United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλην την ημέραν η Ευανθία, ούτε τας μαθητρίας απέπεμψεν, ούτε μάθημα είχεν όρεξιν να κάμη, αλλ' αυτοσχεδίασε προχείρους ανακρίσεις, και ήρχισε να εξετάζη τα κοράσια αν εγνώριζον τίποτε ως προς τα μαγικά αντικείμενα τα ευρεθέντα εις το Σχολείον. Προ πάντων ήτο άπορον, πώς και πόθεν εισήλθε το πρόσωπον το οποίον είχε ρίψει αυτά τα περίεργα πράγματα εντός του Σχολείου.

Οι γέροντες από εβδομήκοντα ετών και ενωτέρω δεν ετήρουν εν τη μνήμη των εκ μακρών χρόνων το τέρας τούτο. Τρίτον, καθ' όλον τον μήνα Μάιον σεισμοί σενέβαινον πολλαχού της Πελοποννήσου. Πολλών χωρίων οι κάτοικοι δεν ετόλμων να κατακλιθώσι τας νύκτας υπόστεγοι, ετρύπονον δε υπό τους σχοίνους ή κατεσκεύαζον προχείρους σκηνάς και καλύβας όπως κοιμηθώσι την νύκτα.

Οι δε Μεσσήνιοι εξηκολούθουν δίδοντες εις τον Δημοσθένην την αυτήν συμβουλήν ως και πρότερον, παριστώντες εις αυτόν ότι ήθελεν είσθαι εύκολος η καθυπόταξις των Αιτωλών, και τον ηνάγκαζον να βαδίση όσον τάχιστα κατά των κωμών και να προσπαθή να καταλαμβάνη όσας εύρισκε προχείρους, χωρίς να περιμείνη ώστε να συναθροισθούν όλαι αι δυνάμεις εναντίον του.

Όταν παρεκάλεις να μείνης, είχες τότε προχείρους τους λόγους. Δεν ωμίλεις τότε περί αναχωρήσεως. Επί των οφθαλμών και των χειλέων μου υπήρχεν η αιωνιότης, η δε ευτυχία επεκάθητο επί των βλεφάρων μου· και το ευτελέστατον των πραγμάτων εν εμοί είχε τι τότε το αγγελικόν. Είμαι ακόμη η ιδία ή συ, ο μέγιστος στρατιώτης του κόσμου, έγινες και μέγιστος ψεύστης. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ω! κυρία!

Ο Βρασίδας είχε προϊδεί ότι ο εχθρός περιφρονών τον αριθμόν των Πελοποννησίων θα έκαμνε το κίνημα εκείνο και θα επροχώρει κατά της Αμφιπόλεως με όσας δυνάμεις είχε προχείρους.

Κόπτοντες λοιπόν ξύλα εκ του Κιθαιρώνος έκαμναν προχείρους οικοδομάς από τα δύο μέρη του προχώματος κατασκευάζοντες τους τοίχους με δεμάτια το έν επί του άλλου διά να μη καταρρέη το χώμα πολύ. Έρριπτον δε εις το διάκενον ξύλα, λίθους, χώμα και κάθε άλλο συντελούν προς πλήρωσιν αυτού.

ΕΡΜ. Δεν τους έχω πολύ προχείρους εις την μνήμην μου, αλλά θα προσπαθήσω : Μήτε τις ουν θήλεια θεός ... μήτε τις άρσην, μηδ' αυτών ποταμών μενέτω νόσφ' Ωκεανοίο μηδέ τε νυμφάων, αλλ' ες Διός έλθετε πάντες εις αγορήν, όσσοι τε κλυτάς δαίνυσθ' εκατόμβας όσσοι τ'αυ μέσατοι ή ύστατοι ή μάλα πάγχυ νώνυμνοι βωμοίσι παρά κνίσησι κάθησθε .

Ούτω λοιπόν έκαμα ποιήματα πρώτον εις τον θεόν Απόλλωνα, διά τον οποίον ήτο η προκειμένη θυσία· έπειτα δε από τον θεόν, σκεφθείς ότι ο ποιητής, εάν πρόκειται να είναι καθαυτό ποιητής, πρέπει να ευρίσκη μύθους και όχι να στιχουργή λόγους, εγώ δε δεν είχον τούτο το προτέρημα, διά ταύτα τους μύθους του Αισώπου, τους οποίους είχα προχείρους και εγνώριζα, από όσους μου ήλθαν εις τον νουν πρώτοι και τους ήξευρα, από αυτούς έβαλα εις στίχους.

Προχείρους όμως έχων επί της τραπέζης τον Ορφιλάν, τον Bichat, τον Bouchardat, τον Δυράνδον και τον Θωμασίνον, θέλω προσπαθήσει να εξηγήσω, διατί εν Φραγκφούρτη, εν Βεϊμάρη και εν πάση σχεδόν τη Γερμανία μεταξύ του βίου και του τάφου ηγέρθησαν σταθμοί καλούμενοι «Άσυλα της αμφιβόλου ζωής». Αλλά προ πάντων πρέπει να εξετάσωμεν τι είναι ζωή, ουχί η αμφίβολος, αλλ’ η βεβαία.

Πώς το εννοείτε, ευλογημένοι άνθρωποι; Και τας δύο γνωρίζει κανείς, δηλαδή και την επιστήμην και την ανεπιστημοσύνην και αυτήν που γνωρίζει νομίζει ότι είναι κάποια άλλη, από εκείνας που γνωρίζει; Ή δεν γνωρίζει καμμίαν από τας δύο, και τότε εκείνην που δεν την γνωρίζει, την νομίζει ως κάποιαν άλλην από εκείνας που δεν γνωρίζει; Ή την μίαν γνωρίζει και την άλλην δεν την γνωρίζει, και αυτήν που γνωρίζει την νομίζει ως εκείνην που δεν γνωρίζει; Ή αυτήν που γνωρίζει την νομίζει ως εκείνην που γνωρίζει; Ή θα μου ειπήτε τόρα πάλιν, ότι υπάρχουν και επιστήμαι των επιστημών και ανεπιστημοσυνών, τας οποίας όστις τας έχει κτήμα του, τας κλείει μέσα εις άλλους γελοίους περιστερεώνας ή κήρινα πλάσματα, και ενόσω τας έχει κτήμα του τας γνωρίζει, και όταν ακόμη δεν τας έχη προχείρους εις τον νουν του; Και κατ' αυτόν τον τρόπον πλέον θα αναγκασθήτε εις το ίδιον μέρος να στριφογυρίζετε χίλιες φορές, χωρίς να φέρετε κανέν αποτέλεσμα; Τι θα απαντήσωμεν εις αυτά, καλέ Θεαίτητε;