United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πρώτοι οι Πέρσαι, αφότου εγένοντο κύριοι της Αιγύπτου, ευκόλυναν διά του τρόπου τούτου την εις την Αίγυπτον είσοδον πληρούντες με ύδωρ τα αγγεία και πέμποντες αυτά εις την έρημον.

Επί δεκαπέντε όλας ημέρας έμεινεν η Ιωάννα επί της κλίνης της αμφίρροπος μεταξύ ζωής και θανάτου· ότε δε μετά την μακράν εκείνην αγωνίαν ηγέρθη τέλος πάντων, έσπευσε να επιστρέψη εις Ρώμην και κλεισθείσα εν τω ευκτηρίω της απηγόρευσε την είσοδον αυτού εις πάντας τους αυλικούς και εις αυτάς ακόμη τας ακτίνας του ηλίου.

Οσάκις ο βαρώνος εκλείετο εις το σπουδαστήριόν του διά να εργασθή, ο Θωμάς εγκαθιδρύετο επί των γιγαντιαίων τόμων της αρχαιολογίας του Βισκόντι και δεν επέτρεπε την είσοδον παρά εις μόνους τους συναδέλφους του κυρίου του εν αρχαιολογία.

Αλλ' αίφνης η θύρα ανοίγει μετά φοβερού πατάγου, ωθήσασ' αυτόν να πέση κατακέφαλα, ενώ μία γραία, σχεδόν απερικάλυπτος Οθωμανίς ερρίπτετο εις τους πόδας της μητρός μου, μετά λυγμών και δακρύων. Φαίνεται ότι οι έξω υπηρέται τη εκώλυον την είσοδον και εκ της απελπισίας αυτής εβίασε την θύραν.

Άμα δε ο Θράσυλος έμαθε την αναχώρησιν αυτού εκ της Μιλήτου, έπλευσεν αμέσως εκ της Σάμου με πεντήκοντα πέντε πλοία, σπεύδων να προλάβη την είσοδον του Μινδάρου εις τον Ελλήσποντον.

Κατασκευασθέντων των αντικειμένων τούτων, ο Κροίσος τα έπεμψεν εις τους Δελφούς, και εκτός αυτών τα ακόλουθα· δύο κρατήρας πρώτου μεγέθους, εξ αργύρου και χρυσού· και ο μεν χρυσούς εστήθη δεξιά εις την είσοδον του ναού, ο δε αργυρούς αριστερά.

Το κοράσιον, ανασηκώσαν τον επί των οφθαλμών του επίδεσμον, ηρώτα μετ' ανησυχίας την μητέρα του: «Τι τρέχει; Ποίος είναι;» ο δε φοιτητής, όρθιος πάντοτε, διακόψας την προσήλωσιν εις την θύραν του δωματίου του ιατρού, έστρεψε τον υγιή οφθαλμόν προς την είσοδον της τραπεζαρίας. Όλοι μετά περιεργείας επερίμενον την εμφάνισιν των ανερχομένων. Επί τέλους η θύρα ηνοίχθη.

Εκ της βίας τα θυρόφυλλα της πορτίτσας ανοιγόκλεισαν με κρότον ασυνήθη και οι δύο οδοιπόροι εστράφησαν προς την είσοδον χωρίς να θέλουν.

Εκείνος μου παρήγγειλε να τον σκεπάσω διά να μη τον ιδής. — Καλά, είπεν ο ιερεύς σοβαρώς. Μη έλθης μέσα, εάν δεν σε κράξω. Και εισήλθεν εντός της καλύβης. Ο Γεροθανάσης εκάθισεν επί της πέτρας παρά την είσοδον και επερίμενεν. Έμεινεν επί ώραν πολλήν καθήμενος εκεί. Ηπόρει πώς ο ιερεύς ούτε φαίνεται ούτε ακούεται.

Η Ακτή της έτριψεν ελαφρώς το σώμα με ευώδη έλαια και την ενέδυσε χιτώνα επίχρυσον, μαλακόν και άνευ χειρίδων, επάνω του οποίου έμελλε να τεθή ο χιονώδης πέπλος. Μετ' ολίγον ήτο έτοιμη. Όταν τα πρώτα φορεία εφάνησαν προ της κυρίας πύλης, αμφότεραι έφθασαν εις έν περιστύλιον, οπόθεν είχον θέαν προς την είσοδον, προς τας στοάς και την επίσημον αυλήν. Ήτο η ώρα της δύσεως του ηλίου.