United States or Portugal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ότι ουδόλως εζημιώθητε, ω Ερμή, παρ' εμού και των έργων μου είνε φανερόν• ή συ απόδειξέ μου και την ελαχίστην ζημίαν και τότε εγώ θα σιωπήσω και θ' αναγνωρίσω ότι δίκαια έπαθα εκ μέρους υμών.

Σωκράτης Και προ ολίγου σου είπα, Μένων, ότι είσαι πονηρός· και τόρα πάλιν μ' ερωτάς, εάν ειμπορώ να σε μάθω, εγώ, ο οποίος υποστηρίζω ότι δεν υπάρχει διδαχή αλλ' ανάμνησις, διά να φαίνωμαι αντιφάσκων προς τον εαυτόν μου. Μένων Μα τον Δία, Σωκράτη, δεν ωμίλησα υπό τοιούτον πνεύμα, αλλ' απλώς από συνήθειαν. Δι' αυτό, αν ειμπορής να μου αποδείξης ότι έτσι είναι, όπως λέγεις, απόδειξέ το.

Απόδειξέ μου ότι είναι ορθόν και δίκαιον εις την περίστασιν αυτήν να επιρρίψης την αιτίαν του φόνου εις τον πατέρα σου συ ο υιός του και να επιδιώξης την τιμωρίαν του δι' ένα τοιούτον εγκληματίαν. Έλα λοιπόν προσπάθησε δι' αυτάς τας περιπτώσεις να μου αποδείξης καθαρά και ξάστερα ότι όλοι οι θεοί επιδοκιμάζουν αυτήν την πράξιν του υιού αυτού περισσότερον από κάθε άλλο.

Πιθανόν ο Πετρώνιος να έχη μεγαλειτέραν αξίαν από τους αχρείους, υπό των οποίων περιστοιχίζεται ο Νέρων. Αλλά να θέλη τις να του αποδείξη, ότι έκαμε κακήν πράξιν, χάνει τον καιρόν του. Δεν έχει πλέον γνώσιν του καλού και του κακού. Απόδειξέ του ότι το διάβημά του είναι αντιαισθητικόν και θα εντραπή.

Σωκράτης Πώς όχι; και ήρχισε μάλιστα, φίλε μου, με ένα ύφος πολύ υπερήφανον ως εξής: — Θέλεις, μου είπε, Σωκράτη, να σου διδάξω αυτήν την επιστήμην, που τόσον σας βασανίζει να την ευρήτε, ή θέλεις να σου αποδείξω ότι την κατέχεις ήδη; — Ω μακάριε Ευθύδημε, του είπα, είναι αλήθεια στο χέρι σου να το κάμης αυτό; Απολύτως, μου απεκρίθη. — Μα τον Δία! απόδειξέ μου λοιπόν ότι την κατέχω· διότι αυτό είναι πολύ ευκολώτερον, παρά να κάθομαι τώρα να μαθαίνω εις αυτήν την ηλικίαν που ευρίσκομαι. — Έλα λοιπόν να μου απαντήσης εις αυτό που θα σε ερωτήσω· είναι τίποτε που να το γνωρίζης; Βεβαίως, του απήντησα, και πολλά πράγματα μάλιστα, αλλά ασήμαντα οπωσδήποτε. — Αυτό αρκεί, μου είπε· λοιπόν φρονείς τώρα, ότι μεταξύ των πραγμάτων, που υπάρχουν, ευρίσκεται κανένα, που να μην είναι εκείνο που είναι; — Όχι μα την αλήθειαν, αυτό δεν είναι δυνατόν. — Δεν είπες όμως ότι εσύ γνωρίζεις κάτι τι; — Μάλιστα. — Λοιπόν αφού γνωρίζεις, θα ειπή πως είσαι επιστήμων. — Μάλιστα, αυτού δηλαδή του πράγματος που γνωρίζω.

Και ο μεν Κτήσιππος έμεινεν αναπολόγητος και εσιώπησεν· εγώ δε, με απορίαν μου και θαυμασμόν δι όσα ήκουσα, — Πώς λέγεις, τον ηρώτησα, Διονυσόδωρε; έχω πράγματι ακούση από πολλούς και πολλάκις να κάμνουν χρήσιν αυτού του συλλογισμού και πάντοτε τον εθαύμασα· διότι και η σχολή του Πρωταγόρα και άλλοι ακόμη αρχαιότεροι φιλόσοφοι τον μετεχειρίζοντο συχνά· εμένα πάντα μου εκίνησε τον θαυμασμόν, και μου φαίνεται ότι και όλους τους άλλους ανατρέπει και αυτόν τον ίδιον· ελπίζω όμως να με διδάξης εσύ καλύτερα από κάθε άλλον, ποίον είναι το αληθές περί αυτού. «Δεν ημπορεί κανείς να ειπή ψεύματα», αυτό είναι το νόημα του συλλογισμού· δεν είναι έτσι; αλλ' ή κατ' ανάγκην εκείνος που ομιλεί θα λέγη αλήθειαν, ή δεν θα ομιλή; — Αυτό είναι, απήντησεν ο Διονυσόδωρος. — Θέλουν να ειπούν με αυτό, ότι είναι αδύνατον κανείς να είπη ψεύματα, ημπορεί όμως να έχη ψευδείς δοξασίας; — Όχι, ούτε ψευδείς δοξασίας, μου απήντησεν. — Ώστε δεν υπάρχει καθόλου ούτε ψευδής δοξασία; — Όχι, — Ούτε αμάθεια επομένως, ούτε αμαθείς άνθρωποι· διότι τ' άλλο παρά τούτο, αν υπήρχε, θα ήτο η αμάθεια, να μην έχη κανείς ορθάς ιδέας περί των πραγμάτων; — Βεβαιότατα. — Αλλ' αυτό δεν γίνεται, είπα εγώ. — Όχι βέβαια. — Το λέγεις έτσι αυτό, Διονυσόδωρε, απλώς διά να γίνεται λόγος και να μας εκπλήξης με αυτήν την παραδοξολογίαν, ή πραγματικώς το πιστεύεις πως δεν υπάρχει κανείς αμαθής εις τον κόσμον; — Αλλ' απόδειξέ μας συ το εναντίον. — Αλλά είναι δυνατόν να γίνη αυτό, κατά τον λόγον σου, να αναιρέση κανείς έναν άλλον, αφού κανένας δεν λέγει ψεύματα; — Όχι, δεν είναι δυνατόν, είπεν ο ΕυθύδημοςΑλλά μήπως σου εζήτησα εγώ, επανέλαβεν ο Διονυσόδωρος, να αναιρέσης τον ισχυρισμόν μου; διότι ένα πράγμα που δεν υπάρχει, πως είναι δυνατόν κανείς να το ζητήση; — Ω Ευθύδημε, είπα εγώ, δεν εννοώ ακόμη κατά βάθος όλα αυτά ωραία και σοφά πράγματα· κάτι όμως άρχισα αμυδρώς να καταλαμβάνω.