United States or Guernsey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε' τον άκουσ' η ιερή του Τηλεμάχου ανδρεία, και παρευθύς προσφώνησεν εγγύθε τον πατέρα· 355 «Κρατήσου, μη με το σπαθί τον άπταιστον πληγώσης· τον κήρυκα τον Μέδοντα θα σώσουμεν ακόμη, οπού μ' επρόσεχε παιδίτο σπίτι μας μ' αγάπη, εξ' αν αυτόν ο Εύμαιος εφόνευσ' ή ο βουκόλος, ή αν, όταν τρικύμιζεςτο δώμ', εμπρός σου ευρέθη». 360

Ήλθον δε προς αυτούς δύο αγγελίαι, η μεν εκ Καμαρίνης, ότι η πόλις αύτη θα παρεδίδετο εις αυτούς, εάν επροχώρουν, η δε ότι οι Συρακούσιοι έθετον ναύτας εις τα πλοία των. Πανστρατιά λοιπόν έπλευσαν πρώτον μεν εις τας Συρακούσας, όπου μη ευρόντες να καταρτίζεται ναυτικόν εξηκολούθησαν τον πλουν των μέχρι της Καμαρίνης, επλησίασαν εις τον αιγιαλόν και έστειλαν κήρυκα προς τους Καμαριναίους.

Ότε δε συνηθροίσθη ο στρατός εις Δελφούς, ο Ευρύλοχος έπεμψε κήρυκα εις τους Λοκρούς τους Οζόλας, διότι και δι' αυτών έπρεπε να διέλθη διά να υπάγη εις Ναύπακτον και διότι ήθελε να τους αποσπάση από τους Αθηναίους. Εις την διαπραγμάτευσιν ταύτην τον εβοήθησαν προ πάντων οι Λοκροί της Αμφίσσης διά τον φόβον τον οποίον τοις ενέπνεε το μίσος των Φωκέων.

Ήτο απλώς ορθογώνιος στοά μετά τινος εκ στύλων προπυλαίου, με το αγιαστήριον βλέπον προς τα Ιεροσόλυμα. Εδώλια υπήρχον από την μίαν πλευράν διά τους άνδρας, από την άλλην, όπισθεν δρυφάκτου, διά τας γυναίκας, αίτινες εκάθηντο εκεί βαθύπεπλοι. Εις έν άκρον υπήρχε το ομοίωμα της κιβωτού, το οποίον περιέκλειε τας Ιεράς Γραφάς· και εις το πλάγιον υπήρχε το αναλόγιον διά τον αναγνώστην ή κήρυκα.

Και μίαν ημέραν που εις αυτήν εσεργιάνιζα, ακούω αιφνιδίως ένα αλλαλαγμόν και μίαν σύγχισιν και θλίψιν εις τον λαόν, που όλοι έμειναν ευθύς συγχισμένοι. Και η αιτία τούτης της συγχίσεως επροέρχονταν από ένα κήρυκα, που επήγαινε τριγύρου την χώραν, και κάθε ολίγον εφώναζε και έλεγε με μεγάλην φωνήν.

Ενώ δε επεριβάλλετο διά του κτιζομένου τείχους η Σκιώνη, ο Περδίκκας, πέμψας κήρυκα προς τους στρατηγούς των Αθηναίων, έκαμε σύμβασιν με τους Αθηναίους· ταύτην δε την διαπραγμάτευσιν είχεν αρχίσει ένεκα μίσους προς τον Βρασίδαν αμέσως μετά την αναχώρησιν αυτού εκ της Λύγκου.

Επειδή δε πολλάκις εγένετο το στρατήγημα τούτο, τέλος ο Δαρείος περιήλθεν εις μεγάλην απορίαν. Οι βασιλείς των Σκυθών μαθόντες τούτο έπεμψαν κήρυκα φέροντα δώρα εις τον Δαρείον έν πτηνόν, ένα μυν, ένα βάτραχον και πέντε βέλη.

Τη Θήβα, επειδή τη βρήκαν καλά τοιχογυρισμένη, και την Αθήνα πάλι, επειδή φαίνεται πως οι κάτοικοι της είχαν την γνώση και τον πιάσανε με το καλό· όμως αναφέρθηκε κι άλλος λόγος, πως μπαίνοντας δηλαδή ο Αλαρίχος αγνάντεψε στα τειχίσματα την Αθηνά αρματωμένη καθώς φαινότανε στ' αγάλματα, και τον Αχιλλέα καταπώς τον παρασταίνει ο Όμηρος σαν πολεμούσε τους Τρωαδίτες, και πως φοβηθέντας έστειλε κήρυκα και ζήτησε ειρήνη.

ΕΔΜ. Απόκρισίς μου είν' αυτό! Όποιος κι' αν είν' εκείνος, οπού προδότην με καλεί, ψεύτης αχρείος είναι! Την σάλπιγγα σημάνατε! Αντίκρυ μου ας έλθη, και εις εκείνον, κ' εις εσέ, κ' εις όποιον και αν είναι, θα δείξω με τα όπλα μου, την πίστιν, την τιμήν μου! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Πού είν' ο κήρυξ; ΕΔΜ. Κράξετε τον κήρυκα! Ας έλθη! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Εις άλλο τι μη στηριχθής παρά εις το σπαθί σου.

Ο δε Αλυάττης, άμα ήκουσε την απόκρισιν των Δελφών, απέστειλεν εις την Μίλητον κήρυκα εντεταλμένον να προτείνη εις τον Θρασύβουλον και τους Μιλησίους ανακωχήν ήτις ήθελε διαρκέσει καθ' όλον τον χρόνον τον αναγκαιούντα προς ανοικοδόμησιν του ναού.