United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Καραϊσκάκης μαθών μετά τινας ημέρας, ότι οι εις Ταλάντι αποβάντες Ολύμπιοι ενικήθησαν κ' εδιώχθησαν, υπώπτευσεν ότι ο Μουσταφάμπεης θέλει κινηθή κατά του υπό την οδηγίαν του Γαρδικιώτου Γρίβα και Νάκου Πανουργιά σώματος, τοποθετημένου εις Δίστομον και Αράχωβαν, διά να το καταστρέψη και ούτω να επέλθη με περισσοτέραν δύναμιν και τόλμην κατά του Καραϊσκάκη.

Ζηλεύω την παλληκαριά, δεν τη φθονώ σαν άλλους... Κι' όταν εγώτα Γιάννινα, εσέ, το υιό τ' Ανδρούτζου, Του Καραΐσκου το παιδί, το Θώδωρο το Γρίβα, Με τάλογά σας έβλεπα να λάμπετετον ήλιο, Ν' ανεμοστροβιλίζετε, σας εχαιρόμουν, Διάκε, Κ' έλεγα μέσα μου κρυφά, ένας Θεός το ξέρει, Νάμουν εγώ το σύγνεφο και σεις ταστροπελέκια... Καλός καιρός οπούτανε!... Τώρα και σας κ' εμένα Μας άρπαξε το σύφλογο και ξεζευγαρωμένους Μας δέρν' η ανεμοριπή... Θέλεις να ζήσης, Διάκε;...

Τους πολιορκώ. » Κ' εκείθετη Δομβραίνη » Τσακίζω το Μουστάμπεη. » Από το Τεπελένι. » Και γλήγωρατο Δίστομο » Σε 'μέραις φθάνω δύο.» « Το Γιώργη Βάγια πρόσταξα, » Το Γρίβα Γαρδικιώτη, » Να πιάσουνε τη Ράχωβα » Με πεντακόσιους άλλους. » Έρχεται ο Μουστάμπεης, » Κ' είχε σκοπούς μεγάλους: » Να τους αφήση κατά γης » Στην έφοδο την πρώτη » « Τρομάρα του!

« Γρίβα μου, βάστα τη φωτιά » Ως να καλονυχτώση. » Φέρνω Λακκιώταις διαλεχτούς. » Διακόσιους λεβεντάδες. — »'Σάν τ' άκουσε ο Αβδή-πασσάς, » Μαζόνει τους Αγάδες. » Την νύχτα δεν καρτέρησαν, » Φεύγουντου Ηλιού τη δύσι.» « Φεύγουνε, καιτα Γιάννινα »'Μπαίνουνε 'ντροπιασμένοι. » Χίλιους νεκρούς αφήκανε »'Σ του Κουτσελιού τη μάχη. . . » Τη νύχτα φεύγω.

Για το Βλαχάβα μώλεγε του Ολύμπου το θρεφτάρι, Το Γρίβα του Ξερόμερου το δράκο το λιοντάρι, Τ' αδέρφια τ' αξεχώριστα τους Κατσικογιανναίους, Και για της Μάνιας τα παιδιά, τους Κολοκοτρωναίους.

Εν τω διαβοήτω τούτω αγώνι έπεσεν ο γενναίος και το απαίσιον εκείνο πεδίον της μάχης, βαπτισθέν διά του αίματός του, προσηγορεύθη έκτοτε « τα κόκκαλα του Γρίβα. »

« Του Δράκου Γρίβα βλέπω 'μπρός » Τ' ωχρόλευκο κεφάλι· » Με καταριέται το ψυχρό » Ακόμα με τα χείλη. » Το Βελή Γκέγκα έστειλα » Μεςτον Άι-Βασίλι · » Κ' έσφαξε τόσους χριστιανούς » Με τη σκληρή του πάλη.» « Τα δένδρα 'πό την Ήπειρο » Ακόμα μ' ενθυμούνται » Τάπειανα, και ξηραίνονταν «'Σ τα χέρια μου τα φύλλα, » Γιατ' ήταν από αίματα » Βαμμένα. Μια μαυρίλα » Ήμουν του κόσμου.