United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ακολουθών την διεύθυνσιν των βλεμμάτων του Λιάκου ο Κ. Πλατέας εστρέφετο ενίοτε και αυτός προς τα οπίσω, εστρέφετο δ' ολόκληρος διά να ίδη διά μέσου των ομματοϋαλίων του τι επέσυρε την προσοχήν του σωτήρος του· αλλά τίποτε δεν έβλεπε και εκαλοκάθητο πάλιν εις το σκαμνίον συνεχίζων την ομιλίαν του. Επί τέλους ο Λιάκος είδεν ό,τι επερίμενεν.

Μετέπειτα, καθόσον ησύχαζον τα πράγματα και ελάμβανον σημασίαν υπερτέραν της αληθούς αξίας των αι μικραί μέριμναι του βίου, ανεφάνησαν και πωληταί και αγορασταί βαφής εις Ερμούπολιν. Αλλά τότε θα επέσυρε την έκπληξιν και την ειρωνείαν του κόσμου ο Μάρθας, εάν ήρχετο εις τον νουν του να επιδιώξη διά τοιούτων μέσων το ομόχρουν των τριχών του.

Εις την αυλήν δυνατόν να ελάμβανε χώραν συγκέντρωσις όλων των ενοίκων, αλλά εν τη παρούση περιστάσει, η απομόνωσις του οικίσκου διηυκόλυνε την επιχείρησιν. Ο Ούρσος επρόκειτο να επιστρέψη εις τον οικίσκον, οπότε ο κρότος των βημάτων επέσυρε την προσοχήν του· εστάθη και, μόλις είδε τους δύο άνδρας, απέθεσε τα στραγγιστήριόν του επί του κιγκλιδώματος και εστράφη προς αυτούς. — Τι ζητείτε; ηρώτησε.

Και δεχθέντες αυτήν, επλήρουν μέχρι στεφάνης την κύλικα της ιδίας ανομίας των, και εγίνοντο ένοχοι του εγκλήματος, το οποίον επέσυρε κατά των κεφαλών των αυτήν την καταστροφήν την οποίαν εζήτουν ν' αποσοβήσωσιν.

Εκεί, λευκή τις σκιά επί των υδάτων επέσυρε το βλέμμα μου. Την δεικνύω προς τους ναύτας. Κωπηλατούμεν, πλησιάζομεν. Ήτο ο λευκός της Ανδριάνας κεφαλόδεσμος. Εμείναμεν ώραν πολλήν περί το σημείον εκείνο, αλλά τίποτε δεν εφαίνετο, δεν ηκούετο τίποτε, εκ δε του πλοίου ο πλοίαρχος έκραζε να επιστρέψωμεν. Επεστρέψαμεν.

Την στιγμήν εκείνην επέσυρε την προσοχήν του ο θόρυβος ον είχε προκαλέσει ο Γιαννιός ο Βρυκολακάκης εις το τελευταίον θρανίον. Ο διδάσκαλος ηγέρθη, εσφύριξε δυνατά με την σφυρίκτραν του, εκτύπησε με την βέργαν του επί του πρώτου χωλού θρανίου, έρριψε το τσιγάρον του.