United States or Isle of Man ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τότε οι τελούντες το μνημόσυνον χριστιανοί μετά πολλής χαράς έδιδον δύο ρεγκίναις εις τον «πονετικόν ψάλτην» — αυτά τα νομίσματα ήσαν τότεδιά τον κόπον του». — Ο καϋμένος! Δηλαδή ήτο να κλαίη άνθρωπος, όταν έψαλλεν ο κυρ Στρατής. Τόσον, οπού ο παπα-Γιάννης, ο εφημέριος του νεκροταφείου, ένας με πράσινα γυαλιά, το είχε βαθύ παράπονον: — Να μη μπορώ κ' εγώ να τα καταφέρω έτσι!

Τωόντι μαθών και ιδών ότι ο Δαρείος επεθύμει να αφήση μνημόσυνον τοιούτον οίον ουδείς άλλος των προκατόχων του κατέλιπε, τον εμιμήθη μέχρις ου έλαβε τον μισθόν των πράξεών του. Ιδού δε με ποίον τρόπον. Ο Δαρείος έκοψε νόμισμα με τον καθαρότερον χρυσόν τον οποίον ηδυνήθη να εύρη· αμέσως ο Αρυάνδης τον εμιμήθη κόψας νόμισμα εξ αργύρου, και σήμερον το καθαρώτατον αργύριον είναι το Αρυανδικόν.

Επιθυμήσασα η Ροδώπις να εγκαταλίπη εις την Ελλάδα ανάμνησιν εαυτής, έκαμε πράγμα το οποίον μήτε εφαντάσθη κανείς μήτε αφιέρωσεν άλλο όμοιον εις ναόν, και το αφιέρωσεν εις τους Δελφούς εις μνημόσυνόν της. Παρήγγειλε και επλήρωσε διά του δεκάτου της περιουσίας της πολλούς οβελούς σιδηρούς διά τους οπτομένους βόας, τόσους όσους τη επέτρεπεν η τιμή του δεκάτου, και τους έστειλεν εις τους Δελφούς.

Οι φίλοι του και θαυμασταί και συμπατριώται συνεκινήθησαν και εξεδήλωσαν τα αδελφικώτατα αισθήματα αγάπης. Εστάθη όμως αδύνατον να επανέλθη εκ Κερκύρας, όπου τον απεστείλαμεν χάριν τον κλίματος, υγιής. Εις αιωνίαν ανάπαυσιν της ψυχής του ετελέσθη υπό των λογίων και φίλων εν τω ναώ της Μονής Ασωμάτων Πετράκη μνημόσυνον, κατά το οποίον ωμίλησεν ο νυν Πρύτανις του Πανεπιστημίου κ. Σπ. Λάμπρος.

Έπεσε και επτωματίσθη εις τα καταχθόνια, και εξωλοθρεύθη εκ γης το μνημόσυνον αυτού, ο υπεραιρόμενος και λαλήσας αδικίαν εν υπερηφανία και εξουθενώσει κατά του κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του αληθινού θεού, και της αχράντου μητρός αυτού της ευλογημένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, απώλετο ο ασεβής μετ' ηχούς. Επέστρεψεν ο πόνος αυτού επί την κεφαλήν αυτού...».

Ασμένως δε καί τοι δημοσιευθείσαν καταχωρίζω ενθάδε, αΐδιον μεν του διαθέτου μνημόσυνον καλόν δε παράδειγμα προς ημάς απαραίτητον έχοντας ανάγκην τοιαύτης διδασκαλίας, κόσμον δε του βιβλιαρίου μου τούτου.

Εκράτουν εις χείρας την λευκήν οθόνην, την οθόνην εκείνην, την οποίαν έσυρα και ελύθη η κόμη της, ότε επιστρέφων εκ Σμύρνης είδα πρώτην την Ανδριάναν, εις την θύραν της οικίας μας. Η οθόνη εκείνη έμεινε, το μόνον λείψανον, μόνον μνημόσυνόν της! Την εκράτησα έκτοτε, και την έχω εισέτι, και την διατηρώ ως ιερόν κειμήλιον, ως προσφιλές ενθύμημα.

Οικοδομή μεγάλη τετράγωνος, διώροφος, εν η ευρίσκοντο κατά σειράν τα κελλία, οικοδομή ασχεδίαστος του μακαρίτου Γέροντός του, ήτις ως στρατών έρημος υψούται εκεί ακόμη μελαψή και πένθιμος εις την δροσόπνοον εκείνην κορυφήν της νήσου. Ήτο περί το τέλος η Ακολουθία. Διέκριναν ψαλλόμενα τα Νεκρώσιμα Ευλογητάρια. Ετελείτο μνημόσυνον.

Ετοποθέτησε την λάμπαν· ημείς εκαθήσαμεν, και ο κυρ-Στρατής ιστάμενος ενώπιόν μου, εξηκολούθει: — Μία οικογένεια, που λες, επέμεινε σήμερα έξω να κάμη μνημόσυνον. 'Σ πολλά έτη όμως, που ο παππάς εστάθη παλληκάρι· αν και η οικογένεια έλεγεν ότι είχεν έγγραφον από την Μητρόπολιν. — Για να σου πω, κυρά μου, είπεν ο παππάς.

« Γεφυρώσας ο Μανδροκλής τον ιχθυόεντα Βόσπορον, αφιέρωσεν εις την Ήραν το μνημόσυνον τούτο της σχεδίας. Εκτελέσας δε το έργον κατά την επιθυμίαν του βασιλέως, εις εαυτόν μεν περιέθετο στέφανον, εις τους Σαμίους δε δόξαν. » Τοιούτο μνημείον αφήκεν ο ζεύξας την γέφυραν.