United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λέγων όμως ότι ο ήρως μου παρεδόθη άνευ όρων, δεν λέγω την αλήθειαν απολύτως, διότι η αλήθεια είνε ότι παρεδόθη υπό ένα όρον βαρύτατον μεν δι' αυτόν, απαραίτητον δε.

Ρυμουλκύσαντες οι Αθηναίοι βαρύτατον πλοίον έχον ξύλινους πύργους και παραφράγματα έδεναν εις τα ακάτια τους πασσάλους, και άλλους μεν εξ αυτών ανέσπων, άλλους δε επριόνιζαν βυθιζόμενοι υπό το ύδωρ. Οι δε Συρακούσιοι έρριπταν βέλη από των παραπηγμάτων, οι δε εκ του φορτηγού ανταπήντων. Τέλος οι Αθηναίοι ανέσπασαν τους πλειοτέρους των πασσάλων.

Και όταν μετά θαυμασμού εθεώρουν οι χριστιανοί τον αχθοφόρον εισερχόμενον εις τον ναόνκαι τον εισήγεν ο επίτροπος πάντοτε διαρκούσης της ακολουθίαςκαι φέροντα βαρύτατον σάκκον γεμάτον διαφόρου μεγέθους κηρία, νεόχυτα, ευωδιάζοντα, ο κυρ-Μανωλάκης έλεγε: — Τα βλέπετε αυτά; είνε από τα απόκερα!

Είπε και πόδι βωδινόν άρπαξε απ' το καλάθι και το 'ριξε· την κεφαλή γλυκόγυρ' ο Οδυσσέας 300 να το ξεφύγη, κ' έβγαλε πικρόγελο η ψυχή του· ήλθεν αυτό κ' εκτύπησε τον στερεωμένον τοίχο. ωνείδισ' ο Τηλέμαχος τον Κτήσιππο και του 'πε· «Το πράγμ' ως ήλθε, Κτήσιππε, να χαίρετ' η ψυχή σου· τον ξένον δεν επίτυχες, ότι εφυλάχθη μόνος· 305 άλλως μ' ακόντι κοφτερό θα σ' άνοιγα τα σπλάχνα· τότε ο πατέρας σου ταφή θα ετοίμαζε αντί γάμου δω μέσα· και μη κάμετετο σπίτι μου ασχημίαις· ότ' ήδη ο νους μου αισθάνεται, διακρίνει το καθένα, και το καλό και το κακό, και πλειά παιδί δεν είμαι. 310 βλέπουμε, και υποφέρουμε να σφάζονται τ' αρνία και τα κρασί να πίνεται, να δαπανάται ο σίτος· ότ' είν' έργον βαρύτατον ένας πολλούς να διώξη. αλλά να παύσετετα εξής σκληρά να μ' αδικήτε· και αν να με θανατώσετε σας σπρώχν' ήδ' η ψυχή σας, 315 το 'θελα εγώ καλήτερα, καλλιάχω ν' αποθάνω, παρά να βλέπ' ολοκαιρίς τόσ' έργα εντροπιασμένα, να υβρίζουν, να κακοποιούν τους ξένους, και ταις δούλαις μέσατα ωραία δώματα ξεντροπιαστά να σέρνουν».

Τόσον οπού μίαν νύκτα ο γέρων οργισθείς πλέον αφορήτωςείχε του θυμού το πάθος ο γέρων βαρύτατονβλέπων τον υιόν του να χάνεται και την σκούναν του, την μαύρην με το άσπρο μπούρδο, να μουσκλιάζη εις το λιμάνι, ως παληο-κουρίτα, σηπομένη εν τω τέλματι, εξεκρέμασε το γιαταγάνι του, με μίαν χρυσωμένην λαβήν και με κόκκιναις φούνταις, οπού ήτο κρεμασμένον από πάνω από το κρεββάτι του, γιαταγάνι της επαναστάσεως, κλέφτικο γιαταγάνι, να το κόψη το παιδί του, θυσίαν εις την πατρικήν του απαίτησιν ωσάν ρωμαίος.

Οι δε γενναιότεροι των υιών σας θα κλίνουν τον αυχένα πληγωμένον από φόρτον βαρύτατον. Εις τους λόγους εκείνους ο λαός επανέβλεπε τας ημέρας της εξορίας, όλας τας καταστροφάς της ιστορίας του. Ούτοι ήσαν λόγοι των αρχαίων προφητών. Ο Ιωάννης τους εσφενδόνιζεν ως μεγάλας βολάς, την μίαν κατόπιν της άλλης. Αλλ' η φωνή ήρχισε τόρα να γίνεται γλυκεία μελωδική, γεμάτη αρμονίαν.