United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι Μάγοι ήλθον εις Βηθλεέμ και προσήνεγκον εις το θείον Βρέφος εν τη ταπεινή και πτωχική «οικία του» φόρον λατρείας, με την οποίαν δεν έκρινον καλόν να τιμήσουν τον Ηρώδην εν τω μαρμαίροντι ανακτόρω του, τον Ιδουμαίον άρπαγα. «Και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών, προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν». Η φαντασία των πρώτων Χριστιανών εύρεν εις έκαστον δώρον ιδιαιτέραν σημασίαν· η σμύρνα είναι διά την φύσιν την ανθρωπίνην, ο χρυσός εδόθη προς τον Βασιλέα και ο λίβανος προς την θεότητα· ή και άλλως, ο χρυσός διά την φυλήν του Σημ, η σμύρνα διά την φυλήν του Χαμ, και ο λίβανος διά την του Ιάφεθ, — αθώαι φαντασιοπληξίαι, φωτειναί και θέλγουσαι, άξιαι μνείας μόνον και μόνον διότι απεκρυσταλλώθησαν εις αιωνίας παραδόσεις, από τας οποίας ήντλησαν υπερόχους εμπνεύσεις η ποίησις και η τέχνη η χριστιανική.

Πάντοτε δε να φροντίζη κυρίως πώς να καταστήση την μνήμην των αείμνηστον και να μοιράζη εις τους μεταστάντας το ανάλογον μέρος από τας δαπάνας τας οποίας του χαρίζει η τύχη. Λοιπόν, εάν κάμνωμεν πάντοτε αυτά και ζώμεν συμφώνως με αυτά, όλοι θα λάβωμεν τον μισθόν μας από τους θεούς και τους καλλιτέρους μας και θα ζώμεν με καλάς ελπίδας εις την περισσοτέραν μας ζωήν.

Έκαμαν κλίμακας ίσας με το τείχος των πολεμίων· εμέτρησαν δε αυτό κατά προσέγγισιν, οδηγούμενοι από τας επιστρώσεις των πλίνθων των τεθειμένων προς το μέρος των Πλαταιών και τας οποίας είχον αμελήσει να σκεπάσουν διά κονιάματος. Πολλοί συγχρόνως ηρίθμουν τας επιστρώσεις, και οι μεν ενδεχόμενον ήτο να σφάλλουν, οι δε περισσότεροι να επιτύχουν την αληθή αρίθμησιν.

Οι περί των εν Αισχύλω ειδώλων γράψαντες κριτικοί ηναγκάσθησαν να κατέλθωσι μέχρι του Σαικσπείρου, όπως εύρωσιν ανταγωνιστήν, εφάμιλλον του Έλληνος ποιητού, περί την τέχνην του επάγειν δαιμόνια ή φάσματα· πάντες δ' ομοφώνως αναγορεύουσι τους δύο τούτους ως τους μόνους μετά πλήρους επιτυχίας δυνηθέντας να χρησιμοποιήσωσι τα υπέρ φύσιν εις τα δράματα αυτώνΠόθεν τούτο; — Άρα γε διότι ήσαν εντεχνότεροι των λοιπών ούτοι περί την εκμετάλλευσιν της δεισιδαιμονίας, ήτις υπολανθάνει αείποτε εις την φύσιν του ανθρώπου; Ή διότι αι επικρατούσαι κατά την εποχήν εκάστου αυτών προλήψεις εχορήγησαν εις αμφοτέρους βάσιν, της οποίας εστερούντο οι ποιηταί οι ζήσαντες εις εποχάς μάλλον πεφοτισμένας; — Το κατ' εμέ, παραδέχομαι ταυτοχρόνως αμφοτέρας ταύτας τας εξηγήσεις.

Όταν εισήλθομεν εξώρμησαν τουλάχιστον δεκαπέντε κατά της Χριστίνας, της οποίας εθαύμασα κατά την έφοδον ταύτην το θάρρος και την ετοιμότητα με την οποίαν εμοίραζεν ως αντίδωρον ανά έν βλέμμα και έν μειδίαμα εις έκαστον απαιτητήν. Η τοιαύτη διανομή εξηκολούθησε χωρίς διαλείμματα καθ' όλην την διάρκειαν της εσπερίδος.

Θηλείας βους επίσης δεν τρώγουσιν ούτε αι γυναίκες των Κυρηναίων, ένεκα της Αιγυπτίας Ίσιδος, χάριν της οποίας και νηστείας τελούσι και εορτάς. Αι δε γυναίκες των Βαρκαίων ούτε βοός ούτε χοίρου γεύονται. Και ταύτα μεν ούτως έχουσιν.

Παν λοιπόν το δυνάμενον οπωσδήποτε να συντελέση εις την επικράτησιν των νεύρων και ιδίως του εγκεφάλου θεωρώ ως ζημίαν, της οποίας κατ' ουδένα τρόπον δύνανται να θεωρηθώσιν ως επαρκής αντιστάθμησις αι απολαύσεις αι προερχόμενοι εκ της προόδου της επιστήμης, της τέχνης και του πολιτισμού. Ουδ' είνε αύται διά τον ακριβώς εξετάζοντα τα πράγματα υπό ουδεμίαν έποψιν μεγάλαι.

Χοηφόροι, το δεύτερον δράμα της Ορεστείας περιέχον την κυρίαν πράξιν, την μητροκτονίαν του Ορέστου, επί της οποίας στηρίζεται το ηθικόν πρόβλημα της Τριλογίας. Με την αναγνώρισιν των αδελφών Ηλέκτρας και Ορέστου και μετά θρήνον επί του πατρικού τάφου, θανατώνει τον Αίγισθον και την μητέρα του ο Ορέστης, τότε δε ο νους του σαλεύεται, τα φάσματα των Ερινύων τον καταδιώκουν και φεύγει εξόριστος.

Εν τω μεταξύ δε τούτω ο δήμος των Αργείων φοβηθείς τους Λακεδαιμονίους και συνδέσας πάλιν μετά των Αθηναίων συμμαχίαν, εκ της οποίας ήλπιζε μεγάλην ωφέλειαν, έκτισε μακρά τείχη μέχρι της θαλάσσης, διά να δύναται να εισάγη τρόφιμα διά της συνδρομής των Αθηναίων εν περιπτώσει που ήθελεν αποκλεισθή η διά ξηράς μετακόμισις. Τον τειχισμόν τούτον εγνώριζαν και πολλαί των εν Πελοποννήσω πόλεων.

Κατά τον Αριστοτέλη ο ύπνος προσβάλλει κυρίως την κοινήν ή πρώτην αίσθησιν, ήτις είναι η αίσθησις η συλλέγουσα πάντα τα αισθήματα, και άνευ της οποίας ταύτα δεν θα εγίνοντο. Εάν εν τοις ονείροις αισθάνεται το ζώον, τα αισθήματα ταύτα είναι όλως διάφορα των συνήθων αισθημάτων.