United States or Japan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο καιρός ήτο πνιγηρός, και αι δεσποινίδες εξέφραζαν τον φόβον των διά μίαν καταιγίδα, που εφαίνετο να προετοιμάζεται από τα σταχτερά και συμπυκνωμένα σύννεφα τριγύρω εις τον ορίζοντα. Εξηπάτησα τον φόβον των σφετερισθείς γνώσιν του καιρού, αν και ήρχισα και εγώ ο ίδιος να προαισθάνωμαι ότι η διασκέδασίς μας θα υφίστατο κάποιον ατύχημα.

Αναλαμπή η εκ μεγάλης πυρκαϊάς προκύπτουσα λάμψις, αλλά και αυτή η θερμότης της φλογός. » Ανέλπιστο λιοβόρι. » σ. 221 Λιοβόρι βορειανατολικός άνεμος πνιγηρός και καυστικός. » Και χίλια τ' αντιρίμματα. σ. 221 Αντιρίμματα οι περί την ρίζαν δένδρου τινος φυόμενοι βλαστοί. Σα στο κυβέρτι η μέλισσαις πριν ο γονός κινήση. σ. 221 Κυβέρτι το κύβεθρον, η κυψέλη.

Διότι ήτο και σώμα και φάσμα· ήτο και σαρξ σφριγώσα, και σκιά, άνευ σώματος· και ύλη απαστράπτουσα, και ατμός πνιγηρός. Συνεπτύσσετο, ως σκώληξ, και ανεπτύσσετο, ως αετός, μέχρι των άστρων. Είχε δε οφθαλμούς γεμάτους από μαγγανίαν, και γλώσσαν αποστάζουσαν μέλι.

Αλλά προ ημισείας ώρας, εάν τις διήρχετο εις απόστασιν διακοσίων βημάτων έξωθεν του σχολείου θα ενόμιζεν ότι ήτο θηριοτροφείον ειδικόν διά θώας της ερήμου, και δι' άλλα ανήσυχα αγρίμια. Τα παιδία εχόρευον, επήδων, εσκίρτων, εφώναζον, διεπληκτίζοντο, εγέλων, έκλαιον. Ήτο θέρος και καύσων πνιγηρός.

Η λίμνη, με τα στίλβοντα κρυσταλλώδη νερά της, κείται εις τον πυθμένα μεγάλης λεκάνης, υπέρ τους πεντακοσίους πόδας κατωτέρω της επιφανείας της Μεσογείου. Εντεύθεν ο πνιγηρός καύσων εκεί. Αι όχθαι είνε τώρα έρημοι.