United States or Lebanon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ετούτος ο Κριτής αντίς να έλθη να τον γυρέψη διά να τον παιδεύση, του έκαμε μίαν μεγάλην προσκύνησιν και του λέγει με χαροποιόν πρόσωπον. Αυθέντη, το μετζίλι που εστάλθη εις την Κογέντα εγύρισε συντροφιασμένον με έναν οικιακόν του Μασούδ πατρός σου, ο οποίος σου στέλνει σαράντα καμήλια φορτωμένα από διάφορες πραγματείες.

Στα σαράντα του χρόνια, μεθυσμένος ακόμα για μέλλον, δεν μπορεί τίποτε άλλο να κάμη παρά ν' απλώση χέρια αδύναμα στο παρελθόν του, να γυρέψη αποδείξεις γι' αυτό και να βυθισθή σε μια πικρή ανάμνηση. Αμερικανοί εκδότες κι αμερικανικά θέατρα του ζητούσαν καινούριο έργο· ό,τι μπόρεσε ήταν να επιτρέψη του Leonard Imydera να τυπώση το «Ένας Ιδεώδης σύζυγος», κωμωδία που είχε παιχθή προ ετών.

Εσυμβουλεύθηκα επάνω εις τούτο με τον Αβικένα, ο οποίος μου είπε στείλε, ω Αυθέντη, έναν Αμπασοτόρον, διά να δώση την είδησιν του Σουλτάνου διά την κατάστασιν της θυγατρός του, να την γυρέψη εις γυναίκα σου, και διά τα λοιπά που ημπορούν να ακολουθήσουν, άφες να κάμω εγώ.

Αύριο, σου λέει, ξέρω τι γίνεται; Περνάει το βασιλόπουλο, τη βλέπει και της λέει «πάμε!...» Τι θα ειπής τότε του λόγου σου; Η κυρία Μαχαλά ξέσπασε από το θυμό στα γέλοια. — Μα τότε λοιπόν είνε παλαβή! είπε. — Όχι, κυρία· δεν είνε παλαβή· μη φοβάσαι. Έτσ' είνε ο νους της φτιασμένος· στις δόξες πάει. Μα για δουλειά και για σπίτι είνε μάννα! Καιπού είσαιούτε θα γυρέψη να βγη όξω.

Παντού τείχη γκρεμισμένα, χωριά δίχως κατοίκους, χωράφιαωργωμένα από τη φωτιά, — και τάλογά τους πατούσαν στάχτες και κάρβουνα. Στον έρημο κάμπο, σκέφτηκε ο Τριστάνος: «Είμαι βαρυεστημένος κ' είμαι αποσταμένος. Τι ωφελούν αυτές η περιπέτειες; Η αγαπημένη μου είναι μακρυά, ποτέ δε θα την ξαναϊδώ. Δυο χρόνια τώρα, πώς δεν έστειλε να με γυρέψη στης χώρες που γύριζα; Ούτε μια είδησί της δεν έλαβα.

ΑΝΑΤ. Α ιστέ . τούτο είναι καλό φαΐ· κατάλαβα αρτίκ , κατάλαβαφτάνει σε πγια — ό,τι υρέψει κανένας τον εφέρνεις; ΞΕΝ. Και του πολιού το γάλας να γυρέψη φέρνω το. ΑΝΑΤ. Άφεριμ, άφεριμ κι' εγώ ετούτο τέλω — · τζάνουμ, όνομά σου πώς το λένε; Ξεν. Μπαστιάς δούλος σας ΑΝΑΤ. Να ζήσης τζάνουμ μισέ Μπαστιά, παστουρμά καϊσερλίδικο έχεις; ΞΕΝ. Έχω να σας χαρώ, κι' αφ' το φίνο....

Ο κριτικός μπορεί πράγματι να θέλη να εξασκή επίδραση, αλλά και τότε δεν θ' αποβλέπη στα άτομα, μα στην εποχή, που θα γυρέψη να την κάνη να έχη συνείδηση του εαυτού της και ν' ανταποκρίνεται, πλάθοντας μέσα της καινούργιες επιθυμίες κι ορέξεις και δανείζοντάς της τη μεγαλύτερη δύναμη της ματιάς του και τις πιο ευγενικές διαθέσεις του.

Τα ονόματα ποιος θα τα βρη; Και ποιος θα πη πως εκείνος που τα βρήκε, δεν πλούτισε συνάμα και τον τόπο του και τους άλλους τόπους; Για να τα βρη όμως, πρέπει πρώτα πρώτα στη γλώσσα του να τα γυρέψη.

Και τι καλό είδαν, ευλογημένη, κι' αυτές που παντρευτήκανε; Πίκρες και βάσανα. Το κάτω-κάτω της γραφής, πού να τον βρούμε το γαμπρό; Να ξύσωμε τον τοίχο να τον φκιάξωμε; Εδώ είνε κοπέλλες σαν το κρύο νερό, που δε γυρίζει κανένας να τις γυρέψη. Οι γαμπροί σήμερα θέλουνε χιλιάδες, πολλές χιλιάδες... — Τάζει ο κόσμος, παπά μου. — Και σαν τάξωμε, πού θα βρούμε ύστερα να τις μετρήσωμε;

Ομάρ σήμερον το ταχύ ήλθεν εδώ μία κόρη πολλά ωραία και μου είπε πως είνε θυγατέρα σου, και πως δεν θέλεις να την υπανδρεύσης, δίδοντας να καταλάβη ο κόσμος πως είνε λίαν τερατώδης, διά να μην ήθελε κανείς σου την γυρέψη εις γυναίκα. Αυθέντη, του λέγει, ο βαφιάς, εκείνη η εύμορφη κόρη είμαι βέβαιος πως σε ενέπαιξε, βαλμένη από κανένα εχθρόν σου, διά να σου κάμη καταισχύνην και σε περιπαίξη.