United States or Curaçao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν ήθελα να την αυξήσω εκφράζων τους φόβους μου, αλλ' ήμην και εγώ ανήσυχος, και οι άλλοι επίσης.― Τι έγεινε ; Πώς αργεί ; Μη έπαθε τίποτε; Τοιαύται αντηλλάσσοντο φράσεις. Εκεί, αίφνης, ανοίγεται η θύρα και παρουσιάζεται η Ανδριάνα κάτωχρος, τρέμουσα, με την κόμην λυτήν, σχισμένα τα φορέματα και ανοικτά, τα στήθη αιματωμένα.....

Ολόγυρα κρέμονταν από σιδερένια καρφιά κι από πουρναρένια παλούκια μπηγμένα μέσα στους τοίχους σχισμένα και καταλερωμένα ράσα, δυο μεγάλες λαγήνες απ' ασπρόχωμα, μια φοβερή πλόσκα χαλκωματένια γιομάτη από λάδι και τότε γλήγωρα καλαϊσμένη, δώδεκα αραδιαστές σκορδαρμάθες περασμένες απάνω σε καπνισμένη δοκάρα κ' ένα ζευγάρι δεκανίκια από κρανιά.

Ότε επέστρεψεν εις το χωρίον ο Χρήστος, στηριζόμενος εις τον ώμον του Γερομήτρου, αιματωμένος, πληγωμένος, με τα φορέματα σχισμένα, το χωρίον ολόκληρον κατεταράχθη. Το έμαθα αμέσως και έτρεξα να τον ίδω. Έζη εις του πατρός του, εις εκείνην την δίπατον οικίαν παρέκει από το καφενείον, εις τον δρόμον της εκκλησίας.

ΕΡΜ. Η γνώμη μου είνε η εξής• αυτή η γυναίκα, διά να μη γεννήση κανένα τέρας πολυκέφαλον, να επιστρέψη εις τον άνδρα της πίσω εις την Ελλάδα• αυτοί δε οι δύο φυγάδες να παραδοθούν εις τους κυρίους των και να εξακολουθήσουν να εργάζωνται εις τας εργασίας τας οποίας είχαν προηγουμένως• ο μεν ένας, ο Ληκυθίων, να πλύνη τα λερωμένα ενδύματα, αυτός δε ο Μυρωδάτος να ράπτη πάλιν τα σχισμένα ενδύματα, αλλ' αφού προηγουμένως μαστιγωθή με τσουκνίδαν.

Στην Λακεδαίμον' έφθασαν, μες τας σχισμένα όρη, καιτο παλάτι ετράβιξαν του ενδόξου Μενελάου• τον ηύραν 'πουτο σπίτι μου με πολλούς φίλους είχε γάμων χαραίς για τον υιό και για την θυγατέρα. του Αχιλληά προς τον υιό την κόρη του επροβόδα. 5 'ς την Τροία πρώτα υπόσχεσι και λόγο του 'χε δώσει, και τώρα τέλος έβαζαν οι αθάνατοιτον γάμο. με άλογα, με άμαξαις την έστελνε εις την πόλι των Μυρμιδόνων την λαμπρήν, οπού 'ταν βασιλέας. από την Σπάρτην έμπαζε τ' Αλέκτορα την κόρη 10 νύμφη του μεγαλόψυχου υιού του Μεγαπένθη, 'που υστερογένην έλαβε από δούλη• της Ελένης τέκνα οι θεοί δεν έδωκαν, αφ' ότου είχε γεννήσει την Ερμιόνη, 'πώλαμπε ωσάν την Αφροδίτη.

Τότε έτρεξεν η άνωθεν γραία έπεσε και του εφίλησε τα ποδάρια και τον εξώρκισεν εις το γάλα που τον εβύζαξε, παρακαλώντας τον τουλάχιστον να μη με θανατώση, και αφού με επλήγωσαν από τον δαρμόν με καλάμια σχισμένα, με εχάρισεν εις την γραίαν σχεδόν νεκράν.