United States or Venezuela ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' αι τοιαύται παράκαιροι και ανωφελείς μετάνοιαι δεν αποπλύνουν το αιώνιον αίσχος των πολιτικών αδικημάτων. Το κυριώτερον χαρακτηριστικόν της φρονήσεως είναι η πρόνοια· η δε μετάνοια δεν αποδεικνύει ειμή την παρελθούσαν αφροσύνην.

Μα εκείνος, χωρίς να με κυττάξη καν, επροσπέρασε προς τους εγγλέζους. Νά! του κάμνω κ' εγώ με τα χέρια μου, και του γύρισα της πλάταις. Εθύμωσα, θεια- Κυρατσού. Ποιος είνε εκείνος που δεν θυμώνει; Τόση ακαταδεξία πλεια! Και ανασηκόνων τα καποτάκι του, εξηκολούθει: — Εγώ μιλώ με δικηγόρους και δικαστάδες, ως απάνω τρανούς. Εμένα, μου βάζουν μετάνοια οι δικηγόροι, και μετάνοια οι δικασταί.

Ούτω, η μετάνοια και η βασιλεία τον ουρανών ήσαν τα δύο κυριώτερα σημεία του κηρύγματος αυτού, και μολονότι δεν ηξίου το βραβείον ουδενός θαύματος, εν τούτοις ενώ ηπείλει τιμωρίαν εις τους υποκριτάς και όλεθρον εις τους κακούς, υπέσχετο ωσαύτως άφεσιν αμαρτιών εις τους μετανοούντας και την βασιλείαν τον ουρανών εις τους αγνούς και τους αναμαρτήτους.

Οι ψυχές, η μια ύστερ' από την άλλη, μας κάνουν να συμμεριστούμε κάποια μετάνοια ή κάποια χαρά. Εκείνος που της χήρας του το μυρολόι τον έμαθε να πίνη το γλυκό αψέντι του πόνου μας μιλεί για τη Νέλλα που προσεύχονταν στο μοναχικό της κλινάρι κι από το στόμα του Buonconte ακούμε πως ένα μοναχό δάκρυ μπορεί να γλυτώση από τον διάβολο τον αμαρτωλό που πεθαίνει.

Ολίγον υπώπτευον ότι η μετάνοια δύναται να φέρη την πόρνην και τον τελώνην εις στενωτέραν προς τον Δημιουργόν των ή η πολύπονος επιτήδευσις μυρίων φορτικών και σεβασμίων υποκρισιών.

Μέχρι που έταξα να πάω για προσκύνημα στον Άγιο Φραγκίσκο, τώρα, τον Οκτώβρη….» «Άκουσε», είπε ο Έφις, που κάθισε μπροστά στην παραστιά κι δεν έλεγε να φύγει, «δεν χρειάζεται να πας για προσκύνημα. Εάν θέλεις να κάνεις μετάνοια, κάνε την εδώ, στο σπίτι σου.» «Εγώ δεν έχω ανάγκη να κάνω μετάνοια! Εάν θα πάω, θα πάω από ευλάβεια.

Θα θρηνήσης τότε τον χωρισμόν μας, θα χύσης πικρά μετανοίας δάκρυα, αλλά η όψιμός σου μετάνοια δεν θα σε ωφελήση· το γνωστόν δεν γίνεται πλέον άγνωστον. Αγάπα με λοιπόν, Ψυχή μου, ως σε αγαπώ, αλλ' αγνόει ποίον αγαπάς. Δεν θα γείνη θερμοτέρα η αγκάλη μας, αν με γνωρίσης, ούτε τα φιλήματά μας θα γείνουν γλυκύτερα.

Γιατί κάνεις τόσα πολλά για με; Γιατί είσαι τόσο καλός μαζί μου; Καλήτερα θα είτανε να μ' άφινες να τραβήξω το δικό μου δρόμο. Αιστάνθηκα πως είχα μπρος μου έναν πόνο, που δεν μπορούσε να μετρηθή ή να ζυγιστή. Αιστάνθηκα μετάνοια γιατί ήθελα να τη βγάλω έξω από τον πόνο και γιατί την άφησα να το παρατηρήση.

Έμειναν οι γυναίκες, οι γέροι, τα μικρά και μερικοί έφηβοι και όλοι αυτοί, παρ’ όλο που πίστευαν πως ήταν εκεί για μετάνοια, προσπαθούσαν να διασκεδάσουν όσο το δυνατόν καλύτερα.

Αν εζούσαμεν αρκετά ώστε να βλέπαμε ταποτελέσματα των πράξεών μας, ίσως όσοι λένε πως είναι καλοί θ' αρρώσταιναν από μιαν οκνή μετάνοια κ' εκείνοι που ο κόσμος τους έχει για κακούς θα ζωντάνευαν με μιαν ευγενική χαρά.