United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ομάρ σήμερον το ταχύ ήλθεν εδώ μία κόρη πολλά ωραία και μου είπε πως είνε θυγατέρα σου, και πως δεν θέλεις να την υπανδρεύσης, δίδοντας να καταλάβη ο κόσμος πως είνε λίαν τερατώδης, διά να μην ήθελε κανείς σου την γυρέψη εις γυναίκα. Αυθέντη, του λέγει, ο βαφιάς, εκείνη η εύμορφη κόρη είμαι βέβαιος πως σε ενέπαιξε, βαλμένη από κανένα εχθρόν σου, διά να σου κάμη καταισχύνην και σε περιπαίξη.

Επήγαμεν με τον Ομάρ εις τον τάφον του προφήτου εις τον οποίον ηύραμεν τον Αλή, που επροσκυνούσεν επάνω εις εκείνον τον τάφον. Ω μεγάλε γαμβρέ του προφήτου του είπεν ο Ομάρ· εγώ σου φέρνω έναν άνθρωπον, ο οποίος μου διηγάται πράγματα τόσον ολιγόπιστα, που δεν ημπορώ να καταπεισθώ να τα πιστεύσω.

Μη σε μέλει δι' αυτό, λέγη ο Κατής, εγώ σου τάσσω κάθε καλόν αποτέλεσμα, πες μου μοναχά εις ποίον μαχαλά στέκει ο πατέρας σου, τι τέχνην κάνει, και πώς ονομάζεται, και άφησε να κάμω εγώ. Αυτός ονομάζεται Ουστά Ομάρ, του αποκρίνεται αυτή, και είναι βαφιάς και κατοικεί σιμά εις την αγοράν.

Έπειτα ο Ομάρ έκαμε να εβγάλη από τους θησαυρούς του διακόσιες χιλιάδες φλωρία, και μου τα έδωσε με εκατόν σκλάβους, και εκατόν καμήλια.

Τότε αυτός ο Κατής δεν ημπόρεσε να ιδή ένα τέτοιο τέρας χωρίς να του κάμη τρόμον, όθεν την εξανασκέπασεν ευθύς με το πανί, και λέγει των βαστάζων· τι θέλετε εσείς να κάμω ετούτο το ελεεινόν θέαμα, ω ζώα; Αυθέντη, του απεκρίθησαν οι βαστάζοι, αυτή είνε η θυγατέρα του Ουστά Ομάρ, βαφιά, ο οποίος μας είπεν ότι την εστεφανώθης από αγάπην και μας την έδωσε διά να σου την φέρωμε.

Ετούτη η υπόθεσις τους είπε, πολλά μεγάλη μου φαίνεται, την οποίαν εγώ δεν ημπορώ να αποφασίσω· εκείνο που ετούτος ο άνθρωπος μας διηγάται, δεν ομοιάζει την αλήθειαν· ημπορούμεν να υποπτεύσωμεν πως αυτός ο άνθρωπος να είνε ένας ψεύστης· μα πάλιν ποίος ηξεύρει, αν αυτός λέγει την αλήθειαν; και διά τούτο δεν ημπορώ να ειπώ άλλο, παρά να υπάτε εις την Μέκκαν, να εύρητε τον Αλημπέν Αμπιταβάλ, γαμβρόν του Μωάμεθ, και τον μέγαν Ομάρ αρχηγόν των πιστών· το πράγμα έχει μεγάλην χρείαν να έλθη εις το φως, το οποίον αυτοί μοναχά ημπορούν να το κρίνουν.

Αυθέντη, του λέγει ο Ομάρ, παύσε να με φοβερίζεις, σε παρακαλώ, και μην είσαι θυμωμένος εναντίον μου· ομνύω εις τον Πλάστην του κόσμου ότι άλλην θυγατέρα από αυτήν δεν έχω· εγώ σου το είπα χίλιες φορές ότι αυτή διά λόγου σου δεν ήτον· μα εσύ δεν ήθελες να με πιστεύσης, και εις τούτο δεν έχω πταίξιμον κανένα. Ο Κατής εις ετούτα τα λόγια ήλθεν εις τον εαυτόν του, και λέγει του βαφιά.

Αυθέντη, ακολούθησεν αυτός να λέγη γυρίζοντας προς τον Ομάρ, κάνει χρεία να πιστεύσης τα συμβεβηκότα, που σου διηγείται· ετούτο, ο άνθρωπος δεν είνε πλάνος επειδή και ο Μωάμεθ μου έδωσε την είδησιν από πολύν καιρόν πως ένας ονόματι Αμπουλβάρης, μέλλει να έλθη μίαν ημέραν εις τον Κιαμπέ, και θέλει μου διηγηθή πράγματα παράδοξα και αληθινά· ετούτη η ημέρα το λοιπόν ήλθε τέλος πάντων, και ο Αμπουλβάρης πρέπει να μου πληρώση την περιέργειάν μου με την διήγησιν του.

Τότε εγώ του εδιηγήθηκα και αυτουνού τα όσα επέρασα, και έφερα τον λόγον μου απάνω εις τον βασιλέα των τελωνίων Μουσούλμα, διά τα όσα μου επαράγγειλε να ειπώ του Ομάρ και του γαμπρού του Μωάμεθ.

Κατά την απόφασιν του Κατή εμισεύσαμεν ευθύς διά την Μέκκαν και οι τέσσαρες· και ύστερον από ένα ευτυχισμένον ταξείδι εφθάσαμεν εις το παλάτι του Ομάρ, ο οποίος ευθύς που ήκουσε τα συμβεβηκότα μου μού είπε· αυτό όλον που μου εδιηγήθης είνε πολλά εξαίρετον διά να σε πιστεύω, κάνει χρεία να υπάγωμεν εις το μνήμα του προφήτου εκεί που ο γαμβρός του Μωάμεθ ευρίσκεται, και αυτός θέλει μας ειπεί εκείνο που ημπορούμεν να στοχασθούμεν, δι' αυτό το θαυμαστόν διήγημα που ήκουσα.