United States or Slovakia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι δεν ηγνόουν, ούτε εκ των άλλων ηγνόει κανείς πόσην ο τύραννος έτρεφε προς τον υιόν του αγάπην και ότι δεν θα ήτο ικανός ουδ' επ' ολίγον καιρόν να ζήση κατόπιν αυτού.

Η ξένη επανέλαβε: «Μικρόν εισέτι και θα φθάσης εις το τέρμα. Σοι απόκειται της δικαιοσύνης στέφανος». Η Αϊμά δεν είχεν αναγνώσει τας επιστολάς του θείου Παύλου, και ηγνόει ποίος τις ήτο ο στέφανος της δικαιοσύνης, αν και η λέξις αύτη, στέφανος, ήρεσκεν αυτή, αναμιμνήσκων τον έρημον κήπον της, ον μετά τόσης εκαλλιέργει ποτέ στοργής. Τέλος η γυνή τη είπεν εκ τρίτου: «Δεν πρέπει να με καταισχύνης.

— «Τι ευτυχία» ανέκραξεν εκείνη «αφού εις το εξής ο Αγρίππας ο εχθρός του Τιβερίου, θα είνε εντελώς ανίκανος να μας βλάψη!» Ο Βιτέλλιος ηγνόει τα συμβαίνοντα, η δε Ηρωδιάς του εφάνη επικίνδυνος, και ενώ ο Αντίπας ωρκίζετο ότι θα πράξη το παν υπέρ του Αυτοκράτορος, ο Βιτέλλιος προσέθηκε. — Ακόμη και αν επρόκειτο να βλάψης άλλους;

Ο Φωκίων, μαθών τα αποφασισθέντα τη εξηκόντισεν επιστολήν πλήρη πυρός, δακρύων, λύσσης και απογνώσεως, ην η Αρσινόη, αφού κατέβρεξε με δάκρυα, έσχε το θάρρος να παραδώση εις το πυρ, το αυτό εκείνο πυρ, το οποίον την κατέκαιε την στιγμήν εκείνην. Μετά τον γάμον, ο Φωκίων απεδήμησεν εις την ξένην. Ο Άγγελος περιέβαλε την σύζυγον με πολλήν στοργήν, αν και δεν ηγνόει την ψυχικήν της κατάστασιν.

Εφυλάττετο να την κυττάξη, και δεν ωμίλησε πλέον περί αυτής εις την γραίαν. Αύτη πάλιν δεν είχε διηγηθή εις την νεάνιδα τι τη είπεν ο ξένος κατά την πρώτην συνέντευξιν. Περί αλλοίας δ' επιβουλής ουδένα είχε φόβον η Αϊμά, διότι ηγνόει σχεδόν και το δυνατόν τοιαύτης. Προς δε τους χαλκείς ο ξένος ήτο όλως ανύποπτος, διότι δεν εφαίνετο πολύ νέος. Ήτο πλέον ή τεσσαράκοντα ετών.

Εν τούτοις αι σκανδαλώδεις του ασκητηρίου σκηναί συνεκίνουν όλους του Δαφνίου τους κουκουλοφόρους κατοίκους, δι' ους η Ιωάννα, της οποίας ουδείς πλέον ηγνόει το φύλον και τας τρέλλας, ήτο τέρας σταλέν υπό των Φράγκων, ίνα καταβροχθίση την Ορθόδοξον Εκκλησίαν. Και αληθές μεν είναι ότι πολλαί προ αυτής γυναίκες, η Αγ.

Ο Θευδάς ήθελε ναποσυρθή, αλλ' όμως έμεινε θεωρών εκ περιεργείας. «Κοιμάται!», είπε στραφείς προς αυτόν ο Μάχτος. «Άφησέ την να κοιμηθή», απήντησεν ο Θευδάς, κατά λάθος, διότι σκοπός του ήτο να είπη: «Εξύπνησέ τηνΗγνόει και αυτός πώς να εξηγήση τούτο, αλλ' όμως δεν επεθύμει ναφήση την Αϊμάν κοιμωμένην και ναπομακρυνθή εκείθεν. « Εξύπνησέ την! », είπεν ο Θευδάς, ζητήσας να επανορθώση το αμάρτημα της γλώσσης του.

Και αν εγνώριζε, και αν ηγνόει το κοίλωμα του γιγαντιαίου κορμού, εκείνην την στιγμήν δεν επέρασεν από τον νουν του. Εκύτταζε να ιδή μη ανακαλύψη που το χάσμα της γης, το οποίον θα την είχε καταπίη εξάπαντοςδιότι καμμία πτυχή γης ορατή δεν υπήρχε όπου να κρυβή τις.

Ήτο δε τοσούτω φοβερώτερος ο κίνδυνος ούτος, όσω η Αϊμά, ως πάντες, ηγνόει ποίοι τινες ήσαν οι αγορασταί και τις ο σκοπός των. Όσον διά τον Πρωτόγυφτον, ούτος εκάθητο ήσυχος εγγύς αυτής, και ουδ' υποπτεύων υπό ποίων λογισμών κατείχετο η νέα. Δεν ησθάνετο την ανάγκην του ν' απολογηθή προς την Αϊμάν, αλλά τη έλεγεν ηρέμα·

Και συ υπόκεισαι σήμερον εις τους κανόνας του μοναστηρίου, καθώς εκείνη. Ενόσω μένεις εδώ, κανείς νόμος ούτε θείος ούτε ανθρώπινος δεν δύναται να σε εξαιρέση εκ της εδικής μου εξουσίας. Δύναμαι να σε τιμωρήσω, αν θέλω. Θα υπακούσης ως καλή κόρη, να μοι είπης αυτό οπού σ' ερωτώ; Η ατυχής Αϊμά περιήλθεν εις αμηχανίαν και ηγνόει τι ώφειλε να πράξη.