United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τρία άλλα παιδία, το έν μικρότερον του άλλου, έπαιζον παρά-πέρα εν τη ρυπαρά αυλή, καταβορβορωμένα μέσα εις τα νερά της πλύσεως. — Της προάλλαις, εις το Μενίδι, έλεγεν ο Μιστόκλης, προσβλέπων μετά τινος δισταγμού την βεβαρημένην της συζύγου του κοιλίαν, από κάθε εικόνα που μου κοστίζειτέχνη και κόπος και κεφάλαια, — μια δεκάρα, έβγαλα δύο και τρεις δραχμαίς.

Είνε μέσα καταμεσής ς' την Σταμπούλ. Μυρμηκιά γύρω τα τούρκικα σπίτια. Σ' το Βεφά-Μεϊντάν. Πίσω ς' την αυλίτσα ς' ένα μεγάλο χάνι που δουλεύουν Αρμένιοι υφανταί. Εκεί είνε ο τάφος του Παλαιολόγου σκεπασμένος με λιθάρια ρυπαρά και όστρακα από δε την υγρασίαν οπού υπάρχει εκεί, εφύτρωσαν αγριόχορτα διάφορα.

Ολίγος δε παρήλθε χρόνος, και η ρυπαρά εκείνη χειρ εισήλθε και πάλιν εις το θυλάκιον, και νέαι αδελφαί μου απετέθησαν πλησίον μου. Το αυτό επανελήφθη πολλάκις της ημέρας, και ηπόρουν τη αληθεία, πού ο ρυπαρός εκείνος ρακενδύτης εύρισκε τόσα χρήματα, ώστε να πληρόνη υπερτιμημένας όλας μου εκείνας τας αδελφάς.

Ήτο τω όντι πολύ δύσκολον ν' αναγνωρίσωμεν τον μικρόν Κώσταν, διότι, καθ' ην ημέραν τον είχομεν ιδεί κλαίοντα και ακολουθούντα το υπερήφανον αρχοντόπουλον, είχε και το πρόσωπον και το σώμα του καταλασπωμένα, γυμνούς τους πόδας, ενδύματα δε ρυπαρά και εσχισμένα· ενώ ο μικρός μαθητής του Πέτρου ήτο ήδη καθ' όλα καθαρώτατος· ούτε ανυπόδητος ήτο πλέον, αλλ' ούτε ρακενδύτης.

Περιττόν, υποθέτω, να σταθώμεν ενώπιον του μικρού αυτού θεατριδίου, το οποίον περικλείει ολόκληρον μία και μόνη ρυπαρά σινδών, και εις του οποίου την ανοικτήν θυρίδα κινούνται ένθεν κακείθεν δυο τρεις πλαγγόνες, συνδιαλεγόμεναι ακατανόητα διά του στόματος του κινούντος αυτάς θεατρώνου. Είνε τόσον αδέξιαι, ώστε ουδέ να δαρώσι καν προσηκόντως δεν κατορθόνουσιν. Ας προχωρήσωμεν.

Της κυνικής δε ταύτης πανδαισίας χορηγός μεν είνε πανταχού ρυπαρά τις και λιπαρόχειρ μαγείρισσα, ευμενείς δε και ανεκτικοί προστάται και οιονεί τραπεζοκόμοι η αστυνομία της πρωτευούσης και η δημοτική αρχή Αθηναίων.

Εκτός αν εξήρχετό τις πρώτον πατών εις το ύδωρ και σύρων είτα την λέμβον, αν ήτο ελαφρά, μέχρι των ποικιλοχρώμων οστράκων της παραλίας, άτινα εσώρευεν εκεί και ξηρά και θάλασσα, η μεν λεία, καθαρά και εστιλβωμένα εν τη προστριβή του κύματος, η δε ρυπαρά και ακάθαρτα, όσα θραύσματα έρριπτον οι κάτοικοι εις τον άνω της ακτής βράχον, γενικήν αποθήκην των σαρωμάτων.

Ξανθίππη, κάθε νεύρον μου η θέα σου ταράττει, όταν σκεφθώ, κυρά, πώς άδειαζες 'στήν κεφαλήν εκείνην του Σωκράτη δοχεία ρυπαρά. Ω Κλεοπάτρα, σύλλαβε τον χάχα τον Ρωμαίον εντός χρυσού δικτύου, κι' ας τον ιδώ νικώμενον και φεύγοντα δρομαίον την άκραν του Ακτίου. Προβαίνετε, προβαίνετε με μειδιώντα χείλη, προβαίνω δε κι' εγώ, και μίαν μίαν από σας φορών το πετραχήλι την εξομολογώ.