United States or Djibouti ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτρεφε πεποίθησιν εις την Λιαλιώ, ότι δεν ήτο ικανή, καθώς είπεν η ιδία, να προδώση την τιμήν του, αλλά και πάλιν, τις οίδε! Τις δύναται να εξιχνιάση της γυναικείας ιδιοσυγκρασίας τα μυστήρια; Eγνώριζε την ασθενικήν και oνειροπόλον προδιάθεσίν της και την μεγάλην και βαθείαν νοσταλγίαν της.

Είνε αληθές ότι και η νεολαία του χωρίου του, παρά τον άμετρον σεβασμόν τον οποίον έτρεφε προς αυτόν, πολλάκις του έλεγε τι τοιούτο διά να τον πειράξη. Τα συνειθίζουν αυτά οι νέοι· να φαίνωνται ότι καταφρονούν την εποχήν των γερόντων και ότι ούτοι ζώσιν εις καλλιτέραν δήθεν.

Ο δε άλλος αντέτεινεν ότι ο αγών δεν ήτο περί σωματικών προτερημάτων, αλλ' έπρεπε να εξετασθούν τα προσόντα του πνεύματος και του χαρακτήρος και η γνώσις των φιλοσοφικών δογμάτων• και εκάλει ως μάρτυρα τον Αριστοτέλην, όστις τόσον θαυμασμόν έτρεφε προς τον ευνούχον Ερμείαν, τον τύραννον της Ατάρνης, ώστε και θυσίας προσέφερεν εις αυτόν ως θεόν.

Κατ' εκείνας τας ημέρας έφθασεν επιστολή εξ Αμερικής. Ο Θανάσης έγραφεν ότι είνε καλά, και ότι ολίγον ακόμα θ' αργήση να έλθη διά να φέρη πολλές λίρες. Παρήλθον χρόνοι. Ο Θανάσης έλειπεν ήδη εις την Αμερικήν, και θα ήτο πλέον ή 35 ετών ήδη. Η αδελφή του είχεν υπερβή το εικοστόν. Και τέλος δεν είχε μεγαλώσει πολύ, και η μήτηρ της έτρεφε πεποίθησιν ότι δεν θα εβράδυνε πολύ η τύχη της κόρης να έλθη.

Και αι πάπιαι το εδάγκαναν, και αι όρνιθες το εκτυπούσαν· η δε κοπέλα, η οποία έτρεφε τα πουλιά, το έσπρωχνε και αυτή με το ποδάρι της. Απηλπισμένον το κακόμοιρον εχώθη εις τον φράκτην, διά να φύγη έξω. Τα μικρά πουλάκια, τα οποία εκάθηντο εις τα κλωνάρια του φράκτου, ετρόμαξαν και επέταξαν.

Με την ιδέαν δε ότι και οι δύο ήσαν κοσμογυρισμένοι έτρεφε δι' αυτόν αίσθημά τι συναδελφότητος, το οποίον έτεινε να μεταβληθή εις έρωτα. Αλλά την προτίμησιν ταύτην έκρυπτε τόσον βαθειά εις την μικράν της καρδίαν, ώστε ουδ' αυτή η μητέρα της εμάντευε τίποτε.

Έπειτα τον κύτταξε από τα πόδια ως το κεφάλι με περιέργεια. Δεν τον είχε ιδή πολλές φορές από κοντά. Μα κι όσες τον είδε ποτέ δεν τον πρόσεξε. Την περιφρόνηση που έτρεφαν σ' αυτόν οι πρόγονοί του, την έτρεφε κ' εκείνος από παράδοση. Τώρα όμως έβλεπε πως είχε άδικο. Ο Πέτρος δε φαινότανε και τόσο αξιοκαταφρόνητος. Ήταν ένας χωριάτης άξιος και δυνατός.

Πώς; δεν εννόησες ακόμη πού ευρίσκεσαι; — Εις καφενείον, υποθέτω. — Ναι, αλλά εις καφενείον μεσιτών. — Μεσιτών; Έγεινες μεσίτης λοιπόν από υπάλληλος; — Τι να κάμω, αγαπητέ; Η κυβέρνησις μ' έτρεφε πολύ μέτρια, εγώ δε καμμίαν διάθεσιν δεν είχα να γείνω ασκητής. Εβαρέθην επί τέλους την πείναν κ' έγεινα μεσίτης. — Κερδίζεις τώρα περισσότερα;

Διότι δεν ηγνόουν, ούτε εκ των άλλων ηγνόει κανείς πόσην ο τύραννος έτρεφε προς τον υιόν του αγάπην και ότι δεν θα ήτο ικανός ουδ' επ' ολίγον καιρόν να ζήση κατόπιν αυτού.

Δε μας έτρεφε το ξενοδούλι πια τώρα. Το κατώγι μας είτανε γεμάτο, τα κουκούλια μας έβγαζαν το μετάξι τους, ως και βαμπάκι δε μας έλειπε. Ως και σουσάμι, είχαμε για τις πήττες μας. Μα μένα με κρυφόδερνε μια στέρηση και μια λύπη που δεν έσωνε μήτε μετάξι μήτε σουσάμι να μου τη διώξη.