United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν και είχε αρματώση πλοίον, το οποίον ως πειρατικόν έμελλε να τους προσβάλη εις την ανοικτήν θάλασσαν και να τον ελευθερώση, όμως φοβούμενος μήπως το στρατήγημα τούτο αποτύχη και αυτός φθάση με τους συμμαθητάς του εις την Αγγλίαν, ευρίσκει και ανοίγει τα ύποπτα γράμματα, και, άμα ανεκάλυψε την θανατηφόρον διαταγήν, με τεχνικωτάτην πλαστογραφίαν την στρέφει εναντίον των συμμαθητών του, αν και αυτοί απλώς κομισταί του εγγράφου δεν εγνώριζαν το περιεχόμενον.

Από τη μια της τη μεριά κι απ' τη μεριά την άλλη δυο άνδρες με πολλά μαλλιά λογομαχούν για δαύτη. Όμως εκείνη ακούοντας δείχνει πως δεν τη νοιάζει· και πότε με χαμόγελο θωρεί από 'δώ τον ένα, πότε στον άλλο η πονηρή στρέφει το νου της πάλι. Κι αυτοί ερωτοχτυπούμενοι με βουρκωμένα μάτια, χάνουν τους κόπους άδικα, κακοπαθούν του κάκου.

Η Κουκκίτσα. Κ' έγεινεν ένα με το στασίδι ο περίφοβος γέρων. Ο παπά-Κονόμος κατεχόμενος και αυτός από άγνωστον φόβον, στρέφει προς την θύραν του ναΐσκου εν τρόμω και βλέπει οπτασίαν θαυμασίαν και γοητευτικήν.

Εάν δε ο πλησιέστερος συγγενής δεν καταγγέλλη τον δράστην, τότε μετατοπίζεται το μίασμα εις αυτόν, διότι ο παθών στρέφει εναντίον του το πάθος του, όστις δε επιθυμεί ημπορεί να τον καταγγείλη και να του επιβάλλη να απομακρυνθή εκ της πατρίδος του πέντε έτη συμφώνως με τον νόμον.

Στρέφει προς το νεκροταφείον, και τι να ιδή; Εις είκοσι βημάτων απόστασιν η λύκαινα αγριευμένη, έτοιμη εις επίθεσιν, εδείκνυε τους φοβερούς οδόντας της. Σηκώνεται αμέσως ο Χρήστος και αρπάζει μίαν πέτραν. Ο λύκος συνήθως φοβείται τον άνθρωπον και φεύγει. Αλλ' ο Θεός να φυλάγη από λυσσασμένον ζώον!

Μικρόψυχος δεν είναι ο άνθρωπος, ο οποίος, ως ο Αμλέτος, ποτέ δεν υποχωρεί απέναντι του κινδύνου, και ατρόμητος αντιμετωπίζει τον θάνατον· ανίκανος εις πράξιν μελετημένην δεν είναι ο άνθρωπος, ο οποίος με πρακτικώτατον νουν μορφόνει σχέδιον και το εκτελεί, ως πράττει ο Αμλέτος όταν επινοεί και θαυμασίως παρασκευάζει το στρατήγημα της σκηνικής παραστάσεως, εις το οποίον και επιτυγχάνει τον σκοπόν του, και όταν με τόσην οξυδέρκειαν, με τόσην ψυχρότητα, όχι μόνον μηδενίζει τα επίβουλα τεχνάσματα του αντιπάλου του αλλά και τα στρέφει εναντίον των οργάνων του.

Δηλαδή, εάν κανείς προχωρήση εις την ορθήν εξέτασιν αυτού, είτε κόσμον επιθυμεί κανείς να τον ονομάζη είτε Όλυμπον είτε ουρανόν, ας τον ονομάζη ούτω πως, αλλά ας παρακολουθή όμως πώς ποικίλλει τον εαυτόν του και στρέφει όλα τα άστρα του και προξενεί εις όλα όλας τας μετακινήσεις και τας ώρας και την τροφήν.

Είνε ελεύθερος να κάμη ό,τι θέλει, αλλά . . . διστάζει να το κάμη. Εκτείνει την χείρα του προς το κιβώτιον και πάλιν την αποσύρει· στρέφει έντρομος το βλέμμα του προς την θύραν, διότι του φαίνεται ότι κάτι ήκουσεν. Αλλ' είνε μάταιος ο φόβος του. Δεν είνε κανείς, και ο Περδίκης πλησιάζει εγγύτερον εις το κιβώτιον. — Αι! λέγει καθ' εαυτόν. Πρέπει να τελειόνω και σύντομα.

Έβλεπε τον Έφις ν’ ανοίγει το καλύβι, να στρέφει και να τον καλεί με μια πονηρή χειρονομία, έπειτα να επιστρέφει κουβαλώντας κάτι κρυμμένο πίσω από την πλάτη και να γονατίζει κλείνοντάς του το μάτι. Ονειρευόταν;

Τόσον ήτο γαληνιαία, θερμή και βαρεία η ατμοσφαίρα του θερινού εκείνου μεσονυκτίου και τόσον η γυναίκα αυτή διετήρει την ακαμψίαν αγάλματος. Αλλά, πράγμα παράδοξον, δεν χαμηλώνει τα μεγάλα φωτεινά της μάτια προς τον τάφον, εν ώ κείται σπαργανωμένη η μόνη της ελπίς. Τα στρέφει προς μίαν διεύθυνσιν παραδόξως διάφορον.