United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο Κάλχας είπε μετά χαράς προφανούς: Ω αρχηγοί του πανελληνίου τούτου στρατού, ίδετε ποίον θύμα η θεά έφερεν εδώ εις τον ίδιον αυτής βωμόν: μίαν έλαφον, θρέμμα των ορέων. Αυτήν μάλλον επροτίμησε της κόρης, ίνα μη δι’ αίματος ευγενούς μιάνη τον βωμόν της.

Δεν θέλει να νυμφευθη ή ν' αρραβωνισθή η νεωτέρα προ της μεγαλειτέρας. — Κακή δουλειά, φίλε μου! Φοβούμαι ότι θα έχης να περιμένης πολύ. Δύσκολα θα τον εύρη η μεγάλη. Αλλ' όμως όλα γίνονται, ώστε μη απελπίζεσαι. Ο Διάκος εσιώπησε πλήρης προφανούς μελαγχολίας. — Και όμως, επανέλαβε μετ' ολίγον, είναι θησαυρός η νέα, και ας είναι άσχημη! Δεν υπάρχει επί γης ψυχή αγαθωτέρα!

Υψηλότερον των λοιπών καθημένη, εκράτει επί των γονάτων αυτής ύπτιον κόσκινον, εφ' ου κύπτουσαι η Οθωμανίς και η μήτηρ μου, εφαίνοντο προσπαθούσαι να εννοήσωσι κάτι τι, μετά προφανούς εκπλήξεως και απορίας. Μετά μακράν σιωπήν: — Καθώς σε λέγω, είπεν η Αθιγγανίς μετά δογματικής εμφάσεως. Ο φονιάς είναι κοντά σας· γυρίζει τριγύρω σας· μην τον ζητάτε μακρυά.

Τι έπαθες; Τι έχεις Σοφία; Δεν απεκρίθη εκείνη. Έμενεν υπό το κράτος του τρόμου. Ο Κ. Μελέτης, ακολουθών την διεύθυνσιν του βλέμματός της εστράφη προς τον Νίκον, τον οποίον τότε πρώτον έβλεπε και εκείνος εις το φως. Η όψις του γέροντος δεν εξέφραοε τον τρόμον ως η της αδελφής του, αλλά μετ' εκπλήξεως προφανούς παρετήρει και ούτος τον Νίκον. Εστράφην τότε κ' εγώ προς τον εξάδελφόν μου.

Αλλ' αίφνης εκρούσθη η θύρα, και, μετά προφανούς δυσαρεσκείας είδε την καταξύριστον μορφήν του υπηρέτου ευσεβάστως παρακύπτουσαν όπισθεν του θυροφύλλου. — Τι τρέχει, Λουή; τον ηρώτησα εισερχόμενον. — Μία Τούρκισσα, απήντησεν υποκλινόμενος προ της συνοφρυωμένης μητρός μου, μία Τούρκισσα προς επίσκεψιν. — Προς επίσκεψιν ημών; Δεν είναι δυνατόν! Θα έχης λάθος, Λουή, πήγαινε!

Επόνει ο δυστυχής και εκράτει διαρκώς την χείρα επί του αριστερού οφθαλμού του. Ήτο η σειρά του ήδη και επερίμενε μετά προφανούς ανυπομονησίας, όρθιος, προσηλών τον δεξιόν οφθαλμόν εις την θύραν του δωματίου του οφθαλμιατρού. Ο μεσόκοπος ήτο έπαρχος Θήρας.

Εξήγαγα του κόλπου μου το σακκούλιον εντός του οποίου είχα ολίγα γρόσια, το προϊόν της έως τότε πωλήσεως εκ του χαβιαρίου μου, και ήρχισα να λύω τους κόμβους μετά προφανούς δυσαρεσκείας. Αλλ' οι κόμβοι ήσαν πολλοί και περιπεπλεγμένοι, οι δε δάκτυλοι μου δεν έσπευδον εις του εμπλέγματος την λύσιν.

Άκουσε, Πλατέα, είπεν ο Λιάκος μετά προφανούς συγκινήσεως. Τι εσκέφθης το εννοώ, διότι σε γνωρίζω. Αλλά δεν ημπορώ να δεχθώ εκ μέρους σου τοιαύτην θυσίαν. — Τι θυσίαν; και ποίος σ' ερωτά να δεχθής ή να μη δεχθής; Απεφάσισα να την πάρω, διότι θέλω να νυμφευθώ, και θα την πάρω! Και αν δεν είναι με το θέλημα του πατρός της, θα την κλέψω! Ιδού!

Οι ξένοι ούτοι ομολογιούχοι ήσαν Ολλανδοί τινες, οίτινες αγοράσαντες προς κερδοσκοπίαν μέγα μέρος των ομολογιών των δανείων της επαναστάσεως προσεπάθουν μετά προφανούς κακής πίστεως να εκμεταλλευθώσι την ανάγκην, ην η Ελλάς είχε των Ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων .