United States or Hong Kong ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτω η αγάπη ήνοιξε δι' απλής επιψαύσεως τας ογκουμένας εκείνας πηγάς της μετανοίας, τας οποίας η καταφρόνησις θα ετήρει κλειστάς διά πάντοτε! Ουδέν συμβεβηκός της θριαμβευτικής πορείας Του ηδύνατο να δώση εις τον Κύριόν μας βαθυτέραν και αγιωτέραν χαράν.

Ο χρυσός της έκαμε και ήδη το θαύμα του, και ιδού ο κληρονόμος σου πώς κατήντησε. Και τώρα, έλεος! Οίκτον διά τον συντετριμμένων νικητήν! Οβολόν εις τον Βελισσάριον! Είμαι — ο Πετεινός σου! Πώς; Τοιαύτη επάνοδος, κατόπιν αναχωρήσεως τοσούτον θριαμβευτικής; Τόσον σκότος, κατόπιν τόσου φωτός; Τόσον στενός ο ορίζων, ώστε η δύσις να συνορεύη με την ανατολήν και ο βορράς με τον νότον;

Χα! είπεν η μήτηρ μου, μετά θριαμβευτικής χαράς. Λοιπόν επιάσθηκε! Θα είναι από αυτούς που έστειλεν ο Εφέντης δεμένους. Ελησμόνησα να σε πω πως οι ύποπτοι ευρίσκονται στην Πόλι. — Σε είπα να μη μου λέγης τίποτε, χωρίς να σ' ερωτώ, αλλοιώς θα με χαλάσης τα μάγια! είπε δυσανασχετούσα η πυθία των τριόδων, και έσεισε το κόσκινον ισχυρώς και ηκούσθη εν αυτώ κρότος, ως συγκρουομένων οσπρίων.

Διά τρίτην και τελευταίαν φοράν, αλλά τώρα εν τη βαθυτέρα γαλήνη, και τη λαμπροτέρα αταραξία της θριαμβευτικής εκείνης εμπιστοσύνης ήτις είχε διαπνεύσει διά της Μεγάλης Αρχιερατικής προσευχής Του, απεχώρησε διά να εύρη την μόνην παρηγορίαν Του εν τη μετά του Θεού κοινωνία. Κ' εκεί εύρεν ό,τι επόθει.

Διότι δεν επερνούσε πλέον η μπογιά των. Αλλά διά τρόπου αξιοπρεπούς και οι δύο. — Καλά, κυρά, είπε μίαν ημέραν ο δανειστής με γλυκύτερον ύφος. Ησύχασε. Αργότερα πάλι βλέπομεν. Ούτε εγώ να αδικηθώ, ούτε συ. — Έχεις δίκαιον, κυρά Ζωίτσα, είπε και ο δικολάβος μετά θριαμβευτικής ευφραδείας. Ηύρα το άρθρον του νόμου. Μα εκοπίασα πολύ. Μη φοβήσαι. Η προιξ δεν κατάσχεται.

Ο Ούρσος ήτο έτοιμος να υπακούση. Εις τας πύλας εφύλαττον πράγματι δύο δορυφόροι, αλλ' οι στρατιώται δεν εμπόδισαν τους απερχομένους. Προ της θριαμβευτικής αψίδος υπήρχεν ακόμη θόρυβος φορείων και μετ' ολίγον οι άνθρωποι έμελλον να εξέλθωσι κατά πυκνάς ομάδας. Και αυτοί θα ανεμιγνύοντο εις το πλήθος και θα διηυθύνοντο εις την οικίαν των. Η Λίγεια επανελάμβανε: — Ναι, Ούρσε, ας φύγωμεν.