United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκράτει εις την αριστεράν χείρα οζώδη ράβδον, και φυτευθείσα ακίνητος επί του εδάφους εθεώρει την Αϊμάν μετά σατανικού σαρκασμού και φαρμακερού μίσους. Τέλος όλοι οι χαρακτήρες της ωμοίαζον με τους της Εφταλουτρούς, της στυγεράς εκείνης γραίας.

Οι πλείστοι χριστιανοί της εποχής εκείνης, αμφιρρέποντες εισέτι μεταξύ του Χριστού και των ειδώλων ωμοίαζον την εν Χίω ευλαβή εκείνην γραίαν, ήτις καθ' εκάστην ανήπτε κηρίον προ της εικόνος του Αγίου Γεωργίου και έτερον προ της του Διαβόλου, λέγουσα ότι καλόν είναι να έχη τις φίλους πανταχού.

Δύο πέτρινα είδωλα όμοια με τους θησαυρούς των Ατρειδών όρθια απέναντι της θύρας, ωμοίαζον προς την Κυβέλην παρά το πλευρόν των λεόντων της. Και εκ του ύψους του κιγκλιδώματος όπου εκάθητο ο Αντίπας, κρατών το σκήπτρον του εις την χείρα εφώναξε: — Ζήτω ο Καίσαρ! Η ανευφημία αύτη επανελήφθη από τον Βιτέλλιον, τον Αντίπαν και τους ιερείς.

Αι οδηγίαι όπως έδωκεν αυτοίς πολύ ωμοίαζον μ' εκείνας ας είχε δώσει προς τους Δώδεκα· και διαφέρουσι μόνον κατά την βραχύτητα, επειδή αναφέρονται εις μάλλον παροδικόν διακόνημα. Παρέλιπε τον νυν περιττόν περιορισμόν περί μη επισκέψεως των εθνικών και των Σαμαρειτών· και ίσως απένειμεν αυτοίς ολιγώτερον δαψιλή την θαυματουργόν δύναμιν.

Αι τέσσαρες κυρίαι έφερον μακράς εσθήτας ανοικτοχρόους και πίλους σκληρούς με πλατείς προ του μετώπου πετάσους, εστολισμένους με άνθη ποικιλόχροα και πτηνά με ανοικτά ράμφη οίτινες ωμοίαζον ως να ήσαν φωλεαί εξ αχύρου και χόρτου με τα πτηνά εντός.

Τέλος εκουράσθη, ενύσταξε, κατεκλίθη και απεκοιμήθη. Είδε καθ' ύπνους, ότι αι Αθήναι είχον μεταβληθή εις Φλωρεντίαν, και μετά μικρόν ότι ωμοίαζον τας Βρυξέλλας. Κατεγίνετο δε ήδη να τας μεταμορφώση εις Παρισίους, ότε εξύπνησεν. Ενεδύθη ταχύς και κατέβη να πίη τον καφέν του εις έν καφενείον, κατά την παλαιάν νεανικήν του συνήθειαν.

Αλλά ταύτα τα θεία μυστήρια υπερέβησαν την κοινήν κατάληψιν· και οι μεν έλεγον ότι ήσαν μωρίαι δαιμονιζομένου μανιακού, οι δε μόνον παρετήρουν ότι δεν ωμοίαζον με λόγια δαιμονιζομένου, και ότι ο διάβολος δεν θα ήνοιγε τους οφθαλμούς του τυφλού. Ούτω, με ολίγον καρπόν δι' αυτούς, εκτός του πικρού καρπού της οργής και του μίσους, ετελείωσεν η επίσκεψις του Ιησού εις την εορτήν της Σκηνοπηγίας.

Μετά ένα μήνα ο Γεώργης έλυεν εν τω υπερώω, όπου κατεκλίνετο, την μικράν εκείνην δέσμην των κιτρίνων χαρτίων, άτινα είχε δωρήσει εις αυτόν η θεία του, και προσεπάθει να αναγνώση το πρώτον εξ αυτών. Αλλά τα γράμματα δεν ωμοίαζον δυστυχώς μ' εκείνα τα οποία εμάνθανεν εις το σχολείον. Εκοπίασε πολύ, πλην εκοπίασεν εις μάτην.

Κάτω έβλεπες την λευκήν πολίχνη ης οι οικίσκοι, μια τούφα συμμαζευτοί, ωμοίαζον προς νύμφας με τα λευκά κολοβόλια των, νύμφας θεωρούσας την θάλασσαν. Εξήρχοντο ήδη συντροφίαι φαιδραί διά την πρωτομαγιάν, ων η γελόεσσα ιαχή εξεχύνετο προς όλας τας διευθύνσεις κ' εχάνετο είτα μέσα εις τους θάμνους και τους κήπους και τους αγρούς. Δεξιά επρασίνιζον οι αμπελώνες.

Διά τούτο δεν εβαπτίσθην ακόμη, καίτοι πιστεύω εις τον Σωτήρα μας και εις την γλυκείαν διδασκαλίαν του. Η Λίγεια είχε βυθίσει εις τους ιδικούς του τους γαλανούς οφθαλμούς της, οίτινες υπό τας ακτίνας της σελήνης ωμοίαζον με μυστικά άνθη, με άνθη υγρά από την δρόσον. — Ναι, Μάρκε! Είναι αληθές!