United States or Micronesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΒΕΡΑΛΔΟΣ Πρέπει να ομολογήσης ότι είσαι άνθρωπος με μεγάλην προκατάληψιν και βλέπεις τα πράγματα μ' αλλόκοτα μάτια. ΑΡΓΓΑΝ Ποιος γιατρός; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Γιατρός της ιατρικής. ΑΡΓΓΑΝ Σ' ερωτώ ποιος είνε. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Δεν τον γνωρίζω· μου μοιάζει όμως τόσο πολύ, σαν να είμαστε δυο σταλαγματιές νερό.

Πήγαινε λοιπόν και προσπάθησε να την καταφέρης νάρθη να κοιμηθή μαζή μου. ΧΗΝ. θέλεις να της πω ότι όλα, αυτά που της διηγήθης ήσαν ψέμματα για να της δείξης ανδρείαν; ΛΕΟΝΤ. Όχι, δεν κάνει, Χηνίδα• είνε 'ντροπή. ΧΗΝ. Αλλοιώτικα δεν θα έλθη. Διάλεξε λοιπόν το έν από τα δύο, ή να σε πιστεύουν ως ήρωα και να σε μισούν, ή να κοιμηθής με την Υμνίδα και να ομολογήσης ότι είπες ψέμματα.

Τότε οι αδελφοί μου Διόσκουροι, επί λευκών ίππων αναβάντες, επήλθον κατά σου εκδικηταί• αλλ' ο γέρων πατήρ μου Τυνδάρεως σ' έσωσε, προσφυγόντα προς αυτόν ικέτην, και ιδού συ εκ νέου σύζυγός μου. Θα ομολογήσης βέβαια ότι, συνδιαλλαγείσα προς σε, υπήρξα έκτοτε και διά σε και διά τον οίκον μου γυνή ανεπίληπτος.

Όμως κι όταν ακόμα παραδεχθής την ύπαρξη τέτοιου μιμητικού ενστίκτου στη Ζωή και στη Φύση, σίγουρα θα ομολογήσης ότι η Τέχνη εκφράζει τον χαρακτήρα της εποχής της, το πνεύμα του καιρού της, τις ηθικές και κοινωνικές συνθήκες, που την τριγυρίζουν και που κάτω από την επίδρασή της φανερώνεται. ΒΙΒΙΑΝ. — Όχι βέβαια! Η Τέχνη δεν εκφράζει τίποτε άλλο παρά τον εαυτό της.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Χαρακτήρος ούσα βιαίου και ανυπομόνου, διήγειρε ταραχάςμη στερουμένας πολιτικής δεξιότητος, — αίτινες ομολογώ μετά λύπης, Καίσαρ, σου επροξένησαν πολλήν ανησυχίαν αλλ' ως προς τούτο, οφείλεις να ομολογήσης ότι ουδέν ηδυνάμην να πράξω.

Τότε και ο Κτήσιππος διακόψας·Αλλά και με τον ιδικόν σας πατέρα, είπε, δεν συμβαίνει το ίδιον; δεν είναι και αυτός άλλο πράγμα από τον πατέρα μου; — Καθόλου, απήντησεν ο Ευθύδημος. — Αλλά τότε λοιπόν είναι ο ίδιος; — Ο ίδιος βεβαία, — Να σου πω, δεν θα το επεθυμούσα καθόλου· αλλά δεν μου λέγεις, Ευθύδημε, εδικός μου μόνον πατέρας είναι, ή και των άλλων ανθρώπων; — Και των άλλων, απεκρίθη· τι θα ήθελες τάχα; να είναι ο αυτός πατέρας και να μην είναι: — Έτσι ενόμιζα εγώ, είπεν ο Κτήσιππος. — Πώς; θέλεις ο χρυσός να μην είναι χρυσός, ή ο άνθρωπος να μην είναι άνθρωπος: — Πρόσεξε, Ευθύδημε, του είπεν ο Κτήσιππος, μήπως δεν συνάπτεις, καθώς λέγει η παροιμία, λινάρι με λινάρι· διότι, αλήθεια, θα ήτο τερατώδες το πράγμα, αν ο πατέρας σου ήτο πατέρας όλων των ανθρώπων. — Μα είναι. — Αλλά, είπε πάλιν ο Κτήσιππος, μόνον των ανθρώπων πατέρας είναι, ή μήπως και των ίππων και όλων των άλλων ζώων; — Όλων, απεκρίθη. — Μήπως και η μητέρα σου το ίδιον; — Βέβαια και η μητέρα μου. — Και όλων των αχινών λοιπόν της θάλασσας θα είναι μητέρα η μητέρα σου. — Και η δική σου. — Και συ επομένως είσαι αδελφός με τους κωβιούς και με τα σκυλάκια και με τα γουρουνάκια. — Όπως και εσύ. — Προσέτι δε έχεις πατέρα και τον σκύλο. — Απαράλλακτα και συ. — Αμέσως ημπορώ, είπε και ο Διονυσόδωρος, να σε κάμω να το ομολογήσης και ο ίδιος, φθάνει να μου αποκριθής· λέγε μου, σε παρακαλώ, έχεις σκύλο; — Ναι, και πολύ κακορρίζικο. — Έχει και κουτάβια; — Σαν τη μάννα τους κι' αυτά.