United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καθένας κρατούσε μια ορισμένη έκφραση στο πρόσωπό του κι' ο χτυπιόμενος δε μπορούσε να καταλάβει ποιος τον χτύπησε. Στ' ώμορφο αυτό παιχνίδι ο Ρένας προσπάθησε να διακρίνει από το πρόσωπο και το σώμα αυτών που παίζανε τον τόπο της καταγωγής τους και το πρώτο τους επάγγελμα. Δυο στρογγυλοπρόσωποι μ' απελέκητο δέρμα κι' απελέκητα χαρακτηριστικά του φανήκανε σαν γεωργοί.

Ένας ήλιος καλοκαιρινός έφεγγε μέσα της και τηνέ ζέσταινε. Μα τώρα εκείνο το γέλιο του παπά ήτανε σαν να την ξύπνισε από ένα όνειρο. Καθώς καθότανε σκυμμένη στο τραπέζι, τα χέρια της, πρώτη φορά, της φανήκανε ζαρωμένα, ματσιδιασμένα. Έκλεισε τα μάτια της να μην τα βλέπη.

Του φανήκανε εξαιρετικά όμορφα τα δυο κείνα πλάσματα, αλλά δε κατόρθωσε να προσδιορίσει τα χρόνια τους. Παρατήρησε ότι από τότε που κλεισμένος στο καράβι δεν έβλεπε γυναίκες είχε χάσει το απλούστατο πράμα γι' αυτόν. Είχε χάσει τη δύναμη να κρίνει τις γυναίκες. Ανυπομονούσε ν' ακούσει τη φωνή τους, πώς θάταν. Δε μιλούσαν όμως.

Πριν ταφήσουρε τα εγκαίνια της Νέας μας Ρωμιοσύνης, ας σταματήσουμε μια στιγμή, κι όχι με σκοπό ναραδιάσουμε ιστορικά συμπεράσματατέτοια φανήκανε στη δήγηση απάνου όσα χρειάζουνται —, μα για ναποσώσουμε την εικόνα του πρώτου μας Αυτοκράτορα, μαζεύοντας μερικά του προσόντα, ειπώματα και καμώματα, που δεν τόφερε η σειρά να ιστορηθούν πριν.

Και τα προχτές σαν ήρθε η θεια Ελέγκω μονάχη σου της τόπες. Δεν λέω αλήθεια ; Νά που γελάς κ' η ίδια ! γελάς, έ;! Μα της Βεργινίας το πρόσωπο καθεμέρα γινόταν πιο άσπρο, πιο διάφανο. Κάτι γούβες γαλάζιες φανήκανε στα μηλίγγια. Τα μάτια της από κάτω ήτανε μαύρα προς το μενεξελύ, σα χτυπημένα, τα βλέφαρα με πρισμένους γύρους βυσσινιούς κι αυτά ήταν τα μόνα χρώματα πούχε απάνω της.

Μερικά χαραχτηριστικά του μεταμορφωμένου προσώπου των του φανήκανε, πως μοιάζουνε λιγάκι με του Παγγλώσση και του δυστυχισμένου Ιησουίτη, αυτού του βαρώνου, του αδερφού της Κυνεγόνδης. Αυτή η σκέψη τον συγκίνησε και τον λύπησε. Τους παρατήρησε ακόμα πιο προσεχτικώτερα.

Αυτό είταν ένα από τα χαδευτικά ονόματα που του λέγαμε και το μεταχειρίστηκε κι ο ίδιος χωρίς να έχη την υποψία, πως ηχούσε κωμικά. Γι' αυτό τα λόγια του μας φανήκανε σα μια επαγγελία της ζωής και μας ησυχάσανε. Όταν όμως τα παιδιά πήγανε να κοιμηθούν, η Έλσα και γω περπατούσαμε πιασμένοι μέση με μέση μέσα στις κάμαρες.

Είχε κουράγιο να ξημερωθή στο νυχτέρι. Η Ουρανίτσα κεντούσε μια ποδιά δίπλα του. Όλο κεντούσε και ξύλωνε. Ποτέ δεν έκανε τόσες στραβοβελονιές. — Αγάντα, Ουρανίτσα! Ζυγώσαμε στη Βενετία. Φανήκανε τα καμπαναριά της. Σε λίγο θα φουντάρωμε μες στα κανάλια. Πολιτεία μια φορά! Η Ουρανίτσα τα ήξερε απόξω τα χωρατά του γέρου.