United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο δημόσιος κήρυξ διαταχθείς από τον έπαρχον, ένα δίπηχυν φουστανελοφόρον, εκραύγαζε κτυπών επί της τραπέζης το σφυρίον του. — 32 χιλιάδες μία! 32 χιλιάδες δύο! τριάντα δύο χιλιάδες ο φόρος του ελαίου! Και μετ' ολίγον προσέθετε: — Έχει άλλος; Θα πάρη τέλος.

Και προσέθετε: — Δεν γελάς και κομμάτι; . . . Είχε την καλωσύνην ν' αναβαίνη μετά της Θωμαής καθ' εκάστην ο καπετάν- Πέτρος και να υποβοηθή αυτήν εις τας ερεύνας της, συνοδεύων αυτήν, και προσπαθών συνάμα διά τοιούτων παραδόξων να τέρπη την εξαδέλφην του, ανιώσαν πάντοτε και κατατηκομένην.

Και η Μάρω προσέθετε: — Και περνάει ο Γιάννος και της δίνει μήλο, μήλο δαγκωμένο κι' άλλο φιλημένο!. . . — Α! όχι φιλημένο, δεν πάει φιλημένο!. . . είπεν η Μάρω, γελώσα τον αθώον παιδικόν της γέλωτα. Η Μάρω και εις την θέσιν της αυτήν, την κρισιμωτάτην διά την ζωήν της, ήτο χαρουμένη.

Το μεγαλείτερον όμως θαύμα του αγίου Νικολάου, που νάχουμε την ευχή του, προσέθετε την επαύριον ο γέρων του χωρίου ιερεύς, είνε ότι ουδέποτε φαιδρότερον επανηγυρίσθη η εορτή του Αγίου Νικολάου εις την νήσον μας από το έτος αυτό. Ετούτο το έλεγε και τα ξανάλεγεν και η γρηά το Μορφάκι, η οποία πρώτην φοράν επί ζωής της είχε μείνει εις την αγρυπνίαν έως το πρωί.

— Η μητέρα πού είνε; ηρώτησε πάραυτα με ξενίζουσαν στρυφνήν και βραχνήν προφοράν ο καπετάν Νικολάκης. — Πήγε 'στο Κάστρο, απήντησεν η κόρη, προσπαθούσα τότε να περισυνάξη την εύμορφον κόμην της, ν' ανάψη το φως και το πυρ και να συγυρίση τον πενιχρόν οικόν της. Πήγε' στο Κάστρο, επανελάμβανε. Και προσέθετε μόνη της: «Σαν προφήτης! Δεν της είπα να μη πάη

Το έμπλεων της καρδίας του προσέθετε δύναμιν και ταχύτητα εις παν κίνημά του. Έρχονται «κύνες πολλοί, συναγωγή πονηρευομένων», να συλλάβωσι τον διδάσκαλόν του; Η ζέσις του Πέτρου αναλάμπει εις την μάχαιράν του, και εις μίαν στιγμήν ο πορθεύς της Γαλιλαίας μεταμορφούται εις ατρόμητον πολεμιστήν!

Επειδή δε ήτο φίλος των περισσοτέρων και ισχυροτέρων εις την Ρώμην, διηγείτο εις όλους όσα παρά των αποσταλέντων ήκουσε, προσέθετε δε και ιδικά του. Και τοιουτοτρόπως εγέμισε την πόλιν με τον θαυμασμόν προς το μαντείον του Αλεξάνδρου και διετάραξε τα πνεύματα και τους περισσοτέρους των αυλικών παρέσυρε και συνεκίνησε, ευθύς δε και ούτοι έσπευδον να συμβουλευθούν το μαντείον.

Προσέθετε δε ότι αυτός είχε προαποσταλή διά να αναγγείλη ταύτα και διά να ενασχοληθή εις τας λοιπάς πολεμικάς παρασκευάς. Και οι μεν Μυτιληναίοι ενεθαρρύνθησαν και ολιγώτερον έκλινον προς την γνώμην να συνθηκολογήσουν μετά των Αθηναίων. Και ο χειμών αυτός ετελείωνε καθώς και το τέταρτον έτος του πολέμου τούτου, τον οποίον συνέγραψεν ο Θουκυδίδης.

Πρώτα-πρώτα επεχείρησα ν' αποσείσω τον λήθαργον αυτόν. Ήρχισα να βαδίζω νευρικάγρηγορώτεραταχύτερα ακόμηκαι τέλος ήρχισα να τρέχω. Εδοκίμασα την καταστρεπτικήν ανάγκην να φωνάξω με όλας μου τας δυνάμεις. Κάθε επιδρομή νέας σκέψεως μου προσέθετε και νέους τρόμους. Διότι, αλλοίμονον, ήξευρα πολύ καλά ότι πάσα σκέψις, εις την κατάστασιν που ήμουν, εσήμαινε και την καταστροφήν μου.

Απευθύνων έπειτα υπαινιγμούς τινας εναντίον του στρατηγού Νικίου του Νικηράτου, του οποίου ήτο εχθρός προσωπικός και αντίπαλος πολιτικός, είπεν ότι, εάν ήσαν άνδρες οι στρατηγοί, ευκόλως θα ηδύναντο με τας δυνάμεις, τας οποίας είχαν, να πλεύσουν εναντίον των ευρισκομένων εις την νήσον και να συλλάβουν αυτούς· προσέθετε δε ότι και αυτός ούτος θα το έπραττεν, εάν ήτο στρατηγός.