Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Έλαβε δε τον κάλαμον και τύπτουσα εδώ κ' εκεί την γην διά να συμμαζεύση δήθεν τα γαλλιά, ετόνισεν ισχυρώς την πρόσκλησίν των, ουδέν άλλο σκοπούσα, παρά να καλύψη διά της φωνής της το αύλημα, και μη το ακούση πλέον. — Πίκιο, πίκιο το γαλλί, γαλλί, γαλλιό!

Έπειτα γράφει πάλιν, αφίνει τον κάλαμον χάριν του καφέ, και τούτον χάριν του σιγάρου, και στηρίζων την κεφαλήν του εις τους αγκώνας του βυθίζεται εις σκέψεις. Ο βλέπων αυτόν ούτως εσκεμμένον και άθυμον θα υπέθετεν ίσως, ότι ο Μιμίκος γράφει στίχους, και μάτην θηρεύει δύσκολόν τινα ομοιοκαταληξίαν εις τελείωσιν του στίχου του.

«Τι εξήλθετε εις την έρημον θεάσασθαι; Κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον; Αλλά τι εξήλθετε ιδείν; Άνθρωπον εν μαλακοίς ιματίοις ημφιεσμένον; Ίδετε, οι τα μαλακά φορούντες εν τοις οίκοις των βασιλέων εισίν. Αλλά τι εξήλθετε ιδείν; Προφήτην; Ναι, λέγω υμίν, και περισσότερον προφήτου. Ότι ούτος εστι περί ου γέγραπται.

Ότε την επιούσαν ανέλαβον εκ της &παρακοπής&, ως ονομάζει την hallucination ο Αριστοτέλης, ή εκ της &παραισθήσεως&, ως θέλουσιν αυτήν οι ημέτεροι Ασκληπιάδαι, ο φίλος Οelschig ίστατο προ εμού κρατών εν δεξιά φύλλον χάρτου κεκαλυμμένον δι' ιερογλυφικών σημείων, εν δε τη αριστερή υγρόν κάλαμον, δι' ου με προσεκάλει να υπογράψω.

Δείγμα δε κατάδηλον της βαθύνοιας και επιμελείας μεθ' ης συνετάχθησαν αι επιθεωρήσεις του Ροΐδου είνε ότι φαίνονται γραφείσαι χθες και όχι προ τριακονταετίας. β' Αναλαμβάνει τον κάλαμον μεταφραστού.

Την δε Ιωάνναν πριν εις Ρώμην κυνηγήσω θέλω αναπαυθή ολίγον. Οι μεγάλοι ποιηταί, ο Όμηρος και ο κύριος Π. Σούτσος, γράφουσι κοιμώμενοι ωραίους στίχους, αλλ’ εγώ σπογγίζω πάντοτε τον κάλαμόν μου, πριν θέσω επί της κεφαλής τον νυκτικόν μου πίλον.

Αλλά διά μιας διεκόπη και, με τον κάλαμον μετέωρον, εφαίνετο ως ανακαλών εις την μνήμην του δυσάρεστόν τι, προς ώραν λησμονηθέν. Με έβλεπεν ασκαρδαμυκτί, καίτοι προφανώς έχων αλλού τον νουν. — Τι σκέπτεσθε, κύριε καθηγητά; ηρώτησα. — Σκέπτομαι, φίλε μου, ότι, αφότου δεν είδα τον κύριον, Μελέτην, τα πράγματα μετεβλήθησαν. Η κόρη του.. Ο καθηγητής δεν εθεώρησε πρέπον να συμπληρώση την φράσιν του.

Επί τέλους κατέθεσεν ο Νέγρης τον κάλαμον και με ηρώτησε τι θέλω. Προέτεινα εν σιωπή την χείρα και έδωκα την επιστολήν. Αφού την ανέγνωσε, μ' επροσκάλεσε να καθίσω επί του μόνου κενού παρ' αυτόν ψαθίνου καθίσματος και ήρχισε να με εξετάζη τι γνωρίζω και τι παρ' αυτού επιθυμώ.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν