United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τοσούτον δ' είχε κυριευθή υπό της ιδέας αυτής η λυγερή ώστε ανεπήδησεν έντρομος, ακούσασα αίφνης την φωνήν του ανδρός της και εις την πρώτην αυτής ορμήν, δεν εσκέφθη τι άλλο ειμή να συσπειρωθή εις μίαν γωνίαν, όπως οι Πρωτόπλαστοι μετά το αμάρτημα, ακούσαντες την φωνήν του Θεού. — Ε, Σμάλτω· δε γροικάς, ορή! ηκούσθη πάλιν απ' έξω η φωνή του Στάθη, ανυπόμονος.

Κυττάζει κατάματα την κόρη της, τη σφίγγει στην αγκαλιά της, φιλεί την και ξορκίζει με ολότρεμη φωνή : — Σα θα γροικάς το βέλασμα και το κουδουνολάσι, μη μας ξεχάσης, θύγω μου. — Όχι, μάννα μ'!... όχι, μάννα μ'!... — Έλα, σώνει σου, γριά· αφ' την τώρα να πααίνουμε! ... φώναξε άξαφνα ο γαμπρός. Και τηράζοντας αντίκρυ έδειξε στη γυναίκα του ψηλά το διάσελο.

Κάμε, του είπεν η βασιλοπούλα εκείνο που γροικάς, και εμάς λόγιασε ωσάν να μη μας είχες εις την συντροφιά σου· αν η κακή μας τύχη θέλη να χαθούμεν εις τούτον τον τόπον, πρέπει υπομονή· και ημπορώ να ειπώ πως επλήρωσα την τύχην μου. με μίαν σταθερότητα αξίαν της ευγενείας του αίματός μου.

τους όχτους, 'ς τα ριζά, κοπάδια ασπρολογάνε Και φαίνονται βοσκοί, καιτώμορφο κεντίδι Φλογέρες λες κι' ακούς, λες και γροικάς τραγούδια, Βελάσματα βραχνά και ηχούς από τρουκάνια. 'Σ τα πόδια του βουνού κεντάει γαλάζια λίμνη Με καλαμιές χρυσές. Ένας ψαράςτην άκρη Πεζόβολον κρατεί και δόλωμα ετοιμάζει. Κάμπον πλατύν πλατύν με σμαραγδένιο νήμα Ολόγυρα κεντάει.

ΠΡΟΣΠ. Το στοχάζεσαι, πνεύμα; ΑΡΙΕΛ. Η δική μου βέβαια, κύριε, αν ήμουν άνθρωπος. ΠΡΟΣΠ. Και η δική μου πρέπει. Γροικάς εσύ, που δεν είσαι παρά αγέρι, ένα άγγιγμα, μια αίσθηση από τες θλίψες τους, κ' εγώ, ένας από το είδος τους, που αισθάνομαι το κάθε πάθος σφιχτά σαν αυτοί, δεν πρέπει νάχω τρυφερώτερα από σε σπλάχνα.