United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η επική διήγηση του ποιήματος μόλις διακρίνεται, γιατί η λυρική μουσική τη σκεπάζει, την πνίγει, κάποτε. Ο Γύφτος είναι σα μια πρόφαση, για να πήτε πιο ξάστερα και πιο ελεύθερα εκείνο που στοχάζεσθε. Αλλά τι καλά διαλεγμένη που είναι η πρόφαση αυτή.

Είναι κάτι παρόμοιο σαν ν' αφαιρή κανείς από μια διήγηση την πραγματικότητά της, όταν προσπαθή να την κάνη παραπολύ αληθινή, και το &Μαύρο Τόξο& είναι τόσον αντικαλλιτεχνικό, οπού να μη μπορή να καυχιέται ότι έχει κ' έναν αναχρονισμό, ενώ η μεταμόρφωση του Dr Jekyll διαβάζεται επικίνδυνα σαν ένα πείραμα στη «Lancet» . Όσο για τον κ.

Ήταν πολύ λυπηρά η διήγηση, γιατί το κορίτσι στο τέλος είχε φύγει με κάποιον άνθρωπο πολύ κατώτερό της στην κοινωνική θέση, μα και στο χαρακτήρα όπως και στο μυαλό.

Και τωόντι, η αντίθετη κατάστασις των ατόμων, που ενεργούνε ή πάσχουνε εις το δράμα, εγεννήθη εις τον περασμένον καιρό, και ο ποιητής εφρόντισε να την φανερώση καθαρά εις την διήγηση, την οποίαν κάνει ο Πρόσπερος της θυγατρός του, και η οποία, σιμά εις τάλλα, χρησιμεύει ως πρόλογος εις την ερχόμενη πράξη. — Ένα παλαιό μεγάλο αδίκημα έμεινε ατιμώρητο· έφθασε η ώρα να παιδευθούν οι κακούργοι, και να λάβουν οι αθώοι την ανταμοιβή τους.

Ναι, μόνον όταν θα έχω γραμένο πια εκείνο που τώρα ζητά το δρόμο του απάνω στάγραφα φύλλα, που ίσως μια μέρα γίνουνε βιβλίο, μόνο τότε ελπίζω πως η ίδια η διήγηση θα μπορέση να μου δώση το κλειδί για να λύσω το αίνιγμα, που με βασανίζει και με ανησυχεί τώρα: τι δηλαδή είτανε στη ζωή μου όνειρο και τι πραγματικότητα. Γιατί δεν είναι μόνο η λύπη που με σφίγγει.

Κοίταξα όλα τα μαυρισμένα σπίτια, για να ιδώ αν είναι βυζαντινά και να ποτιστώ από τον τύπο τους, αλλ' ήμουν κατακομένος, τα μάτια μου πονούσαν κ' έτσουζαν και μου ήρχονταν να πέσω. Είμαι όλος άρνηση στην Πόλη και αντιλογία. Η διήγηση των άλλων για την Πόλη μου χαρίζει χίλια δώρα και δεν τα δέχουμαι. Η φράση, που την ακούω από μικρός, «Θα πάρουμε την Πόλη», μου λέγει ψέματα.

Εις αυτή τη θαυμαστή διήγηση φανερώνεται η παλαιά και δίκαιη αγανάκτησις, την οποίαν αισθάνεται κατάκαρδα ο Πρόσπερος για την αχρειότητα των εχθρών του· όμως το αίσθημα της έχθρας δεν χωράει εις την καρδιά της Μιράντας· αυτή, ακούοντας την θλιβερήν ιστορία, μόνον κλαίει τα παθήματα του πατρός της, και ενώ δεν προφέρει κανένα λόγο πικρό για τους κακοποιούς, δεν βλέπει την ώρα να γνωρίση τον ευεργέτη!

Εισήλθα από την πύλη, και ηύρα πάλιν τον εαυτόν μου ευθύς και εντελώς. Αγαπητέ, δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες· όσο μου ήτο θελκτικό, τόσο μονότονο θα ήτο εις τη διήγηση. Είχα αποφασίσει να κατοικήσω εις την αγορά, κολλητά εις το παληό μας σπίτι. Καθ' οδόν παρετήρησα εις το σχολείον, όπου μια έτιμη γρηά μας εσυμμάζωνε, όταν ήμεθα παιδιά, είχε μεταβληθή εις παντοπωλείον.

ΜΙΡ. Ω! για τόνομα του Μεγαλοδύναμου! τα κλάυματα πώκαμα τότε δεν τα θυμάμαι· ας ματακλάψω τώρα· εκείνος ο στοχασμός με κάνει να δακρύσω. ΠΡΟΣΠ. Άκουσε ολίγο ακόμα, κ' έπειτα σε φέρνω στην υπόθεση που μας εγγίζει τώρα, δίχως την οποία τούτη η διήγηση θα ήταν πολύ άκαιρη. ΜΙΡ. Πώς δεν μας αφανίσανε τότε; ΠΡΟΣΠ. Σωστό είναι το ερώτημά σου, κόρη μου· η ιστορία μου το παρακινεί.

Αλλ' όπως και αν εταράχθηκαν τα λογικά σας, βεβαιωθήτε ότι εγώ είμαι ο Πρόσπερος, εκείνος ο ίδιος δούκας, ο οποίος είχε διωχθή από το Μιλάνο, ο οποίος με παράδοξον τρόπο, σε τούτο τακρογιάλι, όπου σεις ετσακισθήκετε, εβγήκε γλυτωμένος να το κυριέψη. Φθάνει για τώρα· γιατί τούτο δεν είναι διήγηση μιας στιγμής, μήτε αρμόζει σε τούτη την πρώτη απάντησή μας.