United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !
— «Ούτε πουλί πετάμενο!» Ηκούσθη και πάλιν μονολογούσα η γρηά- Σπύραινα επί του Βράχου. «Παλάβωσεν ο παλαβοβοριάς». Κ' έβλεπε προς το μυκώμενον πέλαγος, περισυνάγουσα το μαύρον ιμάτιον διά των χειρών της και την κατάμαυρον μανδήλαν της, ης αι άκραι επιμόνως παριηρπάζοντο.
Συγχρόνως χιονόνερον κατάπυκνον εθάμβωσε τους οφθαλμούς του και δεν είδε πλέον τίποτε. Ήκουσε μόνον ροήν αφρίζοντος ύδατος, πληρούντος την «Γαλανομμάταν» κ' ησθάνθη τον πάτερ-Γαλακτίωνα μυκώμενον: «Του οποίου πνιγήκαμε, καπετάνιο μου!» Άλλο τίποτε δεν ήκουσε πλέον ο Μανώλης, ούτε είδε.
Και πάλιν, αφήσας το μυκώμενον πλήθος έξω, λαμβάνει τον Ιησούν έσω εις το Κριτήριον, και Τον ερωτά έμφοβος, «Πόθεν ει Συ;» Δι' αυτόν ο Ιησούς είχεν ομιλήσει αρκετά ήδη. Δεν απήντησε.
Και μίαν άλλην φοράν, ότε μετέβαινον μετά του μακαρίτου πατρός μου εις την αγρυπνίαν της Παναγίας — πάλιν εκείθεν διήρχετο η οδός — τον άφησα μισοστρατής και εγύρισα οπίσω, εις την οικίαν μας, ασθμαίνων, διωκόμενος. Αχ! μ' εκυνήγησεν ένα βωδάκι, μετά βίας και αγριότητος λύκου, μυκώμενον, κράζον, φωνάζον, κερατίζον την νύκτα.
Λέξη Της Ημέρας