θορυβωδώς και έσφιγγε τας πυγμάς.

Περί την εσπέραν τελών κατά το έθος την λειτουργίαν του Μεγάλου Βασιλείου ήκουσε φωνάς, τρις ή τετράκις επαναληφθείσας, και υποπτεύσας ναυάγιον, απέστειλε τον έτερον των μαθητών του, ίνα ερευνήση την έρημον ακτήν, όστις όμως ουδέν παρατήρησε. Διά τούτο ο γέρων εξεπλάγη νυν.

Και το προηγούμενον δεν ήτο καλύτερον. — Εξεπλάγη όταν ηρώτησα ποίου είδους βιβλία ήσαν, και μου απεκρίθη: . . . — Ηύρα τόσον χαρακτήρα εις κάθε τι που έλεγεν, έβλεπα σε κάθε λέξιν νέα θέλγητρα, νέας ακτίνας του πνεύματος εξαστραπτούσας από τα χαρακτηριστικά της, τα οποία εφαίνοντο ότι βαθμηδόν εζωήρευαν, γιατί αισθανότουν ότι εγώ την εννούσα.