United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ειπέ εις τον Βινίκιον, ότι θα χαρώ να τον ίδω, υπέλαβεν ο Νέρων, και σύστησέ του εξ ονόματός μου, να μη λείψη από τους αγώνας, εις τους οποίους θα μετάσχωσιν όλοι οι χριστιανοί. Ο Πετρώνιος ανησύχησεν από τους λόγους τούτους, οίτινες, κατ' αυτόν, αφεώρων αμέσως την Λίγειαν. Ανέβη εις το φορείον του, διατάξας να ταχύνωσι το βήμα και να τον οδηγήσουν εις τον οίκον του Βινικίου.

Έκαμε νεύμα και οι Αιγύπτιοι εσήκωσαν το φορείον, ενώ οι δρομείς έκραζον, συστρέφοντες τας ράβδους των: — Τόπον εις το φορείον του ευγενούς Χίλωνος Χιλωνίδου! Τόπον! Τόπον! Η Λίγεια, διά μακροσκελούς επιστολής, γραφείσης εν σπουδή, έλεγε διά παντός το «χαίρε» εις τον Βινίκιον.

Ο δυστυχής Πάπας, μετατεθείς από της κλίνης του εις μαύρον φορείον, μετεκομίσθη υπό τεσσάρων ευρώστων καλογήρων εις την υπόγειον εκκλησίαν, όπου εναπετέθη έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, περικυκλούμενος υπό φλεγουσών λαμπάδων, απηλπισμένων ιατρών και ψαλμωδούντων ιερέων.

— Ο Πετρώνιος δεν μας την ήρπασε διά τον Καίσαρα, εξηκολούθησεν ο γηραιός στρατηγός με την συρίζουσαν φωνήν του διότι θα εφοβείτο να κάμη εχθράν την Ποππέαν· το έκαμεν άρα διά τον εαυτόν του ή και διά τον Βινίκιον..... εντός της σήμερον θα το μάθω. Μετ' ολίγον το φορείον τον έφερε προς το Παλατίνον. Ο Άουλος εσκέπτετο ότι δεν θα τον άφιναν να εισδύση μέχρι του Νέρωνος.

Μάλιστα εχειροτέρευσεν, ως διά να απολαύση την τυραννικήν ανάμνησιν της Λιγείας. Η επάνοδος του Καίσαρος δεν τον εξήγαγεν εκ του μαρασμού του και μόνον τότε μετέβη εις του Πετρωνίου, όταν ούτος έστειλε να τον ζητήση με το ίδιον φορείον του. Εκείνος τον υπεδέχθη μετά χαράς, πλην ο Βινίκιος δεν απήντησε κατ' αρχάς ειμή ακουσίως και μετ' αποστροφής εις τας ερωτήσεις του.

Ηδυνήθησαν να διακρίνωσι τας φλόγας των δάδων, αίτινες ετρεμόσβυνον εις την πνοήν του ανέμου, ο Νίγηρ έκαμε το σημείον του σταυρού και ήρχισε να προσεύχεται. Όταν η πένθιμος πομπή έφθασε μέχρι του ναΐσκου, εσταμάτησεν. Ο Βινίκιος έτρεξεν ακολουθούμενος υπό του Πετρωνίου, του Νίγηρος και των δύο Βρεττανών δούλων με το φορείον.

Ορθία επί του καθίσματος, με την χρυσίζουσαν κόμην της πίπτουσαν κυματοειδώς επί των ώμων της περιεπτύχθη με τους βραχίονάς της τον λαιμόν του αγάλματος και συγχρόνως τα πυρέσσοντα χείλη της ηνώθησαν με τα κατάψυχρα χείλη του μαρμαρίνου ομοιώματος του Πετρωνίου. Οι δύο φίλοι ανέβησαν εις το φορείον και διέταξαν να τους φέρωσιν εις την Κώμην Πατρίκιος, εις την οικίαν του Αούλου.

Αλλά συ, Πετρώνιέ μου, εξήγησε το σημείον τούτο. — Φίλτατε, πρέπει να ερωτήσωμεν τον Πλίνιον. Είναι εντριβής περί τους ιχθύς. Η συνδιάλεξις διεκόπη εδώ, διότι το φορείον διήρχετο τώρα τας θορυβώδεις οδούς, και μετ' ολίγον διά της οδού Απόλλωνος έφθασαν εις την αγοράν.

Εγώ; Ηξεύρεις τι με διασκεδάζει ακόμη με την Χρυσόθεμιν; Το ότι με απατά με τον ίδιον απελεύθερόν μου, τον Θεοκλή, πιστεύουσα ότι δεν το ηξεύρω. Και με το φορείον των έφθασαν εις την οικίαν της Χρυσοθέμιδος. Αλλ' εις τον δρόμον ο Πετρώνιος θέσας την χείρα εις τον ώμον του Βινικίου είπε: — Περίμενε . . . Μου φαίνεται ότι εύρον έν μέσον. — Είθε όλοι οι θεοί να σε ανταμείψουν δι' αυτό. — Ναι!

Μη κάμνεις ταραχήν. Κουκούλωσέ με τώρα, Καλά καλά! Και αύριον, πρωί πρωί, δειπνούμεν. ΓΕΛΩΤ. Καλά! Λοιπόν θα κοιμηθώ κ' εγώ το μεσημέρι, Φίλ', ένα λόγον να σου 'πω. Ο βασιλεύς πού είναι; ΚΕΝΤ Μη τον ταράξης. Είν' εκεί. Χαμένος είν' ο νους του. ΓΛΟΣΤ. Καλέ μου φίλε, σηκωτόντα χέρια να τον πάρης. Τα μυστικά των ήκουσα· να τον σκοτώσουν θέλουν! Φορείον έχω έτοιμον εδώ απ' έξω.